Αντιμέτωπη με μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις του 21ου αιώνα, τη γήρανση του πληθυσμού και δη του εργατικού δυναμικού, αναμένεται να βρεθεί τα αμέσως επόμενα χρόνια η Ελλάδα.
Η δημογραφική βόμβα αναμένεται να πυροδοτηθεί προκαλώντας δραματικές αναταράξεις στην ελληνική οικονομία και κατά συνέπεια στο ασφαλιστικό, καθώς εκτιμάται πως μόνο εξαιτίας της αύξησης του προσδόκιμου ζωής, το σύστημα θα επιβαρυνθεί κατά 37,3 δισ. ευρώ σε παρούσες αξίες. Η συνολική αυτή επιβάρυνση μεταφράζεται σε περίπου 1,3 δισ. ευρώ ανά έτος για την περίοδο 2017-2057 ή σε μείωση των παροχών σε ασφαλισμένους και συνταξιούχους, κατά το αντίστοιχο αυτό ποσό.
Τα... καμπανάκια του κινδύνου χτυπούν συνεχώς. Χθες, ήταν σειρά της αρμόδιας επιστημονικής επιτροπής της Βουλής να παρουσιάσει στοιχεία για το πρόβλημα. Σύμφωνα με αυτά, ο πληθυσμός της Ελλάδας θα συνεχίσει να μειώνεται έως το 2035, οι γεννήσεις θα υπολείπονται των θανάτων (αρνητικό φυσικό ισοζύγιο), ο μέσος όρος ηλικίας του πληθυσμού 15-64 ετών θα συνεχίσει να ανεβαίνει και η δημογραφική γήρανση δεν πρόκειται να ανακοπεί, καθώς το ποσοστό των άνω των 65 ετών θα αυξάνει συνεχώς. Συνεπώς, σύμφωνα με το πόρισμα των ειδικών, ο όποιος οικονομικός, αναπτυξιακός και κοινωνικός σχεδιασμός οφείλει να λάβει υπόψη του τις παραμέτρους αυτές.
Αναλυτικά, σύμφωνα με τη μελέτη, ο πληθυσμός της Ελλάδας θα συρρικνωθεί κατά 1,4 εκατ. ανθρώπους μέσα στα επόμενα 18 χρόνια, δηλαδή έως το 2035, και κατά 2,5 εκατ. ανθρώπους έως το 2050.
Σύμφωνα με τους μελετητές, οι Έλληνες δεν γεννούν, γερνούν και μεταναστεύουν. Ειδικά στον τομέα της μετανάστευσης, η μελέτη δείχνει πως η χώρα μας έχει πλέον μετατραπεί εκ νέου σε χώρα εξόδου και όχι εισόδου.
Το κύμα φυγής από την Ελλάδα αφορά κυρίως δύο μεγάλες ομάδες του πληθυσμού: α) τους εγκατεστημένους τις δύο προηγούμενες δεκαετίες αλλοδαπούς-οικονομικούς μετανάστες που επιστρέφουν στις χώρες τους εξαιτίας της κρίσης και β) τους νέους (25-34 ετών) ή και λιγότερο νέους Έλληνες (35-50 ετών), με έντονη συμμετοχή στις ομάδες αυτές των αποφοίτων ΤΕΙ και ΑΕΙ καθώς και ατόμων με κάποια μεταναστευτική -άμεση η έμμεση- εμπειρία.
Το γηρασμένο εργατικό δυναμικό επιδρά αρνητικά στην ανάπτυξη
Μελέτη του ομότιμου καθηγητή του Παντείου Πανεπιστημίου Σάββα Γ. Ρομπόλη και του υποψήφιου διδάκτορα Βασίλη Γ. Μπέτση, που αναμένεται να συμπεριληφθεί στο υπό έκδοση βιβλίο των δύο επιστημόνων, αποκαλύπτει τη συσχέτιση των ρυθμών μεταβολής του πληθυσμού και κυρίως του εργατικού δυναμικού, με τις μνημονιακές παρεμβάσεις στο ασφαλιστικό, τις μετα-μνημονιακές δεσμεύσεις της κυβέρνησης και το μέλλον του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης. Και καταδεικνύει πόσο δύσκολο, μεταξύ των άλλων, θα είναι στο μέλλον η επίτευξη υψηλών ρυθμών ανάπτυξης στην Ελλάδα, λόγω του γηρασμένου εργατικού δυναμικού. Μάλιστα, η γήρανση αυτή του εργατικού δυναμικού και η επίδραση στον ρυθμό μεταβολής του ΑΕΠ προκαλεί με τη σειρά της αρνητικές επιπτώσεις και στο κοινωνικο-ασφαλιστικό σύστημα.
