Αλλαγές στη διαδικασία υποβολής του πόθεν έσχες περιλαμβάνονται στο νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης που κατατέθηκε στη Βουλή και φέρει τίτλο «Επείγουσες ρυθμίσεις για την υποβολή δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης και άλλες διατάξεις». Μεταξύ των αλλαγών που περιλαμβάνονται είναι και αυτή που αφορά τους υποχρεους στην υποβολή πόθεν έσχες (Δ.Π.Κ.).
Ετσι, σύμφωνα με το νομοσχέδιο, στους υπόχρεους περιλαμβάνονται πλέον οι Γενικοί Διευθυντές των Υπουργείων, οι εκδότες διαδικτυακών και έντυπων ενημερωτικών μέσων, οι κατά νόμον αναπληρωτές των Προϊσταμένων των Δασαρχείων και των Δασονομείων, τα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη καθώς και οι εισηγητές των Επιτροπών Εξέτασης Προσφυγών Αυθαιρέτων κ.λπ.
Υποχρέωση για υποβολή Δ.Π.Κ. καταλαμβάνει και το πρόσωπο με το οποίο ο υπόχρεος έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, ενώ διευκρινίζεται ότι, όσον αφορά στις σχολικές επιτροπές, υπόχρεοι είναι οι Πρόεδροι και οι διαχειριστές των τραπεζικών λογαριασμών αυτών.
Παρά τις αρχικές σφοδρές αντιδράσεις που υπήρξαν αρχικά από πλευράς δικαστικών λειτουργών, τελικώς στο νομοσχέδιο περιελήφθη διάταξη σύμφωνα με την οποία ανατίθεται στην Επιτροπή Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης του άρθρου 3Α του ν.3213/2003, ο έλεγχος των Δ.Π.Κ. των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι δηλώσεις πόθεν έσχες των δικαστών θα εξετάζονται από επιτροπή της βουλής, όπως συμβαίνει σήμερα και για τους βουλευτές.
Κατά τα λοιπά, τίθενται εκ νέου οι προθεσμίες υποβολής της αρχικής δήλωσης και των δηλώσεων για τα επόμενα έτη, ενώ προβλέπεται ειδική προθεσμία για την υποβολή δηλώσεων παρελθόντων ετών. Ειδικότερα σε χρονικό διάστημα τριών μηνών μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος θα πρέπει να υποβάλλονται οι δηλώσεις πόθεν έσχες σύμφωνα με το νομοσχέδιο που κατατέθηκε στη Βουλή, ενώ προβλέπονται διαφορετικές προθεσμίες για επιμέρους περιπτώσεις.
Σύμφωνα με τις διατάξεις: «Η δήλωση υποβάλλεται από τους υπόχρεους μέσα σε 90 ημέρες από την απόκτηση της ιδιότητάς τους (αρχική δήλωση). Τα επόμενα έτη, η δήλωση υποβάλλεται κάθε χρόνο κατά το διάστημα της θητείας, της άσκησης της δραστηριότητας ή της διατήρησης της ιδιότητας των υπόχρεων για την επόμενη χρήση. Η δήλωση υποβάλλεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριών μηνών μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. Κατ΄εξαίρεση δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης και οικονομικών συμφερόντων, αρχικές με απόκτηση ιδιότητας υπόχρεων τα έτη 2016, 2017 και 2018 έως τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και ετήσιες των ετών 2016, 2017 και 2018 υποβάλλονται από 1.12.2018 έως 28.2.2019.»
Προβλέπεται ότι, κατ' εξαίρεση, η πρώτη ηλεκτρονική ετήσια δήλωση περιλαμβάνει τα υφιστάμενα, κατά το χρόνο αναφοράς της, περιουσιακά στοιχεία και την αξία κτήσης τους εφόσον είναι διαθέσιμη. Περαιτέρω, αυξάνονται στις 30.000 ευρώ από 15.000 ευρώ, το κατώτατο όριο του συνόλου των μετρητών που δεν περιλαμβάνονται στις κάθε είδους καταθέσεις σε τράπεζες, ταμιευτήρια και άλλα πιστωτικά ιδρύματα, τα οποία πρέπει να δηλώνονται, καθώς και η ελάχιστη αξία των κινητών που πρέπει να δηλώνονται στις Δ.Π.Κ. και ορίζονται εκ νέου τα συνοδευτικά παραστατικά. Το νέο όριο είναι τα 40.000 ευρώ (αντί 30.000 ευρώ).
