Στα χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με το σύνολο των χωρών της ευρωζώνης παρέμεινε η ανάπτυξη στην Ελλάδα το 2017, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Στην Ελλάδα, η ανάπτυξη διαμορφώθηκε στο 1,4%, έναντι μέσου όρου 2,3% για ολόκληρη την ευρωζώνη και 2,4% στην Ε.Ε.
Σε όρους κατά κεφαλήν ΑΕΠ, σε τρέχουσες τιμές, στην Ελλάδα διαμορφώθηκε στα 19,9 χιλ. ευρώ έναντι μέσου όρου 31,7 χιλ. ευρώ στην ευρωζώνη και 29,9 χιλ. ευρώ στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
Παράλληλα, στην τελευταία θέση της ΕΕ παραμένει η χώρα και σε όρους ιδιωτικής κατανάλωσης το 2017, καθώς ενισχύθηκε κατά μόλις 0,1% πέρυσι έναντι μέσης ανόδου 1,6% στην ευρωζώνη και 1,9% στην ΕΕ.
To κόστος δανεισμού στην Ελλάδα διαμορφώνεται στα υψηλότερα επίπεδα σε ολόκληρη την ευρωζώνη, με μέσο κόστος 4,51% έναντι μέσου όρου 1,76% το χρόνο.
Το μέσο επιτόκιο των στεγαστικών δανείων ελληνικών νοικοκυριών ανήλθε σε 2,78% έναντι 1,86% στην Ευρωζώνη. Τα δάνεια προς τις επιχειρήσεις μειώθηκαν πέρυσι κατά 0,1% έναντι αύξησης 3,1% στην Ευρωζώνη. Μεγαλύτερη ήταν η μείωση των δανείων προς τα νοικοκυριά, που ανήλθε στο 1,9% έναντι αύξησης 2,9% στην Ευρωζώνη.
H αύξηση των εξαγωγών διαμορφώθηκε στο 6,8% στην Ελλάδα το 2017, έναντι μέσου όρου 4,9% στην ευρωζώνη ενώ πάνω από το μέσο όρο κινούνται και οι εισαγωγές, οι οποίες αυξήθηκαν κατά 7,2% πέρυσι έναντι 4,4% στην ευρωζώνη.
Ο σταθμισμένος ως προς το ΑΕΠ μέσος όρος των αποδόσεων των δεκαετών κρατικών ομολόγων της ζώνης του ευρώ διαμορφώθηκε σε 1,0% στις 29 Δεκεμβρίου 2017, παραμένοντας αμετάβλητος σε σχέση με το μέσο επίπεδο που είχε καταγραφεί τον Δεκέμβριο του 2016. «Η διαφορά αποδόσεων μεταξύ των δεκαετών κρατικών ομολόγων των επιμέρους χωρών της ζώνης του ευρώ και του γερμανικού δεκαετούς Bund μειώθηκε, ιδίως για την Πορτογαλία και την Ελλάδα, ως αποτέλεσμα της βελτίωσης της πιστοληπτικής διαβάθμισης των χωρών αυτών στη διάρκεια του 2017», σημειώνει η έκθεση.
Οσον αφορά στην προσεχή περίοδο, η ΕΚΤ αναμένει ότι ο ρυθμός της οικονομικής επέκτασης θα παραμείνει ισχυρός. «Ενώ εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι ο πληθωρισμός θα συγκλίνει προς τον μεσοπρόθεσμο στόχο μας, υπάρχουν ακόμη αβεβαιότητες σχετικά με τον βαθμό υποχρησιμοποίησης των πόρων στην οικονομία. Ως εκ τούτου, εξακολουθεί να είναι αναγκαία η άσκηση νομισματικής πολιτικής που χαρακτηρίζεται από υπομονή, επιμονή και σύνεση προκειμένου να διασφαλιστεί ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει σε επίπεδα συμβατά με τον στόχο μας», επισημαίνει ο Μάριο Ντράγκι.