Το οικονομικό κλίμα στην Ελλάδα τον Ιούλιο σημείωσε την υψηλότερη επίδοσή του από τον Μάρτιο του 2008, ενώ βρίσκεται για πρώτη φορά μετά από 5 περίπου έτη σε υψηλότερο επίπεδο έναντι εκείνου της Ευρωζώνης. Συγκεκριμένα, όπως επισημαίνει η Alpha Bank στο εβδομαδιαίο δελτίο για την οικονομία, ο σχετικός δείκτης στην Ελλάδα ήταν για τελευταία φορά υψηλότερος από τον αντίστοιχο δείκτη στην Ευρωζώνη κατά την περίοδο Ιουνίου - Δεκεμβρίου 2014 (κατά 3,1 μον. κατά μέσο όρο). Έκτοτε, κινείται σε χαμηλότερα επίπεδα, με τη διαφορά σε σχέση με την Ευρωζώνη να μεγιστοποιείται τους πρώτους μήνες μετά την επιβολή των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, δηλαδή κατά την περίοδο Ιουλίου - Σεπτεμβρίου 2015.
Η σύγκλιση των δύο δεικτών οικονομικού κλίματος, αλλά και η πρόσφατη υπέρβαση του ελληνικού δείκτη έναντι του ευρωπαϊκού συνδέονται με: α) τη σταδιακή βελτίωση του εγχώριου δείκτη από το 2016 και μετά, με εξαίρεση την προσωρινή καθοδική πορεία του στο δεύτερο εξάμηνο του 2018 και β) τη σχεδόν αδιάλειπτη πτωτική πορεία του ευρωπαϊκού δείκτη από τις αρχές του 2018, γεγονός που αποδίδεται στις διεθνείς δυσμενείς εξελίξεις στην ευρωπαϊκή οικονομία, ιδιαίτερα στον κλάδο της μεταποίησης και κατ’ επέκταση στις προσδοκίες επιχειρήσεων και νοικοκυριών.
Από την άλλη πλευρά, η ανοδική πορεία του δείκτη στην Ελλάδα, η οποία τυπικά εντοπίζεται γύρω από σχεδόν κάθε εκλογικό κύκλο, έχει αποκτήσει στην παρούσα φάση ελαφρώς ισχυρότερη δυναμική για τρεις κυρίως λόγους:
α) Η αίσθηση οριστικής εξόδου από τη δεκαετή περίοδο ύφεσης και στασιμότητας συμπίπτει με τη διαφαινόμενη μεταβολή του μίγματος πολιτικής, όπως αυτή αποτυπώνεται στη θεσμοθέτηση φορολογικών ελαφρύνσεων τόσο προεκλογικά (ΦΠΑ σε εστίαση και ενέργεια), όσο και μετεκλογικά (ΕΝΦΙΑ και υπόλοιπες φορολογικές παρεμβάσεις που αναλύθηκαν στο Δελτίο της προηγούμενης εβδομάδας).
β) Η χώρα έχει ήδη εισέλθει σε περίοδο ανάκαμψης, με τους βασικούς δείκτες οικονομικής δραστηριότητας (π.χ. ΑΕΠ, απασχόληση, βιομηχανική παραγωγή κ.λπ.) να βαίνουν σταθερά ανοδικά, βελτιώνοντας την προοπτική για αύξηση των επενδύσεων.
γ) Η απόδοση του δεκαετούς κρατικού ομολόγου καταγράφει διαδοχικά ιστορικά χαμηλά επίπεδα, σηματοδοτώντας έτσι την τάση σταδιακής επαναφοράς της εμπιστοσύνης των διεθνών αγορών στη χώρα.
Όπως αναφέρει η τράπεζα, ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος για την Ελλάδα τον Ιούλιο του 2019 κινείται σε επίπεδα άνω του μακροχρόνιου μέσου επιπέδου της τάσης, καθώς παράλληλα βρίσκεται και σε ισχυρή ανοδική πορεία. Το γεγονός αυτό συμβαδίζει με την ανάκαμψη της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας, την ενίσχυση της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία διεθνώς, την εγκαθίδρυση ενός περιβάλλοντος πολιτικής σταθερότητας, τις εξαγγελίες της νέας κυβέρνησης για μείωση των φορολογικών συντελεστών και την υιοθέτηση ενός μείγματος πολιτικής φιλικού προς την ανάπτυξη και την προσέλκυση επενδύσεων.
