Σχέδιο αύξησης των επικουρικών συντάξεων που μειώθηκαν το καλοκαίρι του 2016 επεξεργάζεται το υπουργείο Εργασίας, με τον αρμόδιο υπουργό Γιάννη Βρούτση να ξεκαθαρίζει ότι 465.112 δικαιούχοι θα δουν αυξήσεις μεσοσταθμικά, της τάξης των 52,5 ευρώ τον μήνα. Το κόστος της συμμόρφωσης στις αποφάσεις της δικαιοσύνης θα καλυφθεί σύμφωνα με πληροφορίες από την περιουσία του ΕΤΕΑΕΠ, που ανέρχεται σε 2,5 δισ. ευρώ.
Ο υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης παρουσίασε χθες επίσημα στοιχεία σύμφωνα με τα οποία, μετά την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) που «γκρέμισε» το νόμο Κατρούγκαλου, περίπου το 1/3 όσων λαμβάνουν επικουρικές συντάξεις θα δει αυξήσεις, της τάξης του 30%. Ο νέος νόμος, που θα έρθει να θεραπεύσει τις αντισυνταγματικές διατάξεις, δεν αποκλείεται να κατατεθεί στη Βουλή τον Ιανουάριο του 2020, όμως θα ισχύει αναδρομικά, από τις 4 Οκτωβρίου, όταν και εκδόθηκαν οι σχετικές δικαστικές αποφάσεις.
Να σημειωθεί ότι το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε αντισυνταγματικό τον υπολογισμό τόσο των νέων επικουρικών -λόγω έλλειψης αναλογιστικής μελέτης- όσο και τον επανυπολογισμό των παλαιών. Στην πράξη, το ΣτΕ ζήτησε την κατάργηση των μειώσεων που επιβλήθηκαν το καλοκαίρι του 2016, σε όσους συνταξιούχους το άθροισμα κύριας και επικουρικής σύνταξης ήταν άνω των 1.300 ευρώ.
Όπως εξηγούν στο Euro2day.gr έγκριτοι νομικοί, οι πρόσφατες αποφάσεις του ανώτατου δικαστηρίου έκριναν ότι ο επανυπολογισμός των επικουρικών όπως και κάθε αλλαγή στο ασφαλιστικό θα πρέπει να συνοδεύεται από αναλογιστική μελέτη που θα έχει συνταχθεί από την αρμόδια Εθνική Αναλογιστική Αρχή. Όπως έκριναν και ότι είναι αντισυνταγματικές οι μειώσεις στις επικουρικές συντάξεις, καθώς δεν είναι πρόσφορο κριτήριο για την περικοπή τους, το ύψος της καταβαλλόμενης κύριας σύνταξης, δεδομένου ότι για κάθε μία από αυτές έχουν καταβληθεί αυτοτελείς εισφορές. Επομένως ο νέος τρόπος υπολογισμού της επικουρικής σύνταξης, σύμφωνα με το ΣτΕ, πρέπει να λαμβάνει υπόψη του μόνον τα στοιχεία του ΕΤΕΑΕΠ και των ασφαλισμένων του και όχι τα στοιχεία του ΕΦΚΑ.
Σύμφωνα με τον σχεδιασμό στο υπουργείο Εργασίας και τις εισηγήσεις των ειδικών που επεξεργάζονται διατάξεις για το νέο σχέδιο νόμου, οι αυξήσεις στις επικουρικές συντάξεις εκτιμώνται σε 52,5 ευρώ τον μήνα μεσοσταθμικά ή 630 ευρώ ετησίως. Τις αυξήσεις θα λάβουν 465.112 συνταξιούχοι και μάλιστα αναδρομικά από τις 4 Οκτωβρίου 2019, καθώς θα αποσυνδεθεί το ύψος των επικουρικών από το άθροισμα των 1.300 ευρώ τον μήνα από συνολικές συντάξεις (κύριες και επικουρικές).
Στο θέμα αναφέρθηκε και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας, ξεκαθαρίζοντας ότι όσοι λαμβάνουν επικουρικές συντάξεις χαμηλότερες από όσο δικαιούνται με βάση την απόφαση του ΣτΕ, θα λάβουν τη διόρθωση που τους αναλογεί από τις 4 Οκτωβρίου και μετά.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το κόστος των αυξήσεων ανέρχεται σε 292,87 εκατ. ευρώ τον χρόνο και θα καλυφθεί από την περιουσία του υπερ-επικουρικού ΕΤΕΑΕΠ, όπως προβλέπεται από το νόμο Κατρούγκαλου. Συνολικά, το ύψος της περιουσίας του ταμείου ανέρχεται σε 2,57 δισ. ευρώ. Μάλιστα, το 2016, το ΕΤΕΑΕΠ παρουσίασε έλλειμμα ύψους 646 εκατ. ευρώ, το οποίο περιορίστηκε σε 101 εκατ. ευρώ, λόγω εκποίησης περιουσίας ύψους 545 εκατ. ευρώ. Τα τελευταία τρία χρόνια, το Ταμείο παρουσιάζει πλεόνασμα (87 εκατ. ευρώ το 2017, 17 εκατ. ευρώ το 2018 και 109 εκατ. ευρώ για το 2019).
Να σημειωθεί ότι το ΣτΕ. έκρινε επίσης ότι η υποχρεωτική επικουρική ασφάλιση βρίσκεται υπό την εγγύηση του κράτους, το οποίο οφείλει να καλύπτει τα ελλείμματα του ταμείου. Όμως η χώρα, στο πλαίσιο της μεταμνημονιακής της αξιολόγησης από τους εκπροσώπους των δανειστών, είναι υποχρεωμένη μεν να εφαρμόσει τις αποφάσεις της δικαιοσύνης, με μηδενική όμως δημοσιονομική επιβάρυνση. Συνεπώς, η χρηματοδότηση των αυξήσεων από την περιουσία θεωρείται αναγκαία. Σύμφωνα δε με πληροφορίες, το ετήσιο κόστος θα βαίνει μειούμενο έως ότου μηδενιστεί, με την εφαρμογή της νοητής κεφαλαιοποίησης για το σύνολο των ετών ασφάλισης όσων βρίσκονται σήμερα μέσα στο σύστημα.
Όσο για τις αναδρομικές διεκδικήσεις όσων συνταξιούχων έχουν προσφύγει στη δικαιοσύνη από τον Ιούνιο του 2016 και μετά, είτε κατά της διαδικασίας επανυπολογισμού των επικουρικών τους συντάξεων είτε πολύ περισσότερο κατά των περικοπών, η πλειοψηφία των δικηγόρων συμφωνεί ότι δεν έχουν τύχη. Όποια αναδρομικά δοθούν, θα αφορούν το διάστημα από τις 4 Οκτωβρίου 2019 και έως την ψήφιση του σχετικού νόμου, καθώς το ΣτΕ όρισε ξεκάθαρα ότι «τα αποτελέσματα της αντισυνταγματικότητας επέρχονται από τη δημοσίευση της απόφασης και μετά».