Ανεξέλεγκτο παραμένει το λαθρεμπόριο υγραερίου κίνησης, με μεγάλες και οργανωμένες εταιρίες του κλάδου να κάνουν λόγο για ετήσια φοροδιαφυγή της τάξης των 40 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με αυτές τις πηγές, το μεγάλο κόλπο στήνεται με την παράνομη διακίνηση του προϊόντος του συγκεκριμένου καυσίμου που προορίζεται για τις βιομηχανίες (έχει χαμηλότερη φορολογία), μέσω των πρατηρίων ως κατάλληλο για τα οχήματα.
Τα ίδια στελέχη σημειώνουν πως η παραβατικότητα στον κλάδο έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο. Όπως περιγράφουν, «έχει λάβει τεράστιες διαστάσεις η πώληση του βιομηχανικού υγραερίου, το οποίο είναι και χαμηλότερης ποιότητας ως υγραέριο κίνησης».
Εκτιμάται ότι πάνω από το 25% του υγραερίου κίνησης που πωλείται στην Ελλάδα προέρχεται πλέον από παραδόσεις υγραερίου βιομηχανίας, χαμηλότερου ΕΦΚ, οι οποίες γίνονται παράνομα.
Κάθε λίτρο βιομηχανικού υγραερίου έχει περίπου 0,21 ευρώ χαμηλότερη φορολογία από ένα λίτρο υγραερίου κίνησης (πάνω από 25% της λιανικής τιμής του υγραερίου κίνησης). «Τη διαφορά αυτή καρπώνονται οι επιτήδειοι», συνεχίζουν οι ίδιες πηγές, και μάλιστα παρατηρούν: «Χαρακτηριστικό είναι πως σήμερα στην Αττική, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της γενικής γραμματείας Εμπορίου και του παρατηρητηρίου τιμών, υπάρχουν πάνω από 15 πρατήρια που πωλούν το υγραέριο κίνησης χαμηλότερα από την τιμή διυλιστηριακού κόστους…».
Οπως εξηγούν τα αρμόδια στελέχη: «Αυτό σημαίνει πως τόσο οι εταιρείες προμήθειας όσο και οι πρατηριούχοι, είτε έχουν αποφασίσει να δουλεύουν συστηματικά με ζημία, είτε με θρασύτητα προβαίνουν σε εκτεταμένο λαθρεμπόριο πουλώντας βιομηχανικό υγραέριο αντί για υγραέριο κίνησης, επωφελούμενοι τη σημαντική διαφορά του φόρου».
Ο οργανωμένος κλάδος του υγραερίου κίνησης επί σχεδόν τρία χρόνια φέρνει και ξαναφέρνει στο προσκήνιο τα νομοθετικά κενά της αγοράς. Αν αυτά είχαν αντιμετωπιστεί, θα μπορούσαν να περιορίσουν το φαινόμενο αυτό. Τέτοια είναι:
· Η υποχρέωση αυτόματης έκδοσης αποδείξεων από το πρατήριο κατά την πώληση υγραερίου (για τα υπόλοιπα καύσιμα ισχύει εδώ και πολλά χρόνια -για το υγραέριο όμως όχι).
· Η διασύνδεση του υγραερίου στο σύστημα εισροών/εκροών.
· Οι εντατικοί έλεγχοι αλλά και η άμεση επιβολή αποτρεπτικών κυρώσεων σε κάθε περίπτωση διαπίστωσης παραβάσεων.
· Απαγόρευση συμφόρτωσης υγραερίου κίνησης και υγραερίου βιομηχανικής χρήσης στο ίδιο βυτιοφόρο κατά το ίδιο δρομολόγιο.
Αντί αυτών, όπως τονίζουν οι επιχειρήσεις του κλάδου, «οι έλεγχοι των πρατηρίων για το υγραέριο περιορίζονται μόνο σε ένα γραφειοκρατικό καθεστώς χειρόγραφων ελέγχων και διασταυρώσεων στοιχείων, από τα κατά τόπους τελωνεία, μόλις σε τριετή βάση».
Έμφαση επίσης δίνουν στην απουσία ελέγχων: «Παρά το γεγονός ότι τόσο οι τιμές κόστους των διυλιστηρίων όσο και οι λιανικές τιμές των πρατηρίων ανακοινώνονται καθημερινά στο παρατηρητήριο τιμών, κανένας έλεγχος δεν γίνεται για τις εξόφθαλμα ύποπτες περιπτώσεις πώλησης κάτω του κόστους». Και ποιες είναι οι επιπτώσεις αυτής της πρωτοφανούς κατάστασης; «Η υγιής επιχειρηματικότητα πλήττεται βάναυσα και δεκάδες εκατομμύρια διαφυγόντες δασμοί και φόροι μετατρέπονται σε ζεστό μαύρο χρήμα για τους λαθρεμπόρους του υγραερίου, θέτοντας σε κίνδυνο και τον καταναλωτή, που εν αγνοία του επιλέγει το κακής ποιότητας φθηνό υγραέριο, όπου μπορεί να το βρει», υπογραμμίζουν.
Παράλληλα, ως απόδειξη των καταγγελιών τους παραθέτουν και τα ακόλουθα δεδομένα: «Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, η συνολική αγορά υγραερίων τους τελευταίους έξι μήνες του 2018 είναι αυξημένη, παρουσιάζοντας όμως μια εντυπωσιακή στρέβλωση», λένε και γίνονται πιο σαφείς: «Το υγραέριο κίνησης φαίνεται να είναι πτωτικό κατά 6%, ενώ το υγραέριο βιομηχανικής χρήσης είναι αυξημένο κατά 8,5%! Αυτό έρχεται σε προφανή αντίφαση με όσα προκύπτουν από την αγορά, καθώς και ο αριθμός των πρατηρίων υγραερίου αυξάνεται συνεχώς (ξεπερνούν σήμερα τα 1.100 σε όλη την Ελλάδα), αλλά και ο αριθμός των οχημάτων που μετατρέπονται από βενζίνη σε υγραέριο ανεβαίνει συνεχώς. Είναι προφανές πως ολοένα και περισσότερο βιομηχανικό υγραέριο διοχετεύεται στα πρατήρια ανά την Ελλάδα», καταλήγουν οι ίδιες πηγές.