Μεγάλα διοικητικά και οργανωτικά προβλήματα διαπιστώνουν σε ΕΦΚΑ και ΕΤΕΑΕΠ οι εργαζόμενοι στα ασφαλιστικά ταμεία, οι οποίοι μάλιστα κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου όχι μόνο για το παρόν αλλά και για το μέλλον της κοινωνικής ασφάλισης στη χώρα μας.
Κατά τη διάρκεια του 34ου τακτικού τους συνεδρίου, οι συνδικαλιστές εκτίμησαν ότι οι εκκρεμότητες των δύο ταμείων κοινωνικής ασφάλισης είναι εκατοντάδες χιλιάδες, χωρίς ακόμη και οι ίδιοι, όπως καταγγέλλουν, να έχουν πρόσβαση στα πραγματικά στοιχεία. Εμπειρικά και βάσει των δικών τους υπολογισμών, εκτίμησαν ότι συνολικά, μόνον ο αριθμός των εκκρεμών αιτήσεων για χορήγηση κύριας και επικουρικής σύνταξης αλλά και εφάπαξ παροχών ξεπερνά τις 250.000. Τα συγκεκριμένα στοιχεία ωστόσο διαψεύδει ο αρμόδιος υφυπουργός Τάσος Πετρόπουλος κάνοντας λόγο για 48.839 αιτήσεις.
Αναλυτικά, σύμφωνα με την Πανελλήνια Ομοσπονδία Προσωπικού Οργανισμών Κοινωνικής Πολιτικής (ΠΟΠΟΚΠ), ο αριθμός των αιτήσεων συνταξιοδότησης που βρίσκονται σε εκκρεμότητα στον ΕΦΚΑ φτάνει τις 80.000. Στον αριθμό αυτό δεν περιλαμβάνονται περίπου 25.000 αιτήσεις του τελευταίου τριμήνου, που δεν έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες. Μάλιστα, όπως χαρακτηριστικά υποστήριξε ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Αντώνης Κουρούκλης, τα επίσημα στατιστικά στοιχεία του ΕΦΚΑ -με ευθύνη της Πολιτικής Ηγεσίας και της Διοίκησης- είναι «χειραγωγημένα», για να συμπληρώσει πως επιμέρους κατηγοριοποιήσεις και ταξινομήσεις -ελαστικές και ανελαστικές περιπτώσεις, ληξιπρόθεσμες και μη ληξιπρόθεσμες κ.λπ.- ουσιαστικά θολώνουν την πραγματική εικόνα.
Η κατάσταση είναι ακόμη τραγικότερη στο Δημόσιο, καθώς οι χρόνοι έκδοσης των συνταξιοδοτικών πράξεων του Δημοσίου και των Δήμων ξεπερνούν, σύμφωνα με τους συνδικαλιστές, τα δύο έτη, λόγω της υποβάθμισης της Γενικής Δ/νσης Συντάξεων Δημοσίου του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (ΓΛΚ) σε απλή Διεύθυνση και την υπαγωγή της στον ΕΦΚΑ, την υποστελέχωσή της, την ασυμβατότητα που παρουσιάζεται στον τρόπο υπολογισμού των συντάξεων των δημοσίων και δημοτικών υπαλλήλων σε σχέση με τα άλλα Ταμεία, αλλά και την αδυναμία υποστήριξής τους από τα πληροφοριακά συστήματα που λειτουργούν αυτή τη στιγμή στον ΕΦΚΑ.
Να σημειωθεί ότι σε εφαρμογή της απόφασης για μεταφορά της αρμόδιας Διεύθυνσης του ΓΛΚ στον ΕΦΚΑ, ξαφνικά, η υπηρεσία βρέθηκε τον Μάιο του 2018 με μόλις 50 εργαζόμενους από περίπου 150 που υπηρετούσαν σε αυτήν τον Απρίλιο του 2018. Βάσει των επίσης εμπειρικών στοιχείων των εργαζόμενων, στο δημόσιο βρίσκονται σε καθυστέρηση αιτήσεις συνταξιοδότησης 15.000 εκπαιδευτικών, 7.500 εργαζόμενων σε Δήμους και Νοσοκομεία, 8.000 στρατιωτικών και τουλάχιστον άλλων 15.000 δημοσίων υπαλλήλων από τις υπόλοιπες κατηγορίες.
Χθες, οι συνδικαλιστές κατήγγειλαν πως ο μέσος χρόνος διεκπεραίωσης των υποθέσεων είναι άγνωστος. Κι όπως χαρακτηριστικά ανέφεραν, μια απλή μεταβίβαση σύνταξης (θανάτου) απονέμεται τουλάχιστον ένα χρόνο μετά. «Η κατάσταση είναι τόσο τραγελαφική που ενώ λίγο πριν από τις ευρωεκλογές αποφασίστηκε η δημιουργία κλιμακίων για την επιτάχυνση της απονομής των συντάξεων, δεν ανανεώθηκαν οι αποσπάσεις των 50 υπαλλήλων της συγκεκριμένης Διεύθυνσης, με αποτέλεσμα τις δύο πρώτες εβδομάδες του Ιουνίου, οι εργαζόμενοι υποχρεώθηκαν να δηλώσουν παρουσία στις οργανικές τους θέσεις στο Υπουργείο Οικονομικών και όχι στις υπηρεσίες συντάξεων του ΓΛΚ, επεσήμανε ο πρόεδρος της ΠΟΠΟΚΠ.
Μάλιστα, σε εκκρεμότητα βρίσκονται και χιλιάδες άλλα αιτήματα, με αποτέλεσμα, περιπτώσεις όπως για παράδειγμα μια βεβαίωση συμμετοχής που αφορά σε διαδοχική ασφάλιση, να καθυστερούν για τουλάχιστον τρία χρόνια.
Αντίστοιχη είναι και η εικόνα στο ΕΤΕΑΕΠ. Σύμφωνα με στοιχεία του ίδιου του Ταμείου, στις 30/4/2019 οι επικουρικές συντάξεις που βρίσκονταν σε εκκρεμότητα ήταν 87.504 και τα εφάπαξ 20.614. Οι συνδικαλιστές, δε, εξέφρασαν και για αυτά τα νούμερα επιφυλάξεις, τονίζοντας επίσης ότι οι αριθμοί των καθυστερούμενων συντάξεων τόσο στην επικουρική όσο και στο εφάπαξ είναι «πλασματικοί», αφού εκτός των άλλων δεκάδες χιλιάδες αιτήματα δεν εμφανίζονται, επειδή εκκρεμεί η έκδοση της κύριας σύνταξης.
Οι εκπρόσωποι των εργαζομένων στα Ταμεία περιέγραψαν με μελανά χρώματα όχι μόνο το παρόν αλλά και το μέλλον της κοινωνικής ασφάλισης, εκτιμώντας ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος που ελλοχεύει είναι «το ενδεχόμενο συρρίκνωσης της κοινωνικής ασφάλισης, με περιορισμό της εγγύησης των παροχών από το κράτος και παράδοση της επαγγελματικής ασφάλισης σε ιδιωτικά εταιρικά σχήματα».