Εντός του πρώτου τετραμήνου του 2020 αναμένεται η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, που θα κρίνει την τύχη των 3ετιών στον ιδιωτικό τομέα. Τα επιδόματα προϋπηρεσίας τέθηκαν στην κρίση του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, μετά από προσφυγή του ΣΕΒ και άλλων συνδέσμων βιομηχάνων της Ελλάδας κατά της εγκυκλίου που εξέδωσε η προηγούμενη υπουργός Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου, με την οποία δίνονται οδηγίες για τον υπολογισμό των «παγωμένων» 3ετιών στη διαδικασία εφαρμογής του νέου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου.
Η υπόθεση, που αρχικά ήταν να εκδικαστεί στις 8 Οκτωβρίου αλλά πήρε αναβολή, συζητήθηκε χθες στο Δ' τμήμα του ΣτΕ και σύμφωνα με έγκριτους νομικούς, η απόφαση δεν αναμένεται νωρίτερα από τον Μάρτιο με Απρίλιο. Στο επίκεντρο της δίκης βρίσκονται τα επιδόματα που μπορούν να αυξήσουν τον κατώτατο μισθό έως και 30% για τους παλαιούς εργαζόμενους. Και αυτό, γιατί μέσω των επιδομάτων των 3ετιών οι μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα που αμείβονται με τον κατώτατο και είχαν προϋπηρεσία πριν τον Φεβρουάριο του 2012 μπορούν να κερδίσουν έως και 195 ευρώ επιπλέον τον μήνα, κατοχυρώνοντας έτσι μισθό έως 845 ευρώ μεικτά.
Η επίμαχη εγκύκλιος εκδόθηκε στις 18 του περασμένου Φεβρουαρίου, μετά την υπουργική απόφαση που ανέβαζε τον κατώτατο μισθό για όλους, ανεξάρτητα από την ηλικία ή την εργασιακή εμπειρία, στα 650 ευρώ τον μήνα.
Όπως εξηγεί ο εργατολόγος Γιάννης Καρούζος, το ΣτΕ καλείται να επιληφθεί ενός προβλήματος που δημιουργήθηκε για δύο λόγους:
- Αφενός, της ασάφειας του νόμου 4172/2013 αναφορικά με την ακριβή έννοια του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και του νομοθετημένου κατώτατου ημερομισθίου, με δεδομένο ότι το 2014 το επίμαχο άρθρο 103 τροποποιήθηκε για να συμπληρωθεί η έννοια του κατώτατου μισθού με τη φράση «και ως τέτοιος νοείται μια μοναδική αξία (ποσό) αναφοράς», με κάποιους να θεωρούν πως έτσι δεν περιλαμβάνονται πλέον στον κατώτατο μισθό οι τριετίες και
- Της άτολμης πρωτοβουλίας της προηγούμενης ηγεσίας του υπουργείου Εργασίας στις αρχές του 2019, να επιλύσει το μείζον αυτό θέμα με την έκδοση μιας εγκυκλίου αντί της νομοθετικής διάταξης, η οποία θα αποσαφήνιζε πλήρως το όλο πρόβλημα.
Μάλιστα, σύμφωνα με τον κ. Καρούζο, τυχόν ευδοκίμηση της αίτησης ακύρωσης θα μπορούσε να επιφέρει την ακυρότητα της εγκυκλίου με αναδρομικό αποτέλεσμα, από τότε που η εγκύκλιος αυτή δημοσιεύτηκε, δηλαδή από τις 18 Φεβρουαρίου του 2019. Βέβαια, ο εργατολόγος εκτιμά πως αυτό σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να οδηγήσει σε αναδρομική αναζήτηση των ποσών των τριετιών, που στο μεταξύ καταβλήθηκαν στους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα.
Αλλά και στελέχη του υπουργείου Εργασίας επισήμαιναν ότι πιθανή αναδρομική μείωση μισθών έως και κατά 30%, εκτός από το κοινωνικό πρόβλημα που θα δημιουργούσε, θα δημιουργούσε και μεγάλα γραφειοκρατικά και άλλα προβλήματα, όπως για παράδειγμα νέες Αναλυτικές Περιοδικές Δηλώσεις και επιστροφές εισφορών από τον ΕΦΚΑ και το ΕΤΕΑΕΠ.
Η ΓΣΕΕ, που υπερασπίστηκε στο Δικαστήριο τις προσαυξήσεις των τριετιών υποστηρίζοντας ότι εξακολουθούν να ισχύουν κανονικά, εκτιμά ότι η πλευρά των εργαζόμενων θα δικαιωθεί.
Στον αντίποδα, ο ΣΕΒ θεωρεί σαφές ότι οι τριετίες έχουν καταργηθεί όσον αφορά τον νομοθετημένο κατώτατο μισθό και το κατώτατο ημερομίσθιο, βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας. Συγκεκριμένα, εκτιμά πως ίσχυαν, με αναστολή, για όσους τις δικαιούνταν μέχρι τις 14.2.2012 (έως ότου η ανεργία διαμορφωθεί κάτω από 10%). Όπως ίσχυαν επίσης με αναστολή έως ότου τεθεί σε εφαρμογή το άρθρο 103 του ν.4172/2013, όπως είχε τροποποιηθεί και ισχύει, υποστηρίζει ο Σύνδεσμος.
Υπενθυμίζεται πως τις προσαυξήσεις των τριετιών, που φτάνουν έως και το 30% του κατώτατου μισθού, δηλαδή έως και τα 195 ευρώ, δικαιούνται μόνο οι υπάλληλοι και οι εργατοτεχνίτες που είχαν θεμελιώσει δικαίωμα προϋπηρεσίας έως τις 14 Φεβρουαρίου 2012. Όσοι συμπληρώνουν τριετίες προϋπηρεσίας μετά τις 14 Φεβρουαρίου του 2012, δεν δικαιούνται γι’ αυτόν τον χρόνο προσαύξηση, αφού με νόμο του 2012 (ν. 4093/2012) η εξέλιξη των 3ετιών «πάγωσε» μέχρι η ανεργία να πέσει κάτω από 10%. Όσοι, όμως, είχαν έως το 2012 συμπληρώσει προϋπηρεσία, δικαιούνται προσαύξηση 10% για κάθε τριετία και έως τρεις τριετίες, συνολικά δηλαδή 30% για 9 έτη και άνω.