Στον αντίποδα των θετικών εγχώριων εξελίξεων, η εξασθένηση των προοπτικών της ευρωπαϊκής οικονομίας θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά την οικονομική δραστηριότητα στην Ελλάδα. Οι επιδεινούμενες επιδόσεις του οικονομικού κλίματος στην Ευρωζώνη συνεχίζονται τον Ιούλιο, με το σχετικό δείκτη να μειώνεται για 16η φορά μέσα σε 19 μήνες.
Ειδικότερα, ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος για την Ευρωζώνη διαμορφώθηκε στις 102,7 (από 103,3) μονάδες τον Ιούλιο, καταγράφοντας τη χειρότερη επίδοση των τελευταίων 40 μηνών, ενώ και ο σύνθετος δείκτης IHS Markit PMI σημειώνει απώλειες τον Ιούλιο (51,5 από 52,2 μον.). Επιπλέον, ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος για την Ευρωζώνη τον Ιούλιο κινείται αφενός μεν σε επίπεδα άνω του μακροχρόνιου μέσου επιπέδου της τάσης, αφετέρου βρίσκεται σε καθοδική πορεία).
Η επιδείνωση του οικονομικού κλίματος προέρχεται κυρίως από την πτώση του σχετικού δείκτη στην ατμομηχανή της οικονομίας της Ευρωζώνης, την Γερμανία (-2,4 μονάδες), η οποία συμβάλλει κατά 29% στο συνολικό ΑΕΠ της περιοχής. Σε άλλες μεγάλες οικονομίες της Ευρωζώνης, όπως η Ιταλία (+1,4 μον.), η Ισπανία (+0,6 μον.) και η Ολλανδία (+1,7 μον.) το κλίμα ανακάμπτει, ενώ στην Γαλλία παραμένει σταθερό.
Η πτώση του δείκτη τον Ιούλιο προέρχεται από την επιδείνωση σε όλους τους επιμέρους κλάδους, με την άνοδο της καταναλωτικής εμπιστοσύνης να μην επαρκεί για να αντισταθμίσει τη συνολική αρνητική μεταβολή. Συγκεκριμένα, η πτώση του δείκτη οικονομικού κλίματος στην Ευρωζώνη είναι απόρροια των δυσμενέστερων προσδοκιών σε όλους τους οικονομικούς τομείς που εξετάζει η έρευνα, ήτοι στη βιομηχανία, τις υπηρεσίες, το λιανικό εμπόριο και τις κατασκευές. Ειδικότερα, ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών στη βιομηχανία της Ευρωζώνης εξασθένησε σημαντικά, κατά 1,8 μονάδες, ως αποτέλεσμα των εντεινόμενων απαισιόδοξων προβλέψεων για τη βιομηχανική παραγωγή τους επόμενους μήνες, αλλά και των επιδεινούμενων εκτιμήσεων για τις τρέχουσες παραγγελίες και τη ζήτηση του κλάδου.
Η σχεδόν συνεχής πτωτική τάση του οικονομικού κλίματος στην Ευρωζώνη είναι το αποτέλεσμα μιας σειράς παραγόντων οι οποίοι επηρεάζουν άμεσα ή έμμεσα τις οικονομικές εξελίξεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο και έχουν αντίκτυπο κυρίως στην ευρωπαϊκή βιομηχανία (γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία) και την επέκταση της αβεβαιότητας σχετικά με τις εξαγωγές, λόγω της κλιμακούμενης διεθνούς ανόδου του εμπορικού προστατευτισμού και του ισχυρού πλέον ενδεχόμενου εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς συμφωνία. Σημειώνεται ότι, αν και η βιομηχανική παραγωγή της Ευρωζώνης καταγράφει συνεχείς ετήσιες αρνητικές μεταβολές ήδη από τον Νοέμβριο του 2018, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν εκφράζει ανησυχίες ότι η επιδείνωση μπορεί να επεκταθεί και σε άλλους τομείς, όπως οι υπηρεσίες και οι κατασκευές, οι οποίοι και επιδεικνύουν σχετική ανθεκτικότητα.