Tο κεντροδεξιό κόμμα της αντιπολίτευσης Νέα Δημοκρατία κατέκτησε την πρώτη θέση στις εκλογές με 39,9% των ψήφων, έναντι του κυβερνώντος αριστερού κόμματος ΣΥΡΙΖΑ (31,5%), επισημαίνει η Citigroup.
Χάρη στο μπόνους των 50 θέσεων στο νικητή των εκλογών, η ΝΔ κερδίζει την απόλυτη πλειοψηφία των 158 θέσεων στο κοινοβούλιο των 300 εδρών. Αυτό θα επιτρέψει στον Κυριάκο Μητσοτάκη να γίνει πρωθυπουργός μιας κυβέρνησης πλειοψηφίας, αντικαθιστώντας τον Τσίπρα, ο οποίος βρισκόταν στην εξουσία τα τελευταία 4 χρόνια.
Η Citigroup σχολιάζει ότι το ευρέως αναμενόμενο αποτέλεσμα των εκλογών επιβεβαιώνει ότι οι πολιτικοί κίνδυνοι έχουν μειωθεί σημαντικά στην Ελλάδα από ότι πριν από τέσσερα χρόνια. Το μερίδιο των ψήφων για τα εξτρεμιστικά κόμματα έχει ουσιαστικά μειωθεί και τώρα υπάρχει μεγάλη πλειοψηφία των κομμάτων στο κοινοβούλιο υπέρ μιας σχέσης συνεργασίας με τους διεθνείς πιστωτές της Αθήνας και κυρίως υπέρ της Ευρώπης.
Η σχέση αυτή παραμένει ο πιο σημαντικός παράγοντας για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και την ανάκαμψη της χώρας. Μετά από τόσα χρόνια ύφεσης και δημοσιονομικής στενότητας, η απλή προοπτική διακυβέρνησης της πιο φιλικής προς τις επιχειρήσεις Νέας Δημοκρατίας μπορεί να αποδεσμεύσει δυναμική από μόνη της και να προωθήσει την υψηλότερη ανάπτυξη. Η φορολογική πολιτική είναι ήδη λιγότερο περιοριστική, ακόμη και πριν τις δεσμεύσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη για μείωση των φορολογικών περικοπών. Οι υψηλότερες προοπτικές ανάπτυξης ενδέχεται να επαρκούν για περαιτέρω αναβαθμίσεις της αξιολόγησης του ελληνικού αξιόχρεου.
Ωστόσο, σε μεσοπρόθεσμη βάση, παρά τα τρία προγράμματα οικονομικής προσαρμογής, η πορεία προς την αειφόρο ανάπτυξη και η σταθερή μείωση του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ εξακολουθεί να μην είναι προδιαγεγραμμένη, κατά την άποψη της Citigroup.
Η ικανότητα του Μητσοτάκη να εκπληρώνει τις φορολογικές του δεσμεύσεις εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την προθυμία του να αντιμετωπίσει άλλα πολιτικά δύσκολα εμπόδια - να εκκαθαρίσει τις τράπεζες από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, να επιταχύνει τις ιδιωτικοποιήσεις και τις μικρο-μεταρρυθμίσεις για να διευκολύνει την επιχειρηματική δραστηριότητα. Ένας άλλος γύρος περικοπών των συντάξεων μπορεί επίσης να καταστεί αναγκαίος για την ελευθέρωση δημοσιονομικού χώρου, σημειώνει ο οίκος.