Συνταγή ανάπτυξης με έξι αθηναϊκά clusters

Τη δημιουργία συνεργατικών σχηματισμών σε έξι κλάδους προτείνει μελέτη του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της Συνομοσπονδίας. Πού και γιατί πρέπει να δοθεί έμφαση. Οι δυνατότητες συνεργασίας. Ποια τα πλεονεκτήματα που θα προκύψουν.

Συνταγή ανάπτυξης με έξι αθηναϊκά clusters

Αναγκαία, χαρακτηρίζει η Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων (ΓΣΕΒΕΕ) τη σύσταση cluster και δικτύων επιχειρήσεων στην Ελλάδα. Με δεδομένο, όπως αναφέρεται σε σχετική μελέτη του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων (ΙΜΕ -ΓΣΕΒΕΕ), ότι η Ελλάδα είναι ουραγός όχι μόνο σε πανευρωπαϊκό αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο σε δίκτυα επιχειρήσεων και clusters, κρίνεται ότι μια προσπάθεια ανασυγκρότησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων μέσω συνεργατικών σχηματισμών θα μπορούσε να δημιουργήσει συνθήκες όχι μόνο βιώσιμης ανάπτυξης για υφιστάμενες επιχειρήσεις αλλά και ανάδειξης μιας σειράς νέων δραστηριοτήτων που θα σχετίζονται με τα δίκτυα αυτά.

Η μελέτη του ΙΜΕ της ΓΣΕΒΕΕ, αν και περιγράφει την κατάσταση σε όλη την Ελλάδα, επικεντρώνεται στην Αθήνα, για την οποία προτείνει σε πρώτη φάση (σ.σ. για την Αθήνα) τη συγκρότηση έξι δικτύων επιχειρήσεων-θεματικών πεδίων. Σημειώνεται ότι σε πρώτη φάση επιλέγεται η συγκρότηση δικτύων, λόγω του ότι τα δίκτυα αυτά είναι πιο εύκολο να σχηματιστούν, έχουν συγκεκριμένους στόχους, ενώ αναλόγως με τον βαθμό συνεργιών που θα αναπτύξουν οι επιχειρήσεις σε κάθε δίκτυο, οι σχηματισμοί μπορούν να μετεξελιχθούν στο μέλλον σε clusters με πρόσθετους στόχους, συνέργειες και λειτουργίες.

Μερικοί από τους συνεργατικούς σχηματισμούς που προτείνονται εμπεριέχουν συνέργειες μεταξύ διάφορων κλάδων, ενώ σχεδόν όλοι τους βασίζονται και προωθούν την οικονομία της δημιουργικότητας (creative economy) είτε μέσα από τη μεγαλύτερη διαφοροποίηση των προϊόντων/υπηρεσιών (design-oriented) είτε μέσα από την ανάπτυξη καινοτόμων πρακτικών προώθησης των προϊόντων - υπηρεσιών (marketing-oriented).

Τα προτεινόμενα δίκτυα

1. Δίκτυο fashion designers και κατασκευαστών ενδυμάτων - υποδημάτων

Όπως αναφέρεται στη μελέτη, στην Ελλάδα υπάρχουν περίπου 500 σχεδιαστές μόδας (fashion designers), ενώ πολλοί είναι και οι νέοι designers που έχουν εμφανιστεί τα τελευταία χρόνια, απόφοιτοι σχολών της Ελλάδας και του εξωτερικού. Από την άλλη, υπάρχουν πολλές μικρές και ατομικές επιχειρήσεις στον χώρο της κατασκευής και πώλησης έτοιμου ενδύματος στον δήμο Αθηναίων. Ένας συνεργατικός σχηματισμός με αντικείμενο την καθετοποιημένη συνεργασία, από τον σχεδιασμό μέχρι την πώληση και τη διακριτή ταυτότητα (branding), θα έφερνε κοντά τις δύο πλευρές και θα είχε πολλαπλά οφέλη.

Η πλευρά των νέων ηλικιακά σχεδιαστών θα είχε την ευκαιρία να γνωρίσει την αγορά των ενδυμάτων και υποδημάτων και θα είχε τη δυνατότητα να συνεργαστεί με την πρακτική πλευρά της μεταποιητικής επιχείρησης στις διαδικασίες παραγωγής πατρόν και ραφής. Η πλευρά των μικρών επιχειρήσεων κατασκευής ενδύματος θα είχε πρόσβαση σε μια «δεξαμενή» νέων και εξειδικευμένων σχεδιαστών, που θα μπορούσαν να ανανεώσουν σχεδιαστικά τα προϊόντα των επιχειρήσεων προσδίδοντάς τους υψηλότερη προστιθέμενη αξία. Το αντικείμενο της συνεργασίας θα μπορούσε να διευρυνθεί σε ένα μέρος της παραγωγικής διαδικασίας, αυτό της ανάπτυξης μιας διακριτής ταυτότητας των προϊόντων ενδύματος-υποδήματος και της πρόσβασης σε νέες αγορές.

