Οι Ελληνες τραπεζίτες περιμένουν ότι θα παραμείνει η δυναμική τους το 2018, καθώς βελτιώνεται η μακροοικονομική εικόνα της χώρας, η πολιτική μεταβλητότητα παραμένει περιορισμένη και οι τράπεζες προσηλωμένες στο πλάνο ομαλοποίησης, τονίζει η JP Morgan μετά το ταξίδι της στην Αθήνα.
Όπως αναφέρει ο αμερικανικός οίκος, οι τραπεζίτες προβλέπουν άνοδο του ΑΕΠ κατά περίπου 2% το 2018, που θα στηριχθεί από υψηλότερα επίπεδα ιδιωτικής κατανάλωσης και επενδύσεων καθώς και από τη μείωση της ανεργίας.
Η αγορά θα επικεντρωθεί βραχυπρόθεσμα στα αποτελέσματα των επικείμενων stress tests, με τις διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών να αισθάνονται άνετα με τη βελτιωμένη κεφαλαιοποίηση και τις καλύτερες μετρήσεις τόσο σε μακροοικονομικό επίπεδο όσο και για τον κλάδο σε σχέση με την τελευταία άσκηση το 2015 (ο μέσος κεφαλαιακός δείκτης CET1 έχει αυξηθεί από περίπου 12% το πρώτο εξάμηνο του 2015 στο 17,6% το τρίτο τρίμηνο του 2017).
Τυχόν ολοκλήρωση των stress tests χωρίς νέες κεφαλαιακές απαιτήσεις και μια επιτυχής έξοδος της Ελλάδας από το πρόγραμμα τον Αύγουστο θα ανοίξει τον δρόμο για αύξηση της εμπιστοσύνης, που οι ελληνικές τράπεζες θεωρούν κρίσιμη για καλύτερες εισροές καταθέσεων και βελτίωση της πρόσβασης σε χρηματοδότηση. Ωστόσο, οι τραπεζίτες επανέλαβαν ότι η πολιτική σταθερότητα σε Ελλάδα και Ευρώπη είναι κρίσιμες, δεδομένου ότι θα είναι δύσκολες οι συζητήσεις για την ελάφρυνση χρέους.
Η ποιότητα ενεργητικού θα αποτελέσει ένα ακόμη θέμα ζωτικής σημασίας για το 2018, καθώς οι τράπεζες πρέπει να αυξήσουν τις προσπάθειές τους για να μειώσουν τα επίπεδα των NPEs κατά περίπου 15 δισ., στα 81,5 δισ. το 2018. Οι διοικήσεις των τραπεζών αναγνωρίζουν την πρόκληση αλλά εμφανίζονται σίγουρες για επίτευξη των στόχων χωρίς να «κάψουν» κεφάλαια.
Ενώ αναμένεται να διατηρηθεί σημαντική ροή μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, η προσήλωση των τραπεζών στις αναδιαρθρώσεις θα κρατήσει σταθερό ή και μειούμενο το ύψος των NPEs για κάποιες τράπεζες. Αναμένονται νέες πωλήσεις εξασφαλισμένων και μη εξασφαλισμένων δανείων στις αρχές του έτους, ενώ για τα ενυπόθηκα δάνεια, οι τιμές στο real estate θα παίξουν κρίσιμο ρόλο όσον αφορά στην αξία των εγγυήσεων.
Σε σχέση με την υιοθέτηση του IFRS 9, αν και οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών δεν έχουν ξεκαθαρίσει τη θέση τους, αναμένεται να τη χρησιμοποιήσουν ως ευκαιρία για να αυξήσουν τα επίπεδα κάλυψης, δεδομένου ότι η επίπτωση στα κεφάλαια θα απορροφηθεί σε βάθος πενταετίας.
Στο λειτουργικό μέτωπο, οι τραπεζίτες περιμένουν ότι οι ισολογισμοί τους θα συνεχίσουν να συρρικνώνονται, με σημαντικές διαγραφές και πωλήσεις, σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη απομόχλευση στις χορηγήσεις λιανικής, αλλά η ανάκαμψη κατά 1% περίπου στα εταιρικά δάνεια (η πρώτη από τότε που άρχισε η κρίση) είναι ενθαρρυντική.
Ως αποτέλεσμα, τα καθαρά έσοδα από τόκους αναμένεται να μειωθούν οριακά. Ωστόσο, τα αυξημένα έσοδα από προμήθειες αναμένεται να στηρίξουν την κερδοφορία των τραπεζών.
Στο μέτωπο της χρηματοδότησης, οι τραπεζίτες περιμένουν συνέχιση των εισροών καταθέσεων αλλά δεν αναμένουν σημαντική επιτάχυνση βραχυπρόθεσμα. Τα χρήματα σε κυκλοφορία παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, στα 36 δισ. το Νοέμβριο του 2017 (έναντι 50 δισ. στο ζενίθ της κρίσης το πρώτο εξάμηνο του 2015), αλλά θα χρειαστούν περισσότερα κίνητρα για να επιστρέψουν στις τράπεζες ως καταθέσεις.
Σε γενικές γραμμές, οι τραπεζίτες θεωρούν ότι είναι σε καλή θέση για να μηδενίσουν τη χρηματοδότηση από τον έκτακτο μηχανισμό ρευστότητας (ELA) φέτος και οι περισσότερες τράπεζες αναμένεται να δοκιμάσουν τις αγορές με έκδοση καλυμμένου ομολόγου εντός του έτους.