Το νέο δημοσιονομικό πακέτο αυξάνει την αβεβαιότητα αναφορικά με την μεσοπρόθεσμη πολιτική στάση της Ελλάδας και αναμένεται να δημιουργήσει εντάσεις με τους ευρωπαίους πιστωτές υποστηρίζει η Fitch.
Όπως υπενθυμίζει, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ανακοίνωσε την μείωση του ΦΠΑ σε σειρά προϊόντων, αύξηση συντάξεων και ένα σχήμα ρύθμισης δόσεων σε Εφορία και Ταμεία. Το πακέτο μέτρων υπολογίζεται σε 1,1 δισ. ευρώ το 2019 και 3,4 δισ. ευρώ το 2020.
Ένα δεύτερο πακέτο μέτρων μπορεί να προχωρήσει αργότερα, πιθανότατα μετά τις εκλογές που προγραμματίζονται έως τις 20 Οκτωβρίου. Περιλαμβάνει μείωση φόρων που θα εφαρμοστεί από τον Ιανουάριο του 2020.
Η ανακοίνωση έγινε πριν από τις τοπικές εκλογές και τις ευρωεκλογές θυμίζει ο οίκος αξιολόγησης. Εκτιμά ότι τουλάχιστον εν μέρει είναι μια προσπάθεια της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ να τονώσει την δημοτικότητά της μετά από τρία χρόνια δημοσιονομικής σύσφιξης. Το κατά πόσον το πακέτο θα οδηγήσει σε διατηρήσιμη στροφή στην δημοσιονομική στάση θα εξαρτηθεί εν μέρει από το πώς θα επηρεάσει τις σχέσεις με τους επίσημους πιστωτές, και επίσης την σύνθεση του κοινοβουλίου μετά τις εθνικές εκλογές, εκτιμά η Fitch.
H ίδια σημειώνει πως είχε προβλέψει ότι μερική αντιστροφή πολιτικών ήταν πιθανή ως μέρος του διαλόγου της χώρας με τους επίσημους πιστωτές μετά την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος. Πράγματι, συνεχίζει η Fitch, στον προϋπολογισμό του 2019 υπήρξε ήδη εν μέρει αντιστροφή κάποιων μέτρων του προγράμματος, περιλαμβανομένων των μειώσεων στις συντάξεις με την έγκριση των πιστωτών. Ωστόσο οι νέες ανακοινώσεις αντιπροσωπεύουν μεγαλύτερη και ταχύτερη αντιστροφή απ’ όσο περιμέναμε, τονίζει ο οίκος.
Ειδικότερα, η Fitch εκτιμά ότι η άρση της μείωσης του αφορολόγητου θα κάνει δυσκολότερο για τις μελλοντικές κυβερνήσεις να ισορροπήσουν το μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής χωρίς να διακυβεύουν την δέσμευση για τους δημοσιονομικούς στόχους.
Τα μέτρα αυξάνουν την αβεβαιότητα όσον αφορά τα βραχυπρόθεσμα δημοσιονομικά αποτελέσματα, σημειώνει η Fitch. Όπως αναφέρει, το πρωτογενές πλεόνασμα του 4,4% του ΑΕΠ που πέτυχε η κυβέρνηση το 2018, αρκετά πάνω από το στόχο του 3,5%, έχει δημιουργήσει περιθώριο για δημοσιονομική χαλάρωση. Ο αντίκτυπος, προσθέτει, θα εξαρτηθεί επίσης και από τη βραχυπρόθεσμη ώθηση στην ανάπτυξη, η οποία θα μπορούσε να υπερβεί την πρόβλεψη του οίκου αξιολόγησης για 2,3% φέτος και 2,2% την επόμενη χρονιά.
Η Fitch επισημαίνει ωστόσο ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει σημειώσει ακόμα ότι σκοπεύει να μειώσει τον στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος για την περίοδο 2020-2022 στο 2,5% από 3,5%. Στις 16 Μαϊου ο επικεφαλής του Eurogroup, Μάριο Σεντένο, ανέφερε ότι τα μέτρα θα συζητηθούν στην επόμενη συνάντηση στις 13 Ιουνίου και ότι το Eurogroup αναμένει ότι οι δεσμεύσεις θα γίνουν σεβαστές.
Ο οίκος αξιολόγησης εκτιμά πως είναι πιθανή μια αύξηση των εντάσεων ανάμεσα στην Ελλάδα και τους δανειστές της. Οι επιπτώσεις δεν είναι ξεκάθαρες, όπως σημειώνει, αλλά μια απότομη κλιμάκωση θα μπορούσε να έχει αντίκτυπο στα δημόσια οικονομικά της Ελλάδας. Για παράδειγμα, τα κράτη μέλη του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) μπορούν να ασκήσουν βέτο στα σχέδια της Ελλάδας για πρόωρη αποπληρωμή των πιο ακριβών δανείων του ΔΝΤ. Θα μπορούσαν επίσης να μπλοκάρουν περαιτέρω επιστροφή κερδών από τα ελληνικά ομόλογα που έχει αγοράσει η ΕΚΤ.
Όπως τονίζει η Fitch, τα βήματα αυτά δεν θα υπονόμευαν την πρόοδο στα δημόσια οικονομικά που αντανακλάται στην αναβάθμιση της αξιολόγησης της Ελλάδας κατά δύο βαθμίδες στο «BB-» τον Αύγουστο του 2018. Αλλά θα μπορούσαν να αποδυναμώσουν το κλίμα στις αγορές και να αυξήσουν το κόστος χρηματοδότησης, αν και οι συνέπειες περιορίζονται από το μεγάλο «μαξιλάρι» ρευστότητας της Ελλάδας (€27 δισ.) και τις χαμηλές χρηματοδοτικές ανάγκες.