Σχέδιο σε δύο άξονες για μείωση των ασφαλιστικών εισφορών επεξεργάζεται η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας. Θρυαλλίδα για τις προωθούμενες εξελίξεις θεωρείται ότι θα αποτελέσει η επικείμενη έκδοση της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία σύμφωνα με νομικούς κύκλους έχει καθυστερήσει σημαντικά.
Ειδικά, στο σκέλος των εισφορών σε ελεύθερους επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενους και αγρότες, το υπουργείο Εργασίας μετρά όλα τα πιθανά σενάρια, με αιχμή την ελάφρυνση των μεσαίων εισοδημάτων. Όσο για τις εισφορές των μισθωτών, που βαρύνουν εργοδότες και εργαζόμενους, σύμφωνα με πληροφορίες το υπουργείο Εργασίας φαίνεται πως βάζει στο συρτάρι το σχέδιο μείωσης των εισφορών κύριας ασφάλισης από 20% σε 15% σε βάθος 4ετίας. Πλέον, εξετάζεται η μείωση των συνολικών εισφορών που βαραίνουν τις δύο πλευρές κατά 5 μονάδες, σε βάθος 5ετίας.
Οι όποιες αλλαγές εκτιμάται ότι θα νομοθετηθούν εντός του φθινοπώρου, καθώς στόχος του υπουργείου εργασίας είναι να εφαρμοστούν στις αρχές του 2020.
Τα σενάρια για τους μη μισθωτούς
Τρία είναι τα κυρίαρχα σενάρια που επεξεργάζονται στο υπουργείο Εργασίας για τις εισφορές των μη μισθωτών. Το πρώτο σενάριο αφορά την θεσμοθέτηση ενός χαμηλότερου ανώτατου ορίου εισοδήματος για το οποίο θα καταβάλλει κάποιος ελεύθερος επαγγελματίας εισφορές, πολύ χαμηλότερο από τα 78.000 ευρώ που ισχύει σήμερα (10πλάσιο του κατώτατου μισθού επί 12 μήνες ήτοι 10 Χ 650 ευρώ Χ 12 μήνες). Το νέο αυτό όριο, θα παραμένει δε, σταθερό, ανεξάρτητα από τις μελλοντικές, πιθανές αυξήσεις του κατώτατου μισθού.
Το δεύτερο σενάριο, αφορά την έκπτωση των ασφαλιστικών εισφορών από το εισόδημα, και στη συνέχεια τον υπολογισμό των εισφορών της επόμενης χρονιάς. Να σημειωθεί ότι σήμερα, οι ασφαλιστικές εισφορές για τους ελεύθερους επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενους και αγρότες, ανεξάρτητα από το ύψος του εισοδήματός τους, υπολογίζονται στο 100% του καθαρού φορολογητέου εισοδήματος συν τις καταβλητέες εισφορές του προηγούμενου έτους. Η ισχύουσα σήμερα διάταξη, εφαρμόστηκε από τις αρχές του 2018, με έκπτωση του εισοδήματος επί του οποίου υπολογίζεται η εισφορά, κατά 15%. Από τις αρχές του τρέχοντος έτους όμως, η έκπτωση έπαψε να ισχύει με συνέπεια την επιβάρυνση των ελεύθερων επαγγελματιών και των επαγγελματιών.
Το τρίτο σενάριο αφορά την πλήρη αποσύνδεση των ασφαλιστικών εισφορών των μη μισθωτών από την φορολογική βάση, ώστε να μην συνδέεται το ύψος τους με το εισόδημα. Σε αυτό το πιθανό σενάριο, μετρώνται οι δυνατότητες επαναφοράς μιας δικαιότερης και λογικότερης κλίμακας τεκμαρτών εισοδημάτων, επί των οποίων θα καταβάλλονται οι εισφορές.
