Έτος μεγάλων και δύσκολων αποφάσεων θα είναι το 2019 για τις εγχώριες συστημικές τράπεζες καθώς κατά τη διάρκειά του θα κληθούν να καθορίσουν και εν μέρει να υλοποιήσουν τον νέο σχεδιασμό, βάσει του οποίου τα «κόκκινα» δάνεια θα υποχωρήσουν στο τέλος του 2021 κάτω του 10% επί των συνολικών χορηγήσεων, προσεγγίζοντας τον μέσο ευρωπαϊκό όρο.
Η ανάγκη επιθετικότερης μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων τους (Non Performing Exposures - NPEs) κατέστη επιτακτική, μετά την κατάθεση των πλάνων τριετίας (2019-21), στο τέλος του περασμένου Σεπτεμβρίου. Βάσει αυτών, οι τράπεζες προβλεπόταν να μειώσουν τα NPEs μεταξύ 18% με 22% στο τέλος του 2021.
Η γνωστοποίησή τους πυροδότησε μπαράζ ρευστοποιήσεων στους τραπεζικούς τίτλους καθώς οι επενδυτές συνειδητοποίησαν ότι για την επόμενη τριετία δεν υπήρχαν προοπτικές απόδοσης. Το sell off δεν... τσάκισε μόνο την κεφαλαιοποίηση των τραπεζών, αλλά κατέστησε δυσκολότερη την έξοδο στις αγορές για άντληση συμπληρωματικών ή και βασικών κεφαλαίων.
Το γεγονός ότι όλα αυτά συνέβησαν μόλις ένα μήνα μετά την έξοδο της χώρας από το πρόγραμμα είναι ενδεικτικό της νέας σκληρής πραγματικότητας: χωρίς το δίχτυ του προγράμματος, απόλυτος κριτής για τις δυνατότητες των τραπεζών να εξυγιάνουν με επιτυχία τους ισολογισμούς τους και να ενισχύσουν χορηγήσεις και έσοδα είναι οι αγορές.
Για να αναστραφεί το παραπάνω δυσμενές κλίμα, δόθηκαν στη δημοσιότητα, εσπευσμένα και χωρίς την κατάλληλη προεργασία, δύο σχέδια υποβοήθησης των τραπεζών, ως προς τον στόχο ταχύτερης και αποτελεσματικότερης μείωσης των NPEs.
Το ένα, που αρχικά επεξεργάστηκε το ΤΧΣ και εν συνεχεία πέρασε υπό την «ιδιοκτησία» της κυβέρνησης, προβλέπει παροχή κρατικής εγγύησης επί των senior ομολόγων τιτλοποίησης NPEs, (Τράπεζες: Πώς θα δουλέψουν οι κρατικές εγγυήσεις), κατά αναλογία του ιταλικού μοντέλου (Asset Protection Scheme - APS).
Το δεύτερο, της ΤτΕ, προβλέπει τη μεταβίβαση από τις τράπεζες σε εταιρεία ειδικού σκοπού (SPV) κόκκινων δανείων με διαγραφή των αναλογουσών αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων και ανάληψη της υποχρέωσης από το Δημόσιο να παράσχει ισόποση εγγύηση στο SPV. Συνδυάζει, επομένως, την αντιμετώπιση ενός δίδυμου προβλήματος: τη μείωση των NPEs και της συμμετοχής των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων.
Επιπρόσθετα, η Eurobank ανακοίνωσε το δικό της σχέδιο. Πρόκειται για μια σύνθετη συναλλαγή κεφαλαιακής ενίσχυσης και εταιρικού μετασχηματισμού, ώστε το αποτέλεσμα της τιτλοποίησης κόκκινων δανείων 7 δισ. ευρώ να μην επιβαρύνει την κεφαλαιακή της θέση, ενεργοποιώντας αύξηση κεφαλαίου υπέρ του Δημοσίου. Με αυτό τον τρόπο μειώνει επιθετικά τα NPEs και η ζημία που εγγράφει δεν προκαλεί απίσχναση (dilution) στους υφιστάμενους μετόχους.
Οι αποφάσεις του SSM και της DG Comp για το ποιο από τα δύο παραπάνω «εργαλεία» υποβοήθησης τιτλοποιήσεων πληροί τις εποπτικές απαιτήσεις και δεν προσκρούει στους κανόνες περί κρατικής ενίσχυσης θα ληφθούν μέσα στον μήνα, ώστε οι τράπεζες να υποβάλουν εν συνεχεία νέους, επιθετικότερους στόχους μείωσης των NPEs.
