Μέσα σε τρεις ημέρες από την υποβολή της αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση των 120 δόσεων, οι φορολογούμενοι θα πρέπει να καταβάλλουν την πρώτη δόση προκειμένου αυτή να είναι ενεργή. Αυτό ορίζουν οι διατάξεις για το νέο πλαίσιο σταδιακής εξόφλησης οφειλών φορολογουμένων προς τις Δ.Ο.Υ , τα ελεγκτικά κέντρα και τα τελωνεία οι οποίες κατατέθηκαν στη Βουλή.
Το πλήθος των δόσεων ορίζεται σε έως 120 για φυσικά πρόσωπα και νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ενώ για τις επιχειρήσεις ορίζεται μέγιστο πλήθος 18 δόσεων για τακτικές φορολογικές υποχρεώσεις και 30 δόσεων για έκτακτες. Η ένταξη στη ρύθμιση οδηγεί σε απαλλαγή ποσοστού 10% από τους τόκους και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν κατά την ημερομηνία της αίτησης για υπαγωγή ενώ σε περίπτωση εφάπαξ εξόφλησης προβλέπεται πλήρης διαγραφή. Οι ρυθμίσεις αφορούν υποχρεώσεις οι οποίες έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες έως και την 31.12.2018 και έχουν καταχωριστεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων των Δ.Ο.Υ./ Ελεγκτικών Κέντρων/ Τελωνείων μέχρι την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή σε ρύθμιση.
Πως ρυθμίζονται οι οφειλές
Για οφειλέτες φυσικά πρόσωπα με συνολικό εισόδημα (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό) κατά το φορολογικό έτος 2017 μέχρι δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ χορηγείται δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους σε έως 120 δόσεις, με την κάθε δόση να μην μπορεί όμως να είναι μικρότερη από 30 ευρώ.
Για τους ως άνω οφειλέτες με εισόδημα άνω των 10.000 ευρώ ο αριθμός των δόσεων καθορίζεται από τη Φορολογική Διοίκηση με βάση το συνολικό εισόδημα (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό) του οφειλέτη κατά το φορολογικό έτος 2017 και το ύψος της ρυθμιζόμενης οφειλής, με την εφαρμογή προοδευτικά κλιμακωτών συντελεστών. Συγκεκριμένα ορίζονται συντελεστές για τμήμα εισοδήματος :
* από 10.000,01 ευρώ έως 15.000 ευρώ με συντελεστή τέσσερα τοις εκατό (4%),
* από 15.000,01 ευρώ έως 20.000 ευρώ με συντελεστή έξι τοις εκατό (6%),
* από 20.000,01 ευρώ έως 25.000 ευρώ με συντελεστή οκτώ τοις εκατό (8%),
* από 25.000,01 ευρώ έως 30.000 ευρώ με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%),
· από 30.000,01 ευρώ έως 50.000 ευρώ με συντελεστή δώδεκα τοις εκατό (12%),
· από 50.000,01 ευρώ έως 75.000 ευρώ με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%),
· από 75.000,01 ευρώ έως 100.000 ευρώ με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%),
· πάνω από 100.000 ευρώ με συντελεστή είκοσι πέντε τοις εκατό (25%).
Οι παραπάνω συντελεστές μειώνονται κατά μία ποσοστιαία μονάδα, ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων του οφειλέτη, κατά μία μονάδα για ένα παιδί, κατά δύο μονάδες για δύο παιδιά και κατά τρεις μονάδες για τρία παιδιά και πάνω.
Το προκύπτον άθροισμα των γινομένων των τμημάτων του εισοδήματος με τους αντίστοιχους συντελεστές αναγόμενο σε μηνιαία βάση διαιρεί το ποσό της ρυθμιζόμενης οφειλής. Το πλήθος των δόσεων προκύπτει από το ακέραιο μέρος του πηλίκου της διαίρεσης αυτής, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης των 30 ευρώ.
Προϋποθέσεις
Για την υπαγωγή στη ρύθμιση είναι απαραίτητη η υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος της τελευταίας πενταετίας με τελευταίο έτος το φορολογικό έτος 2017. Σε περίπτωση που ο οφειλέτης δεν είχε υποχρέωση υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος κατά το φορολογικό έτος 2017, χορηγείται το μέγιστο πλήθος δόσεων, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης των 30 ευρώ. Στην αίτηση υπαγωγής αναγράφονται το έτος ή τα έτη εντός της ανωτέρω πενταετίας για τα οποία ο οφειλέτης δεν είχε υποχρέωση υποβολής δήλωσης.
Εκπτώσεις
Εάν ο οφειλέτης επιλέξει πριν από την υπαγωγή της οφειλής του στη ρύθμιση να καταβάλει την οφειλή του σε μικρότερο πλήθος δόσεων από αυτό που προτείνεται από τη Φορολογική Διοίκηση, δικαιούται μείωσης των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε συνάρτηση με το ποσοστό απομείωσης του πλήθους δόσεων που επιλέγεται από τον φορολογούμενο, το οποίο υπολογίζεται στην πλησιέστερη ακέραιη μονάδα, ως εξής:
· για ποσοστό απομείωσης δόσεων 20% χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό 15%,
· για ποσοστό απομείωσης δόσεων 30% χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό 25%
· για ποσοστό απομείωσης δόσεων 40% χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό 35%
· για ποσοστό απομείωσης δόσεων 50% χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά 45%
· για ποσοστό απομείωσης δόσεων 60% χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό 55%
· για ποσοστό απομείωσης δόσεων 70% χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά 75%
· για ποσοστό απομείωσης δόσεων 80% χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά 85%
· για ποσοστό απομείωσης δόσεων 90% χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά 90%
· σε περίπτωση που ο οφειλέτης εξοφλήσει εφάπαξ την οφειλή του, χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό 100%.
