Την ανάκαμψη της οικονομίας, με παράλληλη μείωση του κινδύνου της χώρας, επιζητούν οι ασφαλιστικές εταιρείες προκειμένου, από τη μια πλευρά, να μπορέσουν να ανεβάσουν το ύψος των εργασιών τους και από την άλλη, να αποκομίσουν κεφαλαιακά κέρδη και να αποφύγουν σημαντικούς μελλοντικούς κινδύνους, όταν μια σειρά προϊόντων θα διