Ένα πολύ ενδιαφέρον debate μεταξύ εκπροσώπων φορέων, ιδιωτικών κλινικών και ασφαλιστικών εταιρειών με κεντρικό θέμα τα «ιατρικά-θεραπευτικά πρωτόκολλα» έλαβε χώρα στα πλαίσια του συνεδρίου της Ένωσης Αντασφαλιστών Ελλάδας με τίτλο «Υγεία: Εστιάζοντας στις ανάγκες του αύριο».
Είναι γνωστό ότι οι ασφαλιστικές εταιρείες πιστεύουν πως μέσα από ένα μοντέλο συμφωνίας με τις ιδιωτικές κλινικές βασισμένο στα ιατρικά πρωτόκολλα (Ομογενείς Διαγνωστικές Μονάδες, ή DRGs) μπορεί να αυξηθεί δραστικά ο αριθμός των ατόμων που διαθέτουν ασφαλιστικά συμβόλαια υγείας (ο αριθμός αυτός αν και έχει διευρυνθεί κατά 46 χιλιάδες άτομα από το 2015, παραμένει πολύ χαμηλός, καθώς το μεγαλύτερο ποσοστό των δαπανών υγείας τα νοικοκυριά εξακολουθούν να το πληρώνουν από την τσέπη τους).
Σήμερα, η πληρωμή των κλινικών από τις ασφαλιστικές εταιρείες γίνεται «με το κομμάτι», ή καλύτερα με βάση τον αριθμό των πράξεων, σύστημα που είναι ιδιαίτερα σύνθετο, έχει υψηλό κόστος παρακολούθησης-διεκπεραίωσης, ενώ παράλληλα οδηγεί συχνά σε διαφωνίες μεταξύ των δύο πλευρών.
«Το σύστημα έχει μείνει πίσω πενήντα χρόνια και ίσως αυτό να είναι ένα αίτιο για την καθήλωση της αγοράς. Ωστόσο, ο χαμένος χρόνος θα πρέπει να καλυφθεί. Τα DRGs αποτελούν το πρώτο χειροπιαστό project για να έχουμε σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα» σημείωσε ο διευθύνων σύμβουλος της Interamerican κ. Γιάννης Καντώρος.
Τα DRGs αποτελούν μεθόδους που ξεκίνησαν να εφαρμόζονται στο εξωτερικό από τη δεκαετία του 1970 και μπορούν να ομαδοποιήσουν τις περιπτώσεις των ασθενών από πολλά εκατομμύρια σε 700-1.100.
Η ουσία είναι ότι τα DRGs μπορούν όχι μόνο να αποτελέσουν τη βάση για τον τρόπο πληρωμής των ιατρικών κλινικών από τις ασφαλιστικές εταιρείες, αλλά παράλληλα να αναβαθμίσουν το management τόσο των ιδιωτικών κλινικών, όσο κυρίως των κρατικών νοσοκομείων. Η Ελλάδα είναι από τις λίγες χώρες της Ευρώπης που δεν τα έχει εφαρμόσει ακόμη!
Μάλιστα η πρώτη κίνηση της Ελλάδας για εξορθολογισμό και έλεγχο των δαπανών της στην υγεία ξεκίνησε από… την τρόικα το 2010 μέσα από τη διαδικασία του τότε μνημονίου!
Ωστόσο, αντί η χώρα να ακολουθήσει τότε την διεθνώς παραδεκτή πρακτική των DRGs, η οποία όμως απαιτεί προετοιμασία πολλών ετών, μέσα σε περίπου 12 μήνες αναγκάστηκε να συντάξει όπως-όπως τα λεγόμενα ΚΕΝ (Κλειστά Ενοποιημένα Νοσήλια) τα οποία βρίθουν μειονεκτημάτων και επιπλέον διακρίνονται στατικό χαρακτήρα, καθώς δεν έχουν επικαιροποιηθεί από τότε.
Από την πλευρά τους οι ιδιωτικές κλινικές δηλώνουν υπέρμαχες των DRGs (άλλωστε ήδη συμβάλλουν παρέχοντας στοιχεία για την εκπόνησή τους), ωστόσο επισημαίνουν πιθανές παρενέργειες που θα πρέπει να προσεχτούν.
Χαρακτηριστικά είναι τα όσα υποστηρίζει ο διευθύνων σύμβουλος του Ομίλου ΥΓΕΙΑ Ανδρέας Καρταπάνης: «Το σημερινό σύστημα έχει φτάσει αναμφίβολα στα όριά του. Ας μην πάμε όμως να επαναλάβουμε ότι κάναμε με τα ΚΕΝ. Δεν θα πρέπει να πάμε σε ισοπεδωτικούς συντελεστές, αλλά να συνυπολογίσουμε και τον παράγοντα της ποιότητας, ο οποίος έχει κόστος. Αν δεν γίνει αυτό, τότε θα μειωθεί η προσφερόμενη ποιότητα υπηρεσιών προς τους ασθενείς».
Από την πλευρά του, ο σύμβουλος διοίκησης του Ομίλου Βιοϊατρικής Απόστολος Τερζόπουλος υποστήριξε πως «το θέμα δεν είναι μόνο να δημιουργήσουμε ένα άριστο σύστημα DRGs, αλλά και το πώς θα το εφαρμόσουμε. Το κράτος για παράδειγμα μετέτρεψε τα ΚΕΝ που ήταν ένα υβριδικό DRG σε έναν άθλιο τιμοκατάλογο. Και στη συνέχεια, ήρθε το ίδιο μονομερώς και μείωσε περαιτέρω τα ΚΕΝ! Αν το κράτος χρησιμοποιήσει και τα DRGs και πάλι ως ένα εργαλείο για να περικόπτει όπως-όπως τις δαπάνες του, τότε πιστεύω πως ματαιοπονούμε».
«Να αλλάξουν όλα»
«Στο ελληνικό σύστημα υγείας πρέπει να αλλάξουν όλα» δήλωσε χαρακτηριστικά στα πλαίσια του ίδιου συνεδρίου, ο ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου της Αθήνας Λυκούργος Λιαρόπουλος.
Σύμφωνα με τον κ. Λιαρόπουλο ένα πολύ μεγάλο τμήμα των αρμοδιοτήτων του σημερινού Υπουργείου θα πρέπει να μεταφερθεί στις περιφέρειες, οι οποίες θα πρέπει και να διαχειρίζονται το σύστημα. Τόνισε επίσης, πως επιβάλλεται να υπάρξει αλλαγή στις σχέσεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, πως το κράτος είναι ανίκανο στο να προσφέρει υπηρεσίες υγείας και πως θα πρέπει να καταργηθούν οι σχετικές ασφαλιστικές εισφορές (τα διαφυγόντα έσοδα θα καλυφθούν έμμεσα από την ανάπτυξη στην οικονομία που θα φέρει η κατάργηση της εισφοράς).
Από την πλευρά του, ο καθηγητής διοίκησης υπηρεσιών και πολιτικής υγείας Νικόλαος Μανιαδάκης σημείωσε πως σε όλες τις χώρες η δαπάνη για την υγεία αυξάνεται με πολύ ταχύτερους ρυθμούς σε σχέση με το ΑΕΠ και αυτό οφείλεται σε διάφορους παράγοντες όπως το δημογραφικό (γήρανση του πληθυσμού), η εξέλιξη της τεχνολογίας (καλύτερες, αλλά ακριβότερες θεραπείες), αλλά και η ανορθολογική χρήση των πόρων.