Στην περίπτωση που ο οφειλέτης επιλέξει σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης την εφάπαξ εξόφληση του υπολοίπου αριθμού των δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών ή τη μετάπτωση σε μικρότερο αριθμό δόσεων, τυγχάνει απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στα προηγούμενα εδάφια της παρούσας περίπτωσης.
Επιβαρύνσεις
Η ένταξη οφειλών στη νέα ρύθμιση συνεπάγεται μηνιαία επιβάρυνση με τόκους ύψους 5% σε ετήσια βάση. Εξαιρούνται βασικές συνολικές οφειλές μέχρι 3.000 ευρώ ανά υπηρεσία εφόσον ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο και το συνολικό εισόδημά του δεν υπερβαίνει τα 10.000 ευρώ.
Η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση με μηνιαία προσαύξηση 2%.
Απώλεια ρύθμισης
Η μη καταβολή δύο συνεχόμενων δόσεων της ρύθμισης ή καθυστέρηση καταβολής των δύο τελευταίων δόσεών της για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα συνεπάγεται απώλεια της ρύθμισης με αποτέλεσμα την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου της οφειλής. Το ίδιο αποτέλεσμα παράγεται και στην περίπτωση όπου οι φορολογούμενοι δεν υποβάλλουν τις προβλεπόμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και του φόρου προστιθέμενης αξίας, καθ' όλο το διάστημα της ρύθμισης των οφειλών του και μέχρι την εξόφλησή της, εντός τριών (3) μηνών το αργότερο από την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής τους ή εντός 3 μηνών από την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος, εφόσον η προθεσμία υποβολής έχει παρέλθει πριν την υπαγωγή σε αυτή.
Απώλεια της ρύθμισης προκύπτει επίσης εάν ο φορολογούμενος:
· δεν εξοφλήσει ή τακτοποιήσει κατά νόμιμο τρόπο τις οφειλές του, καθ' όλη τη διάρκεια της ρύθμισης του παρόντος μέρους, εντός διμήνου από τη λήξη προθεσμίας καταβολής τους ή εντός διμήνου από την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος, εφόσον η προθεσμία καταβολής τους έχει παρέλθει πριν την υπαγωγή σε αυτή.
· υποπέσει σε παραβάσεις των περ. ι', ια', ιβ', ιε' ή ιστ' της παρ. 1 του άρθρου 54 ή της παρ. 1 του άρθρου 58Α του ν. 4174/2013 καθ' υποτροπή. Ως υποτροπή νοείται η διαπίστωση με την έκδοση πράξης επιβολής προστίμου εκ νέου διάπραξης οποιοσδήποτε παράβασης εκ των ως άνω αναφερομένων από την ένταξη του φορολογούμενου στη ρύθμιση και εφεξής.
Ευεργετήματα από την υπαγωγή στη ρύθμιση
Η υπαγωγή και συμμόρφωση στη ρύθμιση παρέχει στον οφειλέτη τα ακόλουθα ευεργετήματα:
α) χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας,
β) αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 ή, εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, διακόπτεται. Κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της ρύθμισης αναστέλλεται η παραγραφή του ποινικού αδικήματος, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα και
γ) αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες, τα αποδιδόμενα όμως ποσά από αυτές λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις. Αν ο οφειλέτης απολέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται.
Δικαιώματα του Δημοσίου
Το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα και μετά τη συμμόρφωση του οφειλέτη στη ρύθμιση τμηματικής καταβολής που του χορηγήθηκε:
α) να εγγράφει υποθήκες σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, των συνυπόχρεων προσώπων ή των εγγυητών, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη,
β) να μην χορηγεί αποδεικτικό ενημερότητας για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπραγμάτου δικαιώματος επ' αυτού στα πρόσωπα της προηγούμενης υποπερίπτωσης, ακόμη και αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις χορήγησης αυτού, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 12 του ν. 4174/2013,
γ) να προβαίνει σε συμψηφισμό των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη κατά του Δημοσίου και μέχρι του ύψους των οφειλών, κατά τις διατάξεις του άρθρου 83 του Κ.Ε.Δ.Ε.
δ) Οφειλές που έχουν υπαχθεί σε σύμβαση/ρύθμιση με τη Φορολογική Διοίκηση, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4469/2017 (Α' 62) και η οποία ρύθμιση απωλέσθη μετά την κατάθεση του παρόντος νόμου.
ε) Οφειλέτες που κατά το χρόνο υπαγωγής έχουν καταδικαστεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση για φοροδιαφυγή ή λαθρεμπορία.
στ) Οφειλές, οι οποίες δεν δύνανται να ρυθμίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 22 του ν. 4002/2011 (Α' 180) και αφορούν σε ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων που χορηγήθηκαν με τη σύσταση ειδικών αφορολόγητων αποθεματικών ή που δεν δύνανται να ρυθμίζονται σύμφωνα με άλλες διατάξεις.
* Δείτε την αιτιολογική έκθεση και το σχέδιο νόμου στην στήλη Συνοδευτικό Υλικό.