Βρυξέλλες, ανταπόκριση (read the article in English in the right column)
Με τον σχηματισμό της γερμανικής κυβέρνησης, φαίνεται πως η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ θέλει να ανακτήσει το χαμένο έδαφος και να ανακόψει τη «φόρα» που πήρε ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν για τις αλλαγές που πρέπει να γίνουν στην ευρωζώνη.
Ανώτατος αξιωματούχος του Eurogroup ανέφερε στο Euro2day.gr ότι στις κλειστές συζητήσεις που γίνονται για το πώς θα εφαρμοστεί η πρόταση του λεγόμενου «γαλλικού κλειδιού» -η διασύνδεση δηλαδή του ελληνικού χρέους με την ανάπτυξη-, οι Γερμανοί ήδη προβάλλουν αντιστάσεις και υποστηρίζουν ότι δεν θα δεχθούν οποιοδήποτε «αυτοματισμό», που θα δίνει στους Ελληνες την ευκαιρία να παρεκκλίνουν από τη σφικτή δημοσιονομική πολιτική.
Τον αυτοματισμό αυτό, δηλαδή το αυτόματο reprofiling του ελληνικού χρέους, υποστήριζε και το ΔΝΤ, ώστε να υπάρχει η σιγουριά για τη διατήρησή του σε συγκεκριμένα επίπεδα μέχρι το 2060.
Και σαν να μην έφτανε η γερμανική «σφήνα», οι σκληροπυρηνικές χώρες έχουν αρχίσει να διαρρέουν ότι δεν αρκεί να υπάρχουν οι πέντε ρήτρες (όπως έγραψε αποκλειστικά το Euro2day.gr την προηγούμενη εβδομάδα στη μεταμνημόνιο υβριδική λύση), αλλά θέλουν τώρα και όρους (conditionality) σε όποια ελάφρυνση του χρέους.
Η απαίτηση αυτή είναι «καθαρή παγίδα» και δεν εμπίπτει στις αποφάσεις του Ιουνίου. Υπάρχει δηλαδή η βούληση των σκληροπυρηνικών χωρών, και ιδιαίτερα της Ολλανδίας, της Γερμανίας και της Αυστρίας, να σπρώξουν ξανά την μπάλα παρακάτω. Οπως έγινε με την απόφαση του 2012, που έλεγε ξεκάθαρα ότι θα δινόταν στη χώρα μας ελάφρυνση χρέους με την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων, αλλά εντέλει το μπαλάκι κύλησε για το 2018.
Τώρα υπάρχει μερίδα χωρών που θέλει -για πολιτικούς κυρίως λόγους- να επαναλάβει το ίδιο τρικ.
Ο ρόλος του Σεντένο
Ο νέος πρόεδρος του Eurogroup Μάριο Σεντένο, όπως πληροφορούμαστε από αρμόδιες πηγές, έχει ήδη αρχίσει τον σχεδιασμό των διερευνητικών επαφών του για το ελληνικό χρέος. Σύμφωνα με πηγές, οι αποφάσεις θα παρθούν σε επίπεδο υπουργών Οικονομικών, «θα πάρει, όμως, κάποιο χρόνο ώστε να συγκλίνουν όλες οι απόψεις».
«Τέσσερις παράμετροι θα παίξουν σημαντικό ρόλο στη λήψη αποφάσεων», αναφέρουν τα έγγραφα:
1. «Πρώτα, η ερώτηση που πρέπει να απαντηθεί είναι τι πιθανώς θα αποδεχθούν τα κράτη-μέλη, δεδομένου ότι δεν επιθυμούν τέταρτο πρόγραμμα, όμως η «καθαρή έξοδος» όπως έγινε στην Ιρλανδία και την Πορτογαλία δεν θα είναι επιλογή για την Ελλάδα».
Σε αυτό το σημείο, το έγγραφο υπογραμμίζει ότι «προτιμούμε να αναφερόμαστε σε "επιτυχημένη ολοκλήρωση" του προγράμματος και δεν πρέπει να χρησιμοποιούμε την έκφραση "έξοδος", η οποία μπορεί να δώσει την εντύπωση (και στις αγορές) ότι το πρόγραμμα διακόπτεται πριν από την ολοκλήρωσή του».
2. Ως δεύτερη παράμετρο, τα έγγραφα αναφέρουν: «Πρέπει επίσης να αναγνωριστεί ότι χρειάζεται να διασφαλίσουμε στις αγορές ότι θα δώσουμε τα απαραίτητα κίνητρα (incentives) στην Ελλάδα, ώστε να παραμείνει εντός στόχων και τα επόμενα χρόνια».
3. «Εάν δεν επιθυμούμε νέο πρόγραμμα αλλά στενότερη παρακολούθηση, που θα πείσει τόσο τις χώρες-μέλη όσο και τις αγορές, θα ήταν λογικό να κρατήσουμε την Ελλάδα υπό επιτήρηση, χρησιμοποιώντας τα "εργαλεία" (provisions) που προβλέπει η νομοθεσία του two-pack».
4. «Οι χώρες-μέλη πρέπει να συμφωνήσουν πότε και πώς η Ελλάδα θα ενταχθεί στο "ευρωπαϊκό εξάμηνο". Η χρονική στιγμή του εαρινού πακέτου (Μάιος/Ιούνιος 2018) μας επιτρέπει να ξεκινήσουμε τις προπαρασκευαστικές συζητήσεις για την εποχή μετά την ολοκλήρωση του μνημονίου. Θα ήταν καλή ιδέα να τεστάρουμε αυτές τις επιλογές με τα κράτη-μέλη».
