Κοινός θα είναι ο τρόπος υπολογισμού του εφάπαξ για έμμισθους γιατρούς και υγειονομικούς υπαλλήλους και αυτοαπασχολούμενους.
Ο ενιαίος αυτός τρόπος υπολογισμού του εφάπαξ για τους έμμισθους γιατρούς και λοιπούς υγειονομικούς υπαλλήλους, παλαιούς ασφαλισμένους, σε δημόσιο ή και ιδιωτικό τομέα, καθορίζει εγκύκλιος του υπουργείου Εργασίας.
Το έγγραφο, που υπογράφει ο υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Τάσος Πετρόπουλος, διευκρινίζει ότι η εφάπαξ παροχή θα πρέπει να υπολογίζεται και για τους μισθωτούς όπως υπολογίζεται από το 2016 και για τους αυτοαπασχολουμένους υγειονομικούς. Να σημειωθεί ότι σήμερα το Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών (ΕΤΕΑΕΠ) μέσω του οποίου χορηγείται πλέον το βοήθημα στους δικαιούχους του πρώην κλάδου πρόνοιας του ΕΤΑΑ - ΤΣΑΥ ανέρχεται κατά μέσο όρο στις 2.000 ευρώ. Και βάσει της χθεσινής εγκυκλίου, καθοριστικό ρόλο στον υπολογισμό του ειδικά για το χρονικό διάστημα έως 31-12-2013 διαδραματίζουν οι τεκμαρτές μηνιαίες αποδοχές του ασφαλισμένου. Το θέμα ανέκυψε μετά από ερώτημα των αρμόδιων υπηρεσιών προς το υπουργείο.
Αναλυτικά, οι υγειονομικοί, τόσο οι αυτοαπασχολούμενοι όσο και οι μισθωτοί, ασφαλίζονταν για εφάπαξ παροχή στον φορέα αυτοτελώς απασχολούμενων (ΕΤΑΑ ΤΣΑΥ), καταβάλλοντας το ίδιο σταθερό ποσό εισφοράς και ελάμβαναν το ίδιο ποσό παροχής.
Και για τις δύο κατηγορίες μάλιστα είχε οριστεί σταθερό ποσό μηνιαίας εισφοράς, ύψους 2,93 ευρώ. Από 1-7-2011, επιβλήθηκε πρόσθετη μηνιαία εισφορά ύψους 0,4 % επί του ποσού της 1ης ασφαλιστικής κατηγορίας, δηλαδή ποσό 2,77 ευρώ τον μήνα.
Στο έγγραφο, επισημαίνεται μάλιστα ότι αντίστοιχο θέμα προσδιορισμού του τρόπου υπολογισμού της παροχής προέκυψε για τους έμμισθους δικηγόρους, οι οποίοι κατέβαλαν σταθερό ποσό εισφοράς όπως οι άμισθοι.
Βασικό επιχείρημα σε όλες τις περιπτώσεις είναι το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της εργασιακής τους πορείας, μπορεί να εναλλάσσονται σε μισθωτή εργασία και αυτοαπασχόληση.
Έτσι, αποφασίστηκε οι τεκμαρτές μηνιαίες αποδοχές, είτε άμισθων είτε έμμισθων δικηγόρων αλλά και γιατρών να υπολογίζονται με την ίδια μεθοδολογία, καθώς όλοι κατέβαλαν σταθερό ποσό εισφορών ανεξάρτητα από την εργασιακή τους πορεία μεταξύ έμμισθης εργασίας και αυτοαπασχόλησης.
Μάλιστα, υποστηρίζεται ότι σκοπός του νόμου Κατρούγκαλου (άρθρο 35 του Ν.4387/2016) ήταν η εισαγωγή ενός δικαιότερου ενιαίου τρόπου υπολογισμού, που θα είναι λειτουργικός και θα διασφαλίζει, αφενός, τα ασφαλιστικά δικαιώματα των εργαζόμενων και αφετέρου, την οικονομική ισορροπία του συστήματος με κοινωνικά αποδεκτό τρόπο.
Για τον λόγο αυτό, αναφέρει η εγκύκλιος, ο τρόπος υπολογισμού της εφάπαξ παροχής τηρεί τις αρχές της αναλογικότητας, της ανταποδοτικότητας και της ισότητας και ειδικότερα βασίζεται στο ότι για κάθε έτος αποδίδει το 60% των μέσων αποδοχών της πενταετίας 2009-2013 για εισφορά 4% και θεωρώντας ότι το σταθερό μηνιαίο ποσό εισφοράς αποτελεί το 4% των μηνιαίων αποδοχών, υπολογίζονται οι τεκμαρτές μηνιαίες αποδοχές κατά 5 τελευταία έτη έως και την 31.12.2013.
Το μέσο μηνιαίο εισόδημα για την πενταετία αυτή αποτελεί το ποσό των 107,92 €.
Η εφάπαξ παροχή αποτελείται από το γινόμενο του 60% επί του μέσου όρου των τεκμαρτών μηνιαίων αποδοχών, όπως υπολογίζεται ανωτέρω, επί του δεκαδικού αριθμού των ετών ασφάλισης έως και την 31.12.2013, με ακρίβεια δευτέρου δεκαδικού ψηφίου.
Αυτό στην πράξη, σημαίνει πως και οι μισθωτοί γιατροί δικαιούνται εφάπαξ, που κατά μέσο όρο ξεπερνά ελαφρώς τις 2.000 ευρώ.