Στην τελική ευθεία εισέρχεται το ελληνικός σκέλος της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress test) καθώς, κατά τη διάρκεια της εβδομάδας, αναμένεται να οριστικοποιήσει η Ευρωπαική Κεντρική Τράπεζα τις μακροοικονομικές παραδοχές του βασικού και δυσμενούς σεναρίου, τις οποίες εν συνεχεία θα γνωστοποιήσει στις τράπεζες.
Θεωρητικά, η έγκριση των μακροοικονομικών παραμέτρων, σε συνδυασμό με την γνωστή ήδη, πανευρωπαική μεθοδολογία, σηματοδοτούν την οριστικοποίηση των βασικών παραδοχών της άσκησης. Πρακτικά, όμως, παραμένουν αρκετά ζητήματα ανοικτά, κάποια εκ των οποίων θα αποβούν καθοριστικά για το τελικό αποτέλεσμα της άσκησης.
Το σημαντικότερο εξ αυτών, σύμφωνα με τραπεζικά στελέχη και αναλυτές, είναι πώς θα αποτιμηθεί η ρευστοποιήσιμη αξία ενεχύρων. Όπως είναι γνωστό, ΕΚΤ και SSM πίεσαν και πέτυχαν να προχωρήσουν οι πλειστηριασμοί, ώστε να μπουν τιμές στο σύστημα, πριν την ολοκλήρωση του stress test. Ταυτόχρονα, οι τράπεζες βγάζουν προς πώληση χαρτοφυλάκια ή μεμονωμένα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Η επιμονή του επόπτη να υπάρξει δείγμα αγοραίων τιμών δείχνει τη προδιάθεσή του να συνυπολογίσει τα επίπεδα, στα οποία διενεργούνται πραγματικές αγοραπωλησίες, στη διαδικασία αξιολόγησης της ρευστοποιήσιμης αξίας ενεχύρων. Προς αυτή την κατεύθυνση πιέζει, άλλωστε, το ΔΝΤ, κύκλοι του οποίου αναφέρουν πως θα πρέπει να συνυπολογισθούν και τα επίπεδα τιμών στα οποία πωλήθηκαν μη εξυπηρετούμενα δάνεια, ανά υποκατηγορία, πανευρωπαϊκά.
Ενδεχόμενη επανεξέταση της ρευστοποιήσιμης αξίας ενεχύρων με βασικό οδηγό τα επίπεδα που διενεργούνται αγοραπωλησίες ενδέχεται να αποτελέσει δυσμενή εξέλιξη για τις εγχώριες τράπεζες, καθώς είναι πιθανόν να φανεί σημαντική ψαλίδα από την υπολογισμένη ανακτήσιμη αξία. Σε αυτή την περίπτωση ο επόπτης υποχρεωτικά υιοθετεί το συντηρητικότερο σενάριο.
Για να αποφευχθεί κάτι τέτοιο, η ελληνική πλευρά αντιτάσσει το επιχείρημα ότι η δευτερογενής αγορά μόλις ξεκίνησε να λειτουργεί και οι τιμές θα βελτιωθούν σταδιακά σε βάθος χρόνου.
Ως εκ τούτου είναι κρίσιμο, αφενός να υλοποιηθεί το πλάνο πλειστηριασμών και πωλήσεων δανείων, κατά τους επόμενους μήνες, αφετέρου να βελτιωθούν σταδιακά οι αγοραίες τιμές, που επιτυγχάνονται, ώστε να δοθεί ένα έμπρακτο επιχείρημα στην άποψη ότι τα τιμήματα θα βελτιώνονται όσο διευρύνεται η δευτερογενής αγορά και μπαίνουν σοβαρότεροι παίκτες.
Το γεγονός ότι έχουν λάβει, ήδη, άδεια 10 εταιρείες διαχείρισης δανείων και εκκρεμούν άλλες τουλάχιστον πέντε εγκρίσεις, όπως και η έλευση παικτών όπως οι DoBank, Altamira, Mount Street κ.ά. δείχνουν ότι η δευτερογενής αγορά διευρύνεται και επομένως μπορεί τα τιμήματα για τις τράπεζες να βελτιωθούν σταδιακά.
Τραπεζικά στελέχη αναφέρουν το παράδειγμα των αγορών Ρουμανίας και Βουλγαρίας, στις οποίες οι θυγατρικές τους προχώρησαν σε πωλήσεις δανείων σε υψηλότερες τιμές από την Ελλάδα, καθώς αφενός είναι μικρότερο το ρίσκο χώρας, αφετέρου λειτουργεί ο ανταγωνισμός μεταξύ των επενδυτών, που δραστηριοποιούνται στη δευτερογενή αγορά.
Από την άλλη, όμως, στην Ελλάδα, πέραν του ρίσκου χώρας και του πολύ υψηλού ποσοστού των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων επί των συνολικών χορηγήσεων, υπάρχει η ιδιαιτερότητα ότι οι πλειστηριασμοί είχαν «παγώσει» επί χρόνια, με αποτέλεσμα να απομειώνεται η αξία των ρευστοποιήσιμων ενεχύρων, λόγω φθοράς και να έχει δημιουργηθεί μια ιδιαίτερα κακή «κουλτούρα» πληρωμών.
Υπό το παραπάνω πρίσμα δεν είναι βέβαιο αν προσμετρηθεί από τον επόπτη η δυναμική προβολή, στην οποία ποντάρουν οι εγχώριες τράπεζες. Αντίστοιχα, δεν έχει ξεκαθαρισθεί, αν συνυπολογισθούν στην Διαδικασία Εποπτικής Αξιολόγησης, που θα ακολουθήσει το stress test, τα πλάνα μείωσης των κόκκινων δανείων για τα οποία έχουν δεσμευτεί οι τράπεζες ως το 2019.
Το σημερινό ραντεβού της ΕΕΤ με την Ντ. Νουί
Τα παραπάνω θέματα αναμένεται να απασχολήσουν τις σημερινές συναντήσεις του προεδρείου της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών ( ΕΕΤ) με την επικεφαλής του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (SSM), Ντ. Νουί και το μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ευρωπαικής Κεντρικής Τράπεζας, Μπ. Κερέ. Πρόκειται για συναντήσεις, που ζήτησε η ΕΕΤ, στο πλαίσιο των τακτικών επαφών, τις οποίες επιδιώκει με τις εποπτικές αρχές.
Τυπικά στην ατζέντα της συνάντησης, με την επικεφαλής του SSM, δεν μπορούν να μπουν οι μακροοικονομικές παράμετροι της άσκησης καθώς αρμόδια για αυτές είναι η ΕΚΤ και όχι ο SSM. Πρακτικά, όμως, δεν αποκλείεται να συζητηθούν οι προοπτικές, που έχουν στην τριετία τα εγχώρια ακίνητα. Σημειώνεται ότι τα ακίνητα αποτελούν περίπου το 83% των εξασφαλίσεων που έχουν οι τράπεζες.