Να σημειωθεί εδώ, ότι βάσει των διαθέσιμων στοιχείων, με το νέο σύστημα εισφορών για τους μη μισθωτούς, περίπου το 85% βρίσκεται στην χαμηλή κλίμακα, καταβάλλοντας χαμηλότερες εισφορές από το παρελθόν, θα λάβουν όμως αντίστοιχα, μειωμένες συντάξεις κατά περίπου 35%. Την ίδια στιγμή, εκτιμάται ότι τα δηλωθέντα εισοδήματα μειώθηκαν κατά 500 εκατ. ευρώ, καθώς υπήρξε απόκρυψη εισοδημάτων με στόχο την καταβολή χαμηλότερων εισφορών. Για το λόγο αυτό, οι εκπρόσωποι των φορέων που εκπροσωπούν τους αυτοαπασχολούμενους και τους ελεύθερους επαγγελματίες επισημαίνουν ότι η εισφοροδοτική ικανότητα των επαγγελματιών και εμπόρων έχει εξαντληθεί.
Πώς θα μειωθούν οι εισφορές στους μισθωτούς
Όσον αφορά τις παρεμβάσεις στις εισφορές μισθωτών, πλέον, η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας έχοντας μελετήσει την πραγματική εικόνα της κατάστασης των οικονομικών του ΕΦΚΑ, έχει εγκαταλείψει το σενάριο για μείωση των εισφορών εργοδοτών και εργαζομένων για την κύρια ασφάλιση, από 20% σε 15%.
Σύμφωνα με πληροφορίες από το υπουργείου Εργασίας, μια τέτοια εξέλιξη, αφενός θα οδηγούσε σε δραματικότερες -από αυτές που προβλέπει ήδη ο νόμος Κατρούγκαλου - μειώσεις συντάξεων. Αφετέρου θα οδηγούσε στην ανάγκη μιας νέας, βραχυχρόνιας παρέμβασης στο ασφαλιστικό σύστημα, με αιχμή είτε τη περαιτέρω μείωση των παροχών, είτε την αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης.
Αποκλείοντας κάθε τέτοιο ενδεχόμενο, σύμφωνα με πληροφορίες, ο υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης αναζητεί λύσεις στις εισφορές που δεν συνδέονται με την κύρια σύνταξη, αφορούν είτε τις παροχές υγείας (7,1%) και επικουρικής ασφάλισης (6,5%) είτε παροχές ανεργίας (5,61%), εργατικής κατοικίας (1%) και εργατικής εστίας 0,35%.
Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, το κόστος της προωθούμενης παρέμβασης έχει ήδη εκτιμηθεί σε 2,6 δισ. ευρώ. Πρόκειται για μεικτό κόστος, καθώς στο καθαρό ποσό που θα προκύψει ως επιβάρυνση προς το σύστημα και κατά συνέπεια τα δημόσια οικονομικά από την μείωση των εισφορών, θα πρέπει να συνεκτιμηθούν τόσο οι συνέπειες στη φορολογία, λόγω της αύξησης του εισοδήματος, όσο και οι πιθανές θετικές προοπτικές από την αύξηση της απασχόλησης και την μείωση της εισφοροδιαφυγής.
Να σημειωθεί ότι σήμερα, για μισθό 650 ευρώ μεικτά, 547,63 ευρώ καθαρά, το συνολικό κόστος για τον εργοδότη, σε ετήσια βάση, είναι της τάξης των 946,48 ευρώ. Εάν η κυβέρνηση προχωρήσει σε μείωση των λεγόμενων εισφορών υπέρ τρίτων που αφορούν ανεργία, κοινωνική κατοικία και άλλες παροχές όπως κοινωνικός τουρισμός κ.λπ., θα αυξηθούν από την μια οι καθαρές αποδοχές του εργαζομένου και από την άλλη θα μειωθεί το συνολικό εργοδοτικό κόστος. Για παράδειγμα, οι εισφορές για ΟΑΕΔ, ΟΕΚ ΟΕΕ είναι 3,28% για τον εργαζόμενο που αναλογούν σε 21,32 ευρώ στις μεικτές αποδοχές του κατώτατου μισθού και 3,68% για τον εργοδότη που αναλογούν σε 28 ευρώ μεικτά.
Στα εξεταζόμενα σενάρια συγκαταλέγεται επίσης η μείωση της διπλής εισφοράς υγείας, στις περιπτώσεις μισθωτών με διπλή ασφάλιση, ενώ δεν αποκλείεται και η επίσπευση της μείωσης των εισφορών για επικουρική ασφάλιση από 6,5% σε 6%, εντός του 2020.