Την ώρα που εντείνονται οι πολιτικές αντιπαραθέσεις για το αναπτυξιακό σχέδιο το οποίο θα κληθεί να ακολουθήσει η χώρα στη μεταμνημονιακή περίοδο, παράγοντες της αγοράς διαπιστώνουν πως η συντελούμενη οικονομική πρόοδος κινείται με αργούς ρυθμούς και ζητούν την όσο το δυνατόν ταχύτερη προσέλκυση επενδύσεων προκειμένου να θερμανθεί η ζήτηση.
Το μόνο βέβαιο είναι πως η χώρα επιστρέφει σταδιακά στην ομαλότητα με το κλίμα αβεβαιότητας να αποκλιμακώνεται. Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του διευθύνοντος συμβούλου της Πλαίσιο Κώστα Γεράρδου κατά την πρόσφατη γενική συνέλευση των μετόχων της εισηγμένης: «Κατά την τελευταία διετία, υπάρχουν μηνύματα ότι θα υπάρξει σταθερότητα στην οικονομία, οπότε αντικαταστήσαμε τη στρατηγική ενεργούς άμυνας σε στρατηγική ανάπτυξης. Για τον λόγο αυτό θα επενδύσουμε δέκα εκατομμύρια ευρώ μέσα στην επόμενη διετία».
Συγκρατημένα αισιόδοξος παρουσιάζεται και ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Πίστης Σταύρος Λεκκάκος: «Η ολοκλήρωση της αξιολόγησης και το επιτυχές πέρασμα των τραπεζών από τη διαδικασία των stress tests θέτουν τις βάσεις για να εδραιωθεί η αλλαγή του επενδυτικού κλίματος στην Ελλάδα. Πρόκειται για μια ευκαιρία διόρθωσης των διαρθρωτικών μας ανισορροπιών και δημιουργίας του δικού μας αφηγήματος εξόδου από την κρίση μέσα από οικονομικές μεταρρυθμίσεις».
Ο CEO του ομίλου Fourlis Αναστάσιος Πεταλάς αναφέρθηκε πρόσφατα σε βελτίωση της κατάστασης στην εγχώρια αγορά από τρίμηνο σε τρίμηνο, χωρίς ωστόσο σε καμιά περίπτωση να είναι ικανοποιημένος από τα τρέχοντα επίπεδα της ζήτησης. Ειδικότερα ο κ. Πεταλάς σημείωσε πως αν και η βελτίωση των δραστηριοτήτων στην Ελλάδα ήταν συνεπής ανά τρίμηνο του 2017 και διατηρήθηκε στο α' τρίμηνο του 2018 (βλέπε οικονομικές επιδόσεις του ομίλου), εν τούτοις δεν είναι ικανοποιημένος από τη σχετική της επίδοση.
Σε κάποια αύξηση της εγχώριας ζήτησης αναφέρθηκε πρόσφατα και η διοίκηση της Κλουκίνας-Λάππας, σύμφωνα με την οποία «η ελληνική αγορά παιδικής ένδυσης και υπόδησης έδειξε τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης το 2017. Η παρατεταμένη οικονομική ύφεση έχει οδηγήσει σε χαμηλά εισοδήματα και χαμηλά επίπεδα εμπιστοσύνης, με αποτέλεσμα οι Έλληνες να είναι ευάλωτοι στις μεταβολές του οικονομικού κλίματος. Η διοίκηση της εταιρίας εκτιμά ότι η ζήτηση θα ενισχυθεί το 2018, ειδικά το δεύτερο εξάμηνο με τη βελτίωση του οικονομικού κλίματος».
Αναμφίβολα, το σύνολο των παραγόντων της αγοράς επιθυμεί ταχύτερους και υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης, πράγμα που δεν μπορεί να γίνει χωρίς την προσέλκυση σημαντικών επενδύσεων στη χώρα. Ενδεικτική είναι η αναφορά του διευθύνοντος συμβούλου της ΣΙΔΜΑ Δανιήλ Μπεναρδούτ για τις ανοδικές φετινές προοπτικές των θυγατρικών της εισηγμένης σε Βουλγαρία και Ρουμανία (λόγω των projects που χρηματοδοτούνται από κοινοτικά κονδύλια και της υψηλής αύξησης του ΑΕΠ των δύο χωρών), ενώ αντίθετα ήταν πολύ πιο συγκρατημένος για την πορεία της εταιρείας στην Ελλάδα (τη συνέδεσε με το πότε θα βγουν κάποια έργα στην αγορά).
Την επιτάχυνση των δημόσιων έργων που χρηματοδοτούνται από το νέο ΕΣΠΑ ζητούν και οι εταιρείες πληροφορικής, καθώς εκτιμούν πως «λίγα πράγματα» θα δουν μέσα στο 2018. Από την πλευρά του ο οικονομικός διευθυντής της Έλαστρον Βασίλης Μάνεσης μιλώντας στην πρόσφατη ενημέρωση των αναλυτών, αναγνώρισε τις υπάρχουσες δυσκολίες στην αγορά των ειδών σιδήρου-χάλυβα, (χαμηλή εγχώρια ζήτηση, καθυστέρηση έναρξης νέων επενδυτικών προγραμμάτων στην οικονομία, υψηλό κόστος χρηματοδότησης, ανταγωνισμός από βαλκανικές εταιρείες που αντιμετωπίζουν ευνοϊκότερο φορολογικό καθεστώς), ωστόσο διέβλεψε και προοπτικές μέσα από την αναμενόμενη υλοποίηση επενδύσεων σε έργα υποδομών, logistics, ενεργειακό τομέα και τουρισμό.
Η διοίκηση της εισηγμένης εταιρείας μεταλλικών κατασκευών Mevaco αναφέρεται σε «ενδείξεις ότι μετά από πολυετή ύφεση, επιχειρείται μια αναιμική έστω επιστροφή στην ανάπτυξη, βελτίωση των συνθηκών λειτουργίας των εταιρειών και αύξηση των επιχειρηματικών επενδύσεων. Η αναμενόμενη ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος τον Αύγουστο του 2018 δύναται υπό προϋποθέσεις να σηματοδοτήσει το τέλος μιας μακράς και επώδυνης περιόδου οικονομικής προσαρμογής και να επιτρέψει την επάνοδο στην ομαλότητα».
Το κακό όμως για πολλές επιχειρήσεις είναι πως δεν έχουν την… «πολυτέλεια» να δραστηριοποιούνται για πολύ ακόμη σε περιβάλλοντα τόσο χαμηλής εγχώριας ζήτησης, οπότε η όσο το δυνατόν ταχύτερη προσέλκυση επενδύσεων και δρομολόγηση των έργων του Δ’ ΚΠΣ, αποτελεί θέμα μείζονος σημασίας γι αυτές.