Το επώνυμο ένδυμα-υπόδημα συνήθως παρουσιάζει αυξημένες πωλήσεις σε σχέση με τα μη επώνυμα, καθώς λόγω της αναγνωρισιμότητας της επωνυμίας, μειώνεται το ρίσκο του καταναλωτή. Σύνηθες μειονέκτημα των πολύ μικρών επιχειρήσεων παραγωγής ενδύματος-υποδήματος αποτελεί η αποτελεσματική πρόσβαση σε διακριτές αγορές και το αποτελεσματικό marketing των προϊόντων τους, αφού μια πολύ μικρή επιχείρηση είναι δύσκολο να δημιουργήσει οικονομίες κλίμακας στο πεδίο του marketing λόγω του αντίστοιχου μεγάλου κόστους του.

Συνεπώς, σύμφωνα με τη μελέτη, ένας συνεργατικός σχηματισμός (δίκτυο επιχειρήσεων) θα μπορούσε να δώσει το έναυσμα για την ανάπτυξη διακριτής ταυτότητας των προϊόντων, που θα έχει ως κύριο χαρακτηριστικό το ότι σχεδιάστηκαν από νέους designers και θα μπορούσε να επικοινωνήσει αυτή τη νέα ταυτότητα μέσω της συμμετοχής σε εκθέσεις και διαφημίσεις στην ελληνική αγορά.

2. Κόσμημα: Δίκτυο προώθησης ελληνικού κοσμήματος σε αγορές του εξωτερικού

Ένα από τα προβλήματα της διασποράς των πολύ μικρών επιχειρήσεων κατασκευής και πώλησης κοσμήματος στην Αθήνα είναι η ανυπαρξία μιας στρατηγικής για την προώθηση του ελληνικού κοσμήματος σε αγορές του εξωτερικού. Σύμφωνα με το ΙΜΕ της ΓΣΕΒΕΕ, ένα δίκτυο πολύ μικρών επιχειρήσεων στον χώρο του κοσμήματος θα μπορούσε να δημιουργήσει τις κατάλληλες οικονομίες κλίμακας για τη συγκροτημένη προώθηση του ελληνικού κοσμήματος στο εξωτερικό, πετυχαίνοντας αύξηση πωλήσεων και κερδών, μείωση της εξάρτησης των επιχειρήσεων από την εγχώρια αγορά και ταυτόχρονη ενδυνάμωση της θέσης του προϊόντος στην εγχώρια αγορά.

Μια στρατηγική προώθησης του ελληνικού κοσμήματος στο εξωτερικό θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσω της δημιουργίας διακριτής ταυτότητας για το ελληνικό κόσμημα και της επικοινωνίας αυτής της ταυτότητας (marketing plan, συμμετοχή σε εκθέσεις, προωθητικό υλικό, κατασκευή ιστοσελίδας κ.τλ.) και μέσω πιστοποιήσεων των υλικών κατασκευής των κοσμημάτων.

Μάλιστα όμως αναφέρεται, το τελευταίο θα μπορούσε να αποτελέσει έναν ξεχωριστό στόχο του δικτύου, μιας και στις αγορές (εγχώριες και εξωτερικού) έχουν πυκνώσει τα τελευταία χρόνια οι εισαγωγές κοσμημάτων αμφιβόλου ποιότητας, κυρίως από χώρες της Ασίας, παίρνοντας ένα σημαντικό μερίδιο από την αγορά.

3. Εκδόσεις: Δίκτυο εκδοτών για το ηλεκτρονικό βιβλίο

Σύμφωνα με τη μελέτη, οι εκδόσεις αποτελούν έναν σημαντικό δημιουργικό κλάδο στην οικονομία της Αθήνας. Μια νέα τάση που δημιουργήθηκε από την ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών είναι αυτή της ψηφιακοποίησης των μέσων, η οποία είχε άμεσο αντίκτυπο στην εκδοτική αγορά, καθώς πολλές από τις εκδοτικές επιχειρήσεις διαθέτουν πλέον και ηλεκτρονική έκδοση των βιβλίων τους, η οποία συνήθως πωλείται μέσω της ιστοσελίδας τους ή μέσω τρίτων παρόχων (itunes κ.τλ.).