Ρυθμίζονται λοιπά διαδικαστικά ζητήματα (ηλεκτρονική καταχώριση της κατάστασης των υπόχρεων προσώπων, μέσω ενιαίας διαδικτυακής εφαρμογής, επίλυση αμφισβητήσεων, έγκριση της Δ.Π.Κ. από συζύγους,πρόσωπα με τα οποία έχει συναφθεί σύμφωνο συμβίωσης, εν διαστάσει συζύγους, κατάργηση της διαδικασίας σύνταξης Δ.Π.Κ. σε ειδικό έντυπο κ.λπ.).
Βάσει των νέων διατάξεων θεσπίζεται διαδικασία ηλεκτρονικής υποβολής Δ.Π.Κ. και Δ.Ο.Σ. μέσω ενιαίας διαδικτυακής εφαρμογής και, μεταξύ άλλων, προβλέπονται τα εξής:
- Ο υπόχρεος απαιτείται να είναι ενεργός χρήστης των υπηρεσιών του TAXISnet, η ταυτοποίηση γίνεται με τη χρήση των προσωπικών κωδικών και τόσο ο υπόχρεος όσο και ο/η σύζυγος αυτού καθώς και το πρόσωπο με το οποίο έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης πρέπει να διαθέτουν διακριτούς προσωπικούς κωδικούς TAXISnet, προκειμένου να καταστεί δυνατή η υποχρεωτική έγκριση των περιουσιακών στοιχείων που δηλώθηκαν από τον υπόχρεο.
- Καθορίζονται αναλυτικά τα επιμέρους στάδια της διαδικασίας ηλεκτρονικής υποβολής των Δ.Π.Κ. (περιεχόμενο και οδηγίες συμπλήρωσης, απαιτούμενα στοιχεία του υπόχρεου, μεταφορά στοιχείων από τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, επισύναψη αναγκαίων εγγράφων και παραστατικών κ.λπ.).
- Θεσπίζονται ρυθμίσεις για τη διασφάλιση του απορρήτου της διαδικτυακής επικοινωνίας του υπόχρεου με τα συστήματα της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.) του Υπουργείου Οικονομικών καθώς και της εμπιστευτικότητας και ακεραιότητας των τηρούμενων στοιχείων της ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων (ψηφιακό πιστοποιητικό, κρυπτογράφηση, πολιτικές ασφάλειας).
- Ορίζονται ως υπεύθυνοι επεξεργασίας της αυτοτελούς ειδικής βάσης των δεδομένων περιουσιακής κατάστασης τα προβλεπόμενα όργανα ελέγχου κατά λόγο αρμοδιότητας.
- Εξειδικεύονται οι αρμοδιότητες της Γ.Γ.Π.Σ. (σχεδίαση, ανάπτυξη, υποστήριξη και λειτουργία των αναγκαίων πληροφοριακών συστημάτων, υποστήριξη των οργάνων ελέγχου για την ενημέρωση και διευκόλυνση των υπόχρεων στην υποβολή των δηλώσεων και των φορέων για την κατάρτιση των καταστάσεων υπόχρεων) και του Γ.Ε.Δ.Δ. (κατάρτιση, διοίκηση και διαχείριση των απαραίτητων συμβάσεων ανάπτυξης των ανωτέρω πληροφοριακών συστημάτων και παρακολούθηση της παραλαβής και υλοποίησης του έργου).
-Ανατίθεται, επίσης, στον Γ.Ε.Δ.Δ. ο έλεγχος των Δ.Π.Κ. συγκεκριμένων κατηγοριών υπόχρεων που έχουν κατά βάση την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου.
- Επανακαθορίζεται η διαδικασία, το αντικείμενο και η έκταση του ελέγχου, ο οποίος πραγματοποιείται εντός πενταετίας από τη λήξη του έτους υποβολής και, κατ' εξαίρεση, μέχρι τη συμπλήρωση της ποινικής παραγραφής των αδικημάτων, εφόσον υπάρχουν ενδείξεις τέλεσης αυτών.
- Ορίζεται ότι τα όργανα ελέγχου δεν υπόκεινται, κατά τη διάρκεια του διενεργούμενου ελέγχου, σε περιορισμούς περί τραπεζικού, χρηματιστηριακού, φορολογικού και επαγγελματικού απορρήτου των στοιχείων, έχουν δε πρόσβαση στο Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών (άρθρο 62 του ν.4170/2013) και σε λοιπά πληροφοριακά συστήματα, σύμφωνα με τις προδιαγραφές ασφαλείας του κάθε συστήματος, μπορεί δε να τους επιβληθούν οι προβλεπόμενες κυρώσεις.