Αναλυτικά, σύμφωνα με τους δύο επιστήμονες, τα επόμενα χρόνια, θα έχουμε μείωση του συνολικού πληθυσμού της Ελλάδας, αύξηση του εργατικού δυναμικού και παράλληλα μείωση του ρυθμού αύξησης του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας (15-64 ετών).
Όπως επισημαίνουν οι κ. Ρομπόλης και Μπέτσης, το 2010 η μέση πραγματική ηλικία συνταξιοδότησης ήταν 59 έτη, το 2017 αυξήθηκε σε 63 έτη και αναμένεται μέχρι το 2022 να φτάσει τα 65 έτη ηλικίας, λόγω της εφαρμογής του Ν. 4336/2015. Επιπλέον, τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης θα αυξηθούν περαιτέρω αφού σύμφωνα με το άρθρο 14 του Ν. 4387/2016, κάθε 10 έτη θα αναπροσαρμόζονται σύμφωνα με την αύξηση του προσδόκιμου ορίου ζωής. Συγκεκριμένα, το 2020 θα γίνει η νέα εκτίμηση του προσδόκιμου ζωής και εάν αυτό έχει αυξηθεί, τότε θα αναπροσαρμοστούν ανάλογα και τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης. Μάλιστα, στις πρόσφατες εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (AWG 2018) για τη βιωσιμότητα του κοινωνικο-ασφαλιστικού συστήματος στη χώρα μας, εκτιμάται ότι το 2060, το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης θα είναι τα 71 έτη.
Το γεγονός αυτό της αύξησης των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης συνεπάγεται την αύξηση του εργατικού δυναμικού (ιδιαίτερα των γυναικών) καθώς και τη γήρανση του εργατικού δυναμικού, αφού η μείωση των νέων εργαζομένων λόγω της μειωμένης γονιμότητας και η αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης οδηγούν την κατανομή του εργατικού δυναμικού στις μεγαλύτερες ηλικίες. Αυτό, με τη σειρά του, προκαλεί επιπτώσεις στην παραγωγικότητα της εργασίας αφού ένα πιο γηρασμένο εργατικό δυναμικό έχει μικρότερη παραγωγικότητα από ένα νεανικό εργατικό δυναμικό.
Στη μελέτη, οι δύο επιστήμονες επισημαίνουν πως οι δυσμενείς αυτές δημογραφικές προοπτικές στην Ελλάδα, σε συνδυασμό και με τη διεθνή και ευρωπαϊκή επιστημονική έρευνα, συνηγορούν στη μείωση της παραγωγικότητας της ελληνικής οικονομίας καθώς και στους χαμηλούς ρυθμούς μεταβολής του ΑΕΠ, εξαιτίας της εξάλειψης της δημογραφικής ώθησης (demographic tailwind) που δίνει στις οικονομίες ο μεγάλος πληθυσμός ατόμων νεαρής ηλικίας, που προσεγγίζουν το ανώτερο επίπεδο της παραγωγικότητάς τους.
Ειδικότερα, για την Ελλάδα, οι κ. Ρομπόλης και Μπέτσης εκτιμούν πως εάν η επιδίωξη είναι μία ετήσια αύξηση του ΑΕΠ κατά 2%, λόγω της αρνητικής επίδρασης της γήρανσης του πληθυσμού στην αύξηση του ΑΕΠ, στην πραγματικότητα θα απαιτηθεί ετήσιος ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ κατά 4%.
Αντίστοιχα, εκτιμήθηκε ότι και το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης θα επιβαρυνθεί, μόνο εξαιτίας της αύξησης του προσδόκιμου ζωής, κατά 37,3 δισ. ευρώ σε παρούσες αξίες, ήτοι κατά περίπου 1,3 δισ. ευρώ ανά έτος για την περίοδο 2017-2057.