Η ηλεκτρονική έκδοση κερδίζει έδαφος σε πωλήσεις, αφού κατά κανόνα το κόστος παραγωγής ηλεκτρονικής έκδοσης είναι πολύ χαμηλότερο από το κόστος της εκτυπωμένης έκδοσης, και έτσι το ηλεκτρονικό βιβλίο εισέρχεται στην αγορά με μειωμένη τιμή (50%-80% της τιμής της εκτυπωμένης έκδοσης).

Παρ' όλα αυτά, οι πολύ μικρές εκδοτικές επιχειρήσεις και οι περιπτώσεις των ηλεκτρονικών αυτοεκδόσεων συνήθως δεν έχουν τη δυνατότητα να προβάλουν τα βιβλία τους στο ευρύ κοινό μέσω του διαδικτύου, καθώς οι προσωπικές σελίδες τους δεν έχουν την ίδια αναγνωρισιμότητα με αυτές των μεγάλων εκδοτικών οίκων, ενώ οι ιστοσελίδες τρίτων παρόχων χρεώνουν σημαντικές προμήθειες στις πωλήσεις ηλεκτρονικών βιβλίων.

Ένα άλλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν είναι το αυξημένο κόστος μετατροπής μιας έκδοσης σε ηλεκτρονική και η ποιότητα αυτής της μετατροπής. Ένα δίκτυο εκδοτικών επιχειρήσεων θα μπορούσε να δώσει λύσεις στα παραπάνω προβλήματα των πολύ μικρών επιχειρηματικών μονάδων.

Αφενός, θα μπορούσε να δημιουργηθεί στη βάση της ανάπτυξης μιας αναγνωρίσιμης ηλεκτρονικής πλατφόρμας πωλήσεων βιβλίων (e-book) και άλλων εκδόσεων μικρών εκδοτικών οίκων, που θα έδινε τη δυνατότητα να πωλούν ηλεκτρονικά βιβλία, με πολύ μικρή προμήθεια, σε ένα μεγαλύτερο αναγνωστικό κοινό.

Αφετέρου, η παραπάνω πλατφόρμα θα μπορούσε να λειτουργήσει ως ένα πρόσθετο δίκτυο εκδοτικών οίκων και ψηφιακών σχεδιαστών-γραφιστών (web-graphic designers), όπου με μαζικές αναθέσεις μετατροπής βιβλίων σε ηλεκτρονικά βιβλία οι εκδοτικοί οίκοι θα επιτύγχαναν μικρότερες τιμές ή και πιο ποιοτικές ψηφιακές μετατροπές.

4. Δίκτυο σχεδιαστών και πωλητών: Αξεσουάρ και τουριστικά σουβενίρ

Στη μελέτη αναφέρεται ότι υπάρχουν κάποιοι άτυποι συνεργατικοί σχηματισμοί που λειτουργούν ήδη στην Αθήνα με αντικείμενο την κατασκευή και την προώθηση αξεσουάρ ενδύματος, τουριστικών σουβενίρ και αντικειμένων τέχνης, όπως το δίκτυο Pandrosou street market και το Meet market, οι οποίοι βρίσκονται σε ένα ώριμο στάδιο και θα μπορούσαν να ενδυναμωθούν μέσω ενός δικτύου επιχειρήσεων με συγκεκριμένους στόχους.

Η πλέον άμεση παρέμβαση στο πεδίο αυτό, θα μπορούσε να είναι η ανάπτυξη μιας πλατφόρμας διαδικτυακών πωλήσεων των προϊόντων και των κατασκευών, ώστε αυτά να φτάσουν πέρα από τα όρια της Αθήνας, ή η περαιτέρω συνεργασία σχεδιαστών και πωλητών, με στόχο την προώθηση τουριστικών σουβενίρ που είναι προϊόντα ειδικευμένου σχεδιασμού - χειροτεχνίας και ξεφεύγουν από τα συνήθη σουβενίρ που πωλούνται σε πόλους έλξης τουριστικών ροών (Πλάκα, Μοναστηράκι κ.τ.λ.).

5. Δίκτυο τουριστικών γραφείων: Διαδικτυακή προώθηση του τουριστικού προϊόντος

Ένα από τα προβλήματα που ανέδειξε η ανάλυση του κλάδου των υπηρεσιών τουρισμού από ταξιδιωτικά/τουριστικά γραφεία είναι η αδυναμία προώθησης και πώλησης των προϊόντων τους μέσα από το διαδίκτυο. Σε αυτό το πεδίο ο ανταγωνισμός είναι μεγάλος, καθώς από τη μια πλευρά το διαδίκτυο έδωσε τη δυνατότητα σε πολλά καταλύματα και ξενοδοχεία να πωλούν απευθείας το τουριστικό προϊόν τους στο κοινό και από την άλλη τα τελευταία χρόνια η τουριστική αγορά είδε να γιγαντώνονται πολλά τουριστικά portals (booking.com, expedia. com, opodo.com, airbnb.com κ.τ.λ.) που πωλούν τουριστικές υπηρεσίες. Έτσι, τα έσοδα των τουριστικών πρακτόρων διαχρονικά μειώνονται λόγω των παραπάνω αναδιαρθρώσεων της αγοράς.