Με δεδομένο, όμως, ότι από την έγκριση ως την εφαρμογή θα απαιτηθούν τουλάχιστον 9 μήνες, τα επιτελεία των τραπεζών έχουν ήδη αποφασίσει ποιες θα είναι οι πρώτες κινήσεις τους εντός του 2019. Πρόκειται για ενέργειες που «κουμπώνουν» με τα δύο υπό επεξεργασία σχέδια και αφορούν σε συμφωνίες ανάθεσης διαχείρισης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων.
Πουλάει την FPS με «προίκα» τη διαχείριση NPEs η Eurobank
Η Eurobank αποτελεί τη μοναδική τράπεζα, η οποία έχει ξεκαθαρίσει τη στρατηγική της για το 2019. Θα αναγκαστεί, πιθανώς, να προχωρήσει σε επιμέρους τροποποιήσεις, ανάλογα με τη στάση των SSM και DG Comp ως προς το σχέδιο της κυβέρνησης (APS Scheme) και αυτό της ΤτΕ.
Ο υφιστάμενος σχεδιασμός προβλέπει την ολοκλήρωση της απορρόφησης της Grivalia ως το τέλος Μαρτίου. Με αυτή την κίνηση θα ενισχυθούν οι κεφαλαιακοί δείκτες της τράπεζας κατά 210 μονάδες βάσης. Εν συνεχεία, αν εγκριθεί το σχέδιο παροχής κρατικής εγγύησης (Asset Protection Scheme - APS) επί των senior ομολόγων τιτλοποιήσεων, θα προχωρήσει στον εταιρικό μετασχηματισμό.
Το σχέδιο προβλέπει, μεταξύ άλλων, την πώληση τουλάχιστον του 70% της FPS, θυγατρικής της τράπεζας, που διαχειρίζεται τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματά της, μαζί με μια «φέτα» από το mezzanine ομόλογο της τιτλοποίησης καταγγελμένων ή σε βαθιά καθυστέρηση δανείων ονομαστικής αξίας 7 δισ. ευρώ.
Ο αγοραστής της FPS θα πάρει ως προίκα τη διαχείριση του συνόλου των NPEs της τράπεζας, αποκτώντας κρίσιμη μάζα υπό διαχείριση δανείων στην εγχώρια αγορά. Εξού και η πρόθεση κεντρίζει ήδη το ενδιαφέρον όλων των μεγάλων παικτών της δευτερογενούς αγοράς.
Το όφελος για τη Eurobank θα είναι αφενός κεφαλαιακό, καθώς στο σύνολό του σχεδόν το τίμημα θα αποτελέσει κεφαλαιακό κέρδος, αφετέρου, θα μειωθούν τα κόστη της, λόγω μείωσης των δαπανών μισθοδοσίας.
Το μοντέλο που συζητά η Πειραιώς
Μια αντίστοιχης δομής συναλλαγή συζητά με Cerberus και την κοινοπραξία Intrum-Pimco η Πειραιώς. Ο προτιμητέος επενδυτής θα αναλάβει τη διαχείριση του συνόλου του χαρτοφυλακίου μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων της τράπεζας.
Στην περίπτωση που το deal κλείσει, η τράπεζα θα ενδυναμωθεί κεφαλαιακά, ενώ ταυτόχρονα θα μειωθούν τα λειτουργικά της κόστη, καθώς μέρος του προσωπικού που απασχολείται σήμερα στην PLU θα περάσει στην «πλατφόρμα» διαχείρισης, είτε ως ενοικιαζόμενο προσωπικό είτε με συμβάσεις ορισμένου χρόνου.
…και οι κινήσεις της Alpha Βank
H Alpha τρέχει ήδη διαγωνιστική διαδικασία για την ανάθεση διαχείρισης των NPEs που διαθέτει ο όμιλος στην Κύπρο. Πρόκειται για δάνεια που έχουν χορηγηθεί στην Κύπρο από την τοπική θυγατρική της Alpha (Αlpha Βank Κύπρου), μέρος των οποίων έχει εισφερθεί σε εταιρεία ειδικού σκοπού (AGI Ermis), η οποία ελέγχεται απευθείας από τη μητρική.
Ο διαγωνισμός ξεκίνησε προ διμήνου και έχουν κατατεθεί μη δεσμευτικές προσφορές. Ο προτιμητέος επενδυτής θα υπογράψει με τον όμιλο Alpha σύμβαση τετραετούς διάρκειας για τη διαχείριση του συνόλου των NPEs που διαθέτει ο όμιλος στην Κύπρο καθώς και ανακτηθέντων ακινήτων.
Το μοντέλο της ανάθεσης διαχείρισης αποτελεί ένα από τα «εργαλεία» που είναι πιθανόν να αξιοποιήσει ο όμιλος και για τα εν Ελλάδι NPEs, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης λύσης για την επιθετική μείωση του αποθέματος.