«Θα ήθελα να θέσω δύο ερωτήματα στους αρμοδίους. Πρώτον πώς εξηγούν το ότι η κλωστοϋφαντουργία ανακάμπτει στην Ευρώπη -της Γερμανίας μη εξαιρουμένης- και την ίδια ώρα οι ελληνικές νηματουργίες που πουλάνε τα προϊόντα τους στις εταιρείες των χωρών αυτών, δεν μπορούν να κάνουν το ίδιο; Και δεύτερον, γιατί επενδύουν σήμερα στον κλωστοϋφαντουργικό κλάδο χώρες πολύ πιο αναπτυγμένες από τη δική μας, αν και έχουν περισσότερες επιλογές, πολύ χαμηλότερα ποσοστά ανεργίας και επιπλέον δεν παράγουν βαμβάκι;».
Αυτό τον προβληματισμό εξέφρασε υψηλόβαθμο στέλεχος ελληνικής εισηγμένης εταιρείας, συμφωνώντας με τον πρόεδρο του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Κλωστοϋφαντουργιών (ΣΕΒΚ) Ελευθέριο Κούρταλη ότι «αν και είναι προφανές, δεν έχει συνειδητοποιηθεί από την Πολιτεία ο καταλυτικός ρόλος μιας δυναμικής και σύγχρονης κλωστοϋφαντουργίας, στη γενικότερη προσπάθεια αναβάθμισης της ποιότητας και ενίσχυσης της παραγωγής, στα πλαίσια του νέου αναπτυξιακού μας μοντέλου».
Η απάντηση πάντως στο γιατί οι ελληνικές κλωστοϋφαντουργικές εταιρείες δεν μπορούν να «σηκώσουν κεφάλι» είναι για πολλούς απλή:
«Καλούμεθα να αντιμετωπίσουμε πολύ υψηλότερα κόστη στο ρεύμα, στις εργοδοτικές εισφορές και φυσικά στο δανεισμό μας. Εδώ και τόσα χρόνια, το κράτος με όλα τα προηγούμενα οδηγούσε τις εταιρείες στο να είναι ζημιογόνες και στη συνέχεια οι τράπεζες τις επιβάρυναν με επιτόκια 7% ή και παραπάνω. Αν αυτός ο φαύλος κύκλος σπάσει, τότε οι ελληνικές εταιρείες είναι σε θέση να ανακάμψουν δημιουργώντας πολλές νέες θέσεις εργασίας και υψηλές υπεραξίες σε ολόκληρη την οικονομία. Το παράδοξο σήμερα είναι ότι πουλάμε το βαμβάκι μας στους Τούρκους και στη συνέχεια εισάγουμε από αυτούς ρούχα, με αποτέλεσμα το ισοζύγιο να είναι έντονα αρνητικό», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Πέραν αυτών, η τρέχουσα συγκυρία για τον κλάδο της νηματουργίας δεν είναι ευνοϊκή. Χαρακτηριστικά είναι τα όσα δηλώνει ο διευθύνων σύμβουλος της Κλωστοϋφαντουργίας Ναυπάκτου Δημήτρης Πολύχρονος:
«Βιώνουμε τη χειρότερη περίοδο από τότε που επαναλειτουργήσαμε τη μονάδα της Ναυπάκτου (το 2015). Όχι μόνο γιατί οι ελληνικές εταιρείες αντιμετωπίζουν πολύ σκληρό ανταγωνισμό από την Τουρκία μετά και την έντονη διολίσθηση της τοπικής λίρας, αλλά και γιατί η διεθνής τιμή του νήματος (τελικού προϊόντος) παραμένει στάσιμη, όταν αντίθετα η διεθνής τιμή του βάμβακος (πρώτη ύλη) έχει κάνει ράλι (πάντως, η εισηγμένη έχει προαγοράσει από το περασμένο φθινόπωρο βαμβάκι για δώδεκα μήνες). Θέλουμε να πιστεύουμε ότι η παρούσα ακραία κατάσταση δεν θα διαρκέσει για πολλούς μήνες ακόμη. Επίσης, είναι ανοιχτό το ενδεχόμενο η κατάσταση στον κλωστοϋφαντουργικό κλάδο να επηρεαστεί από τις διεθνείς πολιτικές εξελίξεις στο μέτωπο των δασμών. Ακούμε σενάρια, σύμφωνα με τα οποία οι ΗΠΑ θα επιβάλλουν δασμούς στην Κίνα και οι Κινέζοι θα απαντήσουν ενδεχομένως πλήττοντας το αμερικανικό βαμβάκι. Αν γίνουν όλα αυτά, ο κλάδος θα επηρεαστεί, άγνωστό όμως προς ποια κατεύθυνση».
Μια θετική εξέλιξη πάντως που έρχεται από την Ελλάδα είναι η διαπίστωση πως βρίσκεται σε πολύ καλό δρόμο η πρωτοβουλία σχετικά με την αναβάθμιση του ελληνικού βαμβακιού. Η «Ομάδα Βάμβακος» που έχει συγκροτηθεί, ξεκίνησε να δουλεύει αποτελεσματικά και φέρεται να έχει τη στήριξη όλων των εμπλεκόμενων φορέων. «Θέλω να πιστεύω πως αν συνεχίσουμε με τους ίδιους ρυθμούς, σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα, γιατί όχι σε δύο χρόνια, να έχουμε προχωρήσει στην πιστοποίηση και την αναγνώριση του ελληνικού βαμβακιού πανευρωπαϊκά, με ό,τι αυτό θα μπορούσε να σημαίνει για την ανατίμηση της αξίας του» υποστηρίζει ο κ. Δημήτρης Πολύχρονος.
Νέες επενδύσεις
Παρά τη δυσμενή συγκυρία που χαρακτηρίζει τον πολύπαθο κλάδο, δεν λείπουν και εκείνες οι εισηγμένες κλωστοϋφαντουργικές εταιρείες που υλοποιούν ή σχεδιάζουν επενδύσεις.
Για παράδειγμα, σε εξέλιξη βρίσκεται η επένδυση της νηματουργίας Βαρβαρέσος με στόχο την παραγωγή ιδιαίτερα ποιοτικών νημάτων υψηλότερης προστιθέμενης αξίας. Η χρηματοδότηση της επένδυσης (πέραν του αναπτυξιακού νόμου) θα καλυφθεί από αύξηση μετοχικού κεφαλαίου. Ήδη, οι βασικοί μέτοχοι έχουν προκαταβάλει ένα ποσό, ενώ επαφές έχουν γίνει και με επενδυτικά funds.
Η Κλωστοϋφαντουργία Ναυπάκτου θα αποφασίσει το προσεχές φθινόπωρο για το κατά πόσο θα υλοποιήσει επένδυση με στόχο τη δραστική αύξηση της παραγωγικής δυναμικότητας (η μονάδα δουλεύει με capacity 100%), τη βελτίωση των παραγόμενων προϊόντων και τον περιορισμό του κόστους παραγωγής. Η επένδυση θα επηρεαστεί και από το αν θα ενταχθεί σε επιδοτούμενο πρόγραμμα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης.
Από την πλευρά της, η Επίλεκτος αναμένει τη δικαστική απόφαση για τη ρύθμιση των χρεών της και από το προσεχές φθινόπωρο αναμένεται να ξεκινήσει η πλήρης παραγωγική λειτουργία της νέας μονάδας παραγωγής βιοαερίου στη Θεσσαλία.