- Επανακαθορίζεται ο αριθμός και η ιδιότητα των μελών της Επιτροπής Ελέγχου του άρθρο 3Α του ν.3213/2003, ο συνολικός αριθμός των οποίων ανέρχεται σε έντεκα (11) [από εννέα (9) που ισχύει]. Συγκεκριμένα, αυξάνεται κατά ένας (1), ο αριθμός των Συμβούλων της Επικρατείας, ως τακτικών μελών, εισάγεται, ως τακτικό μέλος, ένας (1) Αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου και ορίζεται ο Γ.Ε.Δ.Δ. ως τακτικό μέλος (αντί για το Συνήγορο του Πολίτη, που ισχύει). Παράλληλα, καταργούνται οι ισχύουσες διατάξεις που προβλέπουν την καταβολή αποζημίωσης στα μέλη της Επιτροπής Ελέγχου που δεν είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης.
- Η ανωτέρω Επιτροπή Ελέγχου επικουρείται στο έργο της από τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών που έχει ορισθεί για την υποβοήθηση της Επιτροπής ελέγχου των οικονομικών των πολιτικών κομμάτων και των υποψηφίων βουλευτών.
- Παρέχεται η δυνατότητα ανάσυρσης υπόθεσης που έχει αρχειοθετηθεί, όταν προκύπτουν ενδείξεις μη υποβολής ή υποβολής ανακριβούς δήλωσης, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα.
Επανακαθορίζεται το πλαίσιο εκπρόθεσμης υποβολής Δ.Π.Κ. από τα υπόχρεα πρόσωπα, με την κατάργηση των επιβαλλόμενων, με βάση τα ισχύοντα, διοικητικών προστίμων και την πρόβλεψη πληρωμής ηλεκτρονικού παραβόλου ως ακολούθως:
-ποσού 200 ευρώ, για την υποβολή της Δ.Π.Κ. εντός 30 ημερών από τη λήξη της προθεσμίας,
-ποσού 800 ευρώ, για την υποβολή της Δ.Π.Κ. μετά την πάροδο των 30 ημερών από τη λήξη της προθεσμίας.
Με Κ.Υ.Α., μπορεί να τροποποιείται το ποσό του ανωτέρω παραβόλου.
Εάν η δήλωση υποβληθεί μετά την πάροδο εξήντα ημερών [αντί τριάντα ημερών που ισχύει], το υπόχρεο πρόσωπο υπέχει και ποινική ευθύνη, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα.
Επανακαθορίζονται η έννοια της ανακριβούς δήλωσης καθώς και οι επιβαλλόμενες ποινικές κυρώσεις, κατά περίπτωση [πρόθεση απόκρυψης περιουσιακού στοιχείου αξίας ανώτερης των 30.000 ευρώ, συνολική αξία των αποκρυπτόμενων περιουσιακών στοιχείων κ.λπ.].
Περαιτέρω, θεσπίζονται ποινικά αδικήματα και επιβάλλονται οι προβλεπόμενες ποινές στην περίπτωση που σύζυγος, μέρος του συμφώνου συμβίωσης ή εν διαστάσει σύζυγος παραλείπει να δηλώσει τα δικά του περιουσιακά στοιχεία ή των ανήλικων τέκνων τους μετά την πάροδο της προβλεπόμενης προθεσμίας ή εάν δηλώσει αυτά ανακριβώς ή ελλιπώς.
Επίσης, ορίζεται ότι:
* Τρίτος, ο οποίος εν γνώσει του συμπράττει στην υποβολή ανακριβούς δήλωσης και ιδίως στην παράλειψη δήλωσης περιουσιακών στοιχείων, τιμωρείται με φυλάκιση και χρηματική ποινή, εκτός εάν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη διάταξη.
* Τα φυσικά πρόσωπα και οι υπάλληλοι των νομικών προσώπων του άρθρου 5 του ν.3691/2008 (πιστωτικά ιδρύματα, χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί κ.λπ.) που παραβιάζουν την υποχρέωση της αμελλητί ενημέρωσης των αρμοδίων οργάνων ελέγχου, όταν γνωρίζουν ή έχουν σοβαρές ενδείξεις παράβασης των προβλεπόμενων υποχρεώσεων εκ μέρους των ελεγχομένων, τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι δύο (2) ετών.
* Περιλαμβάνεται και το πρόσωπο που έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης με τον υπόχρεο, σε αυτούς εις βάρος των οποίων μπορεί να διενεργείται καταλογισμός από το αρμόδιο όργανο ελέγχου, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα.
* Τίθενται μεταβατικής ισχύος διατάξεις για την υποβολή των Δ.Π.Κ. και Δ.Ο.Σ. έτους 2018.