Ανησυχία επικρατεί στην εγχώρια αγορά εργασίας, με όλα τα βλέμματα να έχουν στραφεί στα στοιχεία του πληροφοριακού συστήματος Εργάνη για τον Φεβρουάριο, τον πρώτο δηλαδή μήνα εφαρμογής του νέου, αυξημένου κατά 11%, κατώτατου μισθού.
Το «καμπανάκι» των στοιχείων Ιανουαρίου που έδειξαν αφενός την επικράτηση των απολύσεων έναντι των προσλήψεων, με αποτέλεσμα να χαθούν 22.333 θέσεις απασχόλησης, αφετέρου την κυριαρχία των ευέλικτων μορφών απασχόλησης στις νέες προσλήψεις, με το 52,3% αυτών να αφορούν συμβάσεις μερικής απασχόλησης κι εκ περιτροπής εργασίας, δεν αφήνουν και πολλά περιθώρια εφησυχασμού.
Πλέον, όλα τα βλέμματα έχουν στραφεί στα στοιχεία του Φεβρουαρίου, που εκτιμάται ότι θα δημοσιοποιηθούν εντός του Μαρτίου, καθώς ο νέος αυξημένος κατώτατος μισθός ενδέχεται να προκαλέσει νέους τριγμούς και σημαντικές διαφοροποιήσεις στην αγορά.
Εκπρόσωποι των εργοδοτών εκφράζουν πλέον ανοικτά την πρόθεσή τους για μετατροπή των συμβάσεων πλήρους απασχόλησης σε μερικής, ενώ ανησυχία επικρατεί ως προς μια πιθανή, περαιτέρω αύξηση των απολύσεων.
Από την πλευρά της, η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας ξεκαθαρίζει ότι οι έλεγχοι θα είναι εντατικοί και στοχευμένοι, καθώς στο Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας γνωρίζουν τις 110.000 επιχειρήσεις που απασχολούν εργαζόμενους με μισθούς κάτω από τα 650 ευρώ, οι οποίες οφείλουν να συμμορφωθούν με την πρόσφατη υπουργική απόφαση για το νέο κατώτατο μισθό. Και ξεκαθαρίζουν ότι η μετατροπή της θέσης πλήρους απασχόλησης σε μερικής στα χαρτιά είναι ένα «κλασικό τέχνασμα», που υποκρύπτει παραβατικές συμπεριφορές που ελέγχονται με υψηλότατα πρόστιμα. Το ίδιο ισχύει και για όσους εργοδότες δεν αναπροσαρμόσουν τους μισθούς εργαζόμενων που αμείβονται μεν με τον κατώτατο, διατηρούν όμως από τον Φεβρουάριο του 2012 και εφεξής, και το επίδομα των «παγωμένων» τριετιών.
Όπως φαίνεται και από την εγκύκλιο που εκδόθηκε χθες, όσοι μισθωτοί διατηρούν από το 2012 τις προσαυξήσεις λόγω προϋπηρεσίας, θα πρέπει στο τέλος Φεβρουαρίου να δουν το νέο κατώτατο μισθό τους να προσαυξάνεται με 10% για κάθε τριετία προϋπηρεσίας, και μέγιστο όριο το 30%. Αντίθετα όσοι έχουν προσληφθεί μετά την 14η Φεβρουαρίου του 2012 ή είχαν λιγότερα από τρία χρόνια προϋπηρεσίας έως τότε, δεν δικαιούνται σήμερα την προσαύξηση των 3ετιών, αλλά μόνο τον βασικό μισθό των 650 ευρώ.
Προσοχή βέβαια, οι 3ετίες παραμένουν «παγωμένες» έως ότου η ανεργία διαμορφωθεί σε ποσοστό κάτω του 10%.
Η εγκύκλιος του υπουργείου Εργασίας ξεκαθαρίζει παράλληλα πως ατομικές και συλλογικές συμβάσεις εργασίας δεν επιτρέπεται να ορίζουν αποδοχές πλήρους απασχόλησης κατώτερες από 650 ευρώ. Τα λογιστήρια των επιχειρήσεων έχουν περιθώριο έως τις 28 Φεβρουαρίου για να υποβάλουν στην «Εργάνη» το έντυπο Ε4 (Πίνακας Προσωπικού), συμπληρωμένο μόνο με τα στοιχεία της μεταβολής των αποδοχών.
Η Εργάνη
Τα στοιχεία για το ισοζύγιο προσλήψεων - απολύσεων του Φεβρουαρίου, που θα είναι καθοριστικά, θα φανούν τον επόμενο μήνα. Τα μηνύματα πάντως από τα στοιχεία του Ιανουαρίου δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικά.
Συγκεκριμένα, οι αναγγελίες πρόσληψης ανήλθαν σε 157.141 ενώ οι αποχωρήσεις σε 179.474, από τις οποίες οι 72.413 προήλθαν από οικειοθελείς αποχωρήσεις και οι 107.061 από καταγγελίες συμβάσεων αορίστου χρόνου ή λήξεις συμβάσεων ορισμένου χρόνου, με αποτέλεσμα να χαθούν 22.333 θέσεις εργασίας.
Το ισοζύγιο του Ιανουαρίου επηρεάστηκε αρνητικά από κλάδους που παρουσιάζουν έντονη εποχική διακύμανση της απασχόλησης την περίοδο των εορτών (εστίαση -11.433, λιανικό εμπόριο -4.511, δραστηριότητες απασχόλησης -3.658 και καταλύματα -1.941). Όπως επισημαίνει μάλιστα το υπουργείο Εργασίας, την επίδραση της εποχικότητας καταδεικνύουν επίσης το ισοζύγιο της πρώτης εβδομάδας του έτους που ήταν αρνητικό κατά 37.153 θέσεις εργασίας, αλλά και το ισοζύγιο του Ιανουαρίου διαχρονικά, το οποίο από το 2001 μέχρι σήμερα είναι αρνητικό τα 18 από τα 19 έτη.
Και πράγματι, αν εξαιρέσει κανείς το 2014, όταν είχαν δημιουργηθεί 6.397 νέες θέσεις εργασίας, παραδοσιακά κάθε Ιανουάριο οι απολύσεις είναι περισσότερες από τις προσλήψεις, όμως φέτος, καταγράφεται η δεύτερη χειρότερη επίδοση μετά το 2013. Παράλληλα άλλωστε, οι συμβάσεις πλήρους απασχόλησης υπολείπονται σταθερά εκείνων που αφορούν ευέλικτες μορφές εργασίας. Έτσι, και τον περασμένο μήνα, πραγματοποιήθηκαν μόλις 73.485 προσλήψεις πλήρους απασχόλησης (46,76%), έναντι 65.111 προσλήψεων με μερική απασχόληση (41,44%) και 18.543 με καθεστώς εκ περιτροπής εργασίας (11,80%).