Όπως αναφέρεται στη μελέτη, ένα δίκτυο τουριστικών πρακτόρων που θα είχε ως στόχο την ανάπτυξη μιας ηλεκτρονικής πλατφόρμας για τον ελληνικό τουρισμό, μέσα από το οποίο θα πωλούνται υπηρεσίες τουρισμού (πακέτα διακοπών, ακτοπλοϊκά και αεροπορικά εισιτήρια, "κλεισίματα" ξενοδοχείων και καταλυμάτων κ.τ.λ.) τόσο για εξωτερικό, όσο και για εσωτερικό τουρισμό, θα έδινε λύση στο πρόβλημα προώθησης των προϊόντων των τουριστικών πρακτορείων και θα λειτουργούσε παράλληλα ως εθνικός πόλος έλξης τουριστών.

Επίσης, μια λειτουργική και αναγνωρίσιμη πλατφόρμα τουριστικών υπηρεσιών θα έδινε τη δυνατότητα επαναδιαπραγμάτευσης των προμηθειών που λαμβάνουν οι τουριστικοί πράκτορες από ξενοδοχεία και καταλύματα, που ίσως είναι και προς το συμφέρον των ίδιων των καταλυμάτων, αν αναλογιστούμε τις υψηλές προμήθειες τις οποίες τα καταλύματα πληρώνουν σε αντίστοιχες πλατφόρμες/portals του εξωτερικού.

6. Δίκτυο παραγωγών κινηματογράφου: υπηρεσίες για ξένες παραγωγές στην Ελλάδα

Η αγορά της κινηματογραφικής παραγωγής στην Ελλάδα περιλαμβάνει πλήθος πολύ εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού (σκηνοθέτες, μοντέρ, ηχολήπτες κ.ά.) που παράγει ταινίες για την ελληνική αγορά οι οποίες είναι κατά κύριο λόγο χαμηλού προϋπολογισμού. Από την άλλη πλευρά, τα ελληνικά τοπία και η ελληνική ιστορία έχουν προσελκύσει στο παρελθόν μερικές ξένες παραγωγές που γυρίστηκαν στην Ελλάδα («Το μαντολίνο του Λοχαγού Κορέλι» στην Κεφαλονιά, «Mamma Mia» στη Σκόπελο, «Lara Croft: Tomb Raider» στη Σαντορίνη κ.ά.), οι οποίες πρόσφεραν σημαντικά οφέλη στις τοπικές οικονομίες και στην εγχώρια κινηματογραφία.

Σύμφωνα με τη μελέτη, ένα δίκτυο επιχειρήσεων παραγωγής ταινιών στην Αθήνα με αντικείμενο τη συγκροτημένη παροχή πληροφοριών και πρακτικών διευκολύνσεων πάνω στο κομμάτι της παραγωγής σε συντελεστές που θέλουν να πραγματοποιήσουν γυρίσματα στην Ελλάδα θα μπορούσε να προσελκύσει περισσότερες ξένες παραγωγές. Το δίκτυο θα μπορούσε να λειτουργεί με ενιαίο κοστολόγιο υπηρεσιών, να διαθέτει υπηρεσίες προς ενημέρωση και ενοικίαση, όπως κοινό αρχείο φωτογραφιών-κινηματογραφικού υλικού, κινηματογραφικό εξοπλισμό, λοιπές υποδομές post production και προσωπικό-συνεργεία τεχνικών, υπηρεσίες location scouting/management/ casting και βοηθητικές υπηρεσίες για την έκδοση αδειών χρήσης και κινηματογράφησης.

Η συγκρότηση ενός τέτοιου δικτύου θα έδινε τη δυνατότητα σε ξένες παραγωγές να ελαχιστοποιήσουν το ρίσκο τους μέσα από ένα συνολικό πακέτο υπηρεσιών κινηματογράφησης, ενώ οι ελληνικές επιχειρήσεις παραγωγής θα μπορούσαν να αναπτύξουν περισσότερο τις παραπάνω υπηρεσίες μέσα από οικονομίες κλίμακας που θα σχηματίζονταν στο εσωτερικό του δικτύου, υπογραμμίζεται στη μελέτη.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v