Αντισυνταγματικές κρίθηκαν από την Ολομέλεια του ΣτΕ και οι περικοπές που έγιναν στις αποδοχές των καθηγητών των ΤΕΙ και αποφάνθηκε οτι θα πρέπει να επιστρέψουν στο καθεστώς της 1ης Αυγούστου του 2012.
Ωστόσο, όπως έγινε και σε άλλες επαγγελματικές κατηγορίες, η Ολομέλεια για λόγους δημοσίου συμφέροντος έκρινε ότι όσοι έχουν προσφύγει έως τώρα θα πρέπει να λάβουν αναδρομικά τις διαφορές των αποδοχών τους από το 2012 έως σήμερα, ενώ για εκείνους που δεν έχουν προσφύγει η αναπροσαρμογή των μισθών ισχύει από σήμερα, ημέρα δημοσίευσης των τριών σχετικών αποφάσεων.
Ο διαχωρισμός, όπως επισημαίνουν οι δικαστές, έγκειται στην "οξυμένη δημοσιονομική κρίση" και στην "κοινώς γνωστή ταμειακή δυσχέρεια του Ελληνικού Δημοσίου".
Συγκεκριμένα, 49 καθηγητές, αναπληρωτές καθηγητές, επίκουροι καθηγητές και καθηγητές εφαρμογών των ΤΕΙ είχαν προσφύγει στο Συμβούλιο της Επικρατείας και ζητούσαν να κριθεί αντισυνταγματικό και παράνομο το μνημονιακό νομοθετικό καθεστώς (νόμοι 4093/2012 και 4046/2012) όπως και υπ΄ αριθμ. οικ/2/83408/022/14.11.2012 απόφαση του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών. Με το επίμαχο νομοθετικό πλαίσιο μειώθηκαν δραστικά οι αποδοχές τους από 1.8.2018.
Η Ολομέλεια του ΣτΕ με πρόεδρο το Νικόλαο Σακελλαρίου και με εισηγητές τους συμβούλους Επικρατείας Δημήτριο Αλεξανδρή, Ελένη Παπαδημητρίου και Βικτωρία Πλαπούτα, εξέδωσαν τις υπ΄ αριθμ. 479-481/2018 αποφάσεις της, με τις οποίες δικαιώθηκαν 49 καθηγητές των ΤΕΙ.
Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας έκανε δεκτή την αίτηση των 49 καθηγητών, κρίνοντας ότι τόσο οι μνημονιακοί νόμοι όσο και η επίμαχη υπουργική απόφαση που αναδρομικά από 1.8.2012 μείωσαν τις αποδοχές των καθηγητών ΤΕΙ «αντίκειται στο άρθρο 21 παράγραφος 3 του Συντάγματος», όπως και στις Συνταγματικές αρχές: α) της ιδιαίτερης μισθολογικής μεταχείρισης των γιατρών του ΕΣΥ, β) της αναλογικότητας και γ) της ισότητας στα δημόσια βάρη.
Κατά την Ολομέλεια τους Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, η μεταβολή του μισθολογικού καθεστώτος των εν λόγω καθηγητών, σε τέτοιας φύσεως και εκτάσεως μείωση των αποδοχών τους, επιφέρει ανατροπή του ισχύοντος μισθολογικού καθεστώτος και δεν μπορεί να γίνει χωρίς προηγουμένως να έχει εκτιμηθεί το δημοσιονομικό όφελος, σε σχέση με τις επιπτώσεις που η μείωση αυτή μπορεί να έχει.