5. «Ο ρόλος του ΔΝΤ παραμένει ένα «μυστήριο». Ουσιαστικά οι διμερείς επαφές και οι ουσιαστικές συζητήσεις για το ελληνικό πρόγραμμα έχουν σταματήσει από τον περασμένο Ιούνιο. Τα κράτη-μέλη δείχνουν να μη βιάζονται».
Παράταση των διαπραγματεύσεων;
Οταν τον Δεκέμβριο γράφαμε για λύση της τελευταίας στιγμής τον Ιούνιο, επισήμως οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι μιλούσαν για έναρξη των συνομιλιών για το χρέος στο τον Μάρτιο. Τώρα, μιλούν για Ιούνιο. Ηδη όμως άρχισαν οι ψίθυροι για πιθανή παράταση, καθώς οι διαπραγματεύσεις για το χρέος μπορεί να τραβήξουν, όπως βεβαίως και για τη λεγόμενη «υβριδική λύση», παρά τις δημόσιες διαψεύσεις. Αλλωστε οι διαψεύσεις έρχονται από τους ίδιους αξιωματούχους που… διέψευδαν λύση της τελευταίας στιγμής τον Ιούνιο.
Πολιτικά, όπως αναφέρουν οι πληροφορίες, οι περισσότερες χώρες θέλουν την πιο ανώδυνη γι' αυτές λύση. Και αυτό σημαίνει πρακτικά σφικτές δεσμεύσεις μέχρι το 2022.
Τι γίνεται σε τεχνοκρατικό επίπεδο
Αλλωστε πλέον οι Βρυξέλλες παραδέχονται ότι η περίοδος μέχρι και το 2022 θα είναι κρίσιμη. Αλλο όμως να συνδεθεί η όποια «υβριδική λύση» με τις πέντε ρήτρες που προαναφέρθηκαν και άλλο να υπάρξουν ξεχωριστοί όροι (conditionality) στα μέτρα αναδιάρθρωσης του χρέους, που θα σπρώξουν την πολυαναμενόμενη δραστική λύση για κάπου παρακάτω.
Οι ισορροπίες, κατά την ΕΕ, είναι λεπτές, καθώς δεν επιθυμούν να αλλάξει το πολιτικό κλίμα στην Ελλάδα και επιδιώκουν η λύση να προωθηθεί ως ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και ανάπτυξης, εκπονημένο από την ελληνική κυβέρνηση.
Σε αυτό το πλαίσιο, το «μαξιλάρι ρευστότητας» που προωθεί το ΥΠΟΙΚ θα συνοδεύεται και με κονδύλια από τον ESM, με την αιτιολογία ότι οι αγορές είναι απρόβλεπτες και οι εξωτερικοί και εσωτερικοί πολιτικοί κίνδυνοι αυξημένοι.
Κίνδυνος, κατά τις Βρυξέλλες, είναι και η στάση του ΔΝΤ καθώς οι αποφάσεις για τα μέτρα/αντίμετρα του 2019-2020 πρέπει να συναποφασιστούν με το Ταμείο, με κάποιους στην Ουάσινγκτον να υποστηρίζουν ότι η μείωση του αφορολόγητου πρέπει να εφαρμοστεί το 2019 και να μη συνδεθεί με αντίμετρα, θέση στην οποία έρχεται κάθετα αντίθετη όχι μόνο η Αθήνα αλλά και η Κομισιόν.
Η Κομισιόν όχι μόνο το απορρίπτει αυτό αλλά ο πρόεδρος Γιούνκερ πιέζει ώστε ο ESM να αποπληρώσει τα δάνεια της Ελλάδας στο ΔΝΤ και να επαναπροσδιοριστεί η σχέση της χώρας μας με το νέο πλέον Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο. Καθώς όμως και εκεί υπάρχουν διαφωνίες μεταξύ Γερμανών και Γάλλων, διαμορφώνεται ένας ακόμα παράγοντας που μπορεί να οδηγήσει σε καθυστερήσεις.
Οπως γνωρίζουμε, το ΔΝΤ επιμένει για εμπροσθοβαρή εφαρμογή των μέτρων και μείωση των πλεονασμάτων κάτω από το 3,5% του ΑΕΠ. Η Κομισιόν εξακολουθεί να θεωρεί τις προβλέψεις του ΔΝΤ και τον τρόπο υπολογισμού τους «άκρως απαισιόδοξο» και το θέμα θα παραμείνει εκεί μέχρι τον Μάιο, οπότε θα πρέπει να υπάρξει συμφωνία για τα δημοσιονομικά στοιχεία.
Από τον περασμένο Ιούνιο, ΕΕ και ΔΝΤ είναι σαν δύο ξένοι στην ίδια χώρα (Ελλάδα) και κανείς δεν ανοίγει ακόμα τα χαρτιά του.
Οπως φανέρωσαν όμως τα έγγραφα που δημοσιεύσαμε, το ΔΝΤ ανησυχεί για την απώλεια επιρροής του στην ΕΕ και έτσι δεν αποκλείονται εκπλήξεις της τελευταίας στιγμής...