Παρά τις προσπάθειες των ασφαλιστικών εταιρειών να περιορίσουν τις σχετικές τους δαπάνες και την αναβάθμιση βασικών οδικών αξόνων της χώρας, ενισχύονται οι δυνάμεις που λογικά θα ωθήσουν τα ασφάλιστρα του κλάδου οχημάτων σε άνοδο, έστω και σε μεσομακροπρόθεσμη βάση. Πάντως, όπως εκτιμούν κύκλοι της αγοράς, ο οξύς ανταγωνισμός είναι σε θέση να αποτρέψει αξιοσημείωτες ανατιμήσεις τιμολογίων το 2019.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος (ΕΑΕΕ, βλέπε παρατιθέμενο πίνακα), ο αριθμός των καλυπτόμενων οχημάτων αυξήθηκε μέσα στη διετία 2016-2017 κατά 450 χιλιάδες (από τα 4,255 στα 4,706 εκατ.), όταν κατά την ίδια περίοδο, η παραγωγή του κλάδου παρέμεινε περίπου σε σταθερά επίπεδα!
Η κατά 10,5% αύξηση του αριθμού των καλυπτόμενων οχημάτων αποδίδεται στις προσπάθειες της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων να εντοπίσει τους ανασφάλιστους οδηγούς, ενώ αντίθετα η στασιμότητα της παραγωγής οφείλεται στις σημαντικές μειώσεις τιμολογίων στις οποίες προχώρησαν οι ασφαλιστικές εταιρείες. Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, οι ίδιες τάσεις (αύξηση καλυπτόμενου στόλου, μειώσεις τιμών) συνεχίστηκε και μέσα στο 2018.
Ένα ποσοστό της μείωσης των τιμολογίων θα μπορούσε να δικαιολογηθεί από την αποκλιμάκωση της συχνότητας των ατυχημάτων και από τη συρρίκνωση του μέσου κόστους ανά ατύχημα, όπως προκύπτει και από τα στοιχεία του παρατιθέμενου πίνακα. Συγκεκριμένα, κατά τη διετία 2016-2017, η συχνότητα ζημιών μειώθηκε από το 9,55% στο 9,51% και το μέσο κόστος από τα 1.420 στα 1.218 ευρώ.
Στους παράγοντες που ώθησαν προς αυτή την εξέλιξη συγκαταλέγονται:
α) Η οικονομική κρίση, η οποία περιόρισε σε σχετικά χαμηλά επίπεδα την κυκλοφορία των οχημάτων.
β) Οι νέοι σύγχρονοι οδικοί άξονες που δόθηκαν στην κυκλοφορία μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2017.
γ) Οι κινήσεις των εταιρειών για μείωση του κόστους τους (π.χ. πτώση στις χρεώσεις των συνεργαζόμενων συνεργείων).
Παρ' όλα αυτά, οι μειώσεις των τιμολογίων ήταν τέτοιες, έτσι ώστε να αυξήσουν τον δείκτη ζημιών (loss ratio) του κλάδου οχημάτων από το 43% του 2016 στο 44,6% το 2017.
Με βάση μάλιστα εκτιμήσεις παραγόντων της αγοράς, ο δείκτης ζημιών ανέβηκε περαιτέρω το 2018, λόγω της μεγαλύτερης κυκλοφοριακής κίνησης των οχημάτων (αυξημένη συχνότητα ατυχημάτων) και της συνεχιζόμενης πτώσης των τιμολογίων, που υπολογίζεται μεσοσταθμικά γύρω στο 10%.
Ο κώδωνας του κινδύνου έχει ήδη χτυπήσει για τις ασφαλιστικές εταιρείες, καθώς η κίνηση στους δρόμους και η συχνότητα των ατυχημάτων αποτελούν συνάρτηση του ΑΕΠ και γενικότερα της οικονομικής πορείας της χώρας. Εκτιμάται, λοιπόν, πως στον βαθμό που η ελληνική οικονομία θα ανακάμπτει κατά τα επόμενα χρόνια με υψηλότερους ή χαμηλότερους ρυθμούς, τα όποια περιθώρια κέρδους των ασφαλιστικών εταιρειών θα περιορίζονται ή και θα περάσουν σε αρνητικό πεδίο. Γι' αυτό, λοιπόν, υπάρχουν παράγοντες του κλάδου, οι οποίοι υποστηρίζουν πως μετά από μια μείωση τιμολογίων της τάξεως του 40% κατά τη διάρκεια της κρίσης, έχει ήδη έρθει η ώρα για λελογισμένες αυξήσεις.
Στα αξιοσημείωτα είναι ότι τα τιμολόγια των ασφαλιστικών εταιρειών διαφοροποιούνται ανάλογα με το είδος του οχήματος (π.χ. μεγαλύτερες χρεώσεις στα επαγγελματικά, επειδή χρησιμοποιούνται περισσότερο), αλλά και τον νομό στον οποίο διαμένει ο οδηγός. Και αυτό, γιατί τόσο η συχνότητα των ατυχημάτων όσο και το ύψος της μέσης ζημιάς παρουσιάζουν σημαντικές διαφοροποιήσεις, ανάλογα με τη γεωγραφική περιοχή (επηρεάζεται από παράγοντες όπως η ποιότητα του οδικού δικτύου, η κυκλοφοριακή συμφόρηση, το κλίμα και η μορφολογία του εδάφους).
Για παράδειγμα, στους νομούς με την υψηλότερη συχνότητα ζημιών αστικής ευθύνης εντάσσονται (με βάση τα στοιχεία του 2017) οι νομοί Αττικής, Θεσσαλονίκης, Αχαΐας, Ηρακλείου και Ζακύνθου. Αντίθετα, στους νομούς με τα μικρότερα ποσοστά ζημιών εντάσσονται οι νομοί Έβρου, Ροδόπης, Λέσβου, Σάμου, Καρδίτσας και Φλώρινας.
Επίσης, σε ό,τι αφορά τους νομούς που εμφάνισαν το 2017 το υψηλότερο μέσο κόστος ζημιών συγκαταλέγονται η Χαλκιδική, το Κιλκίς και η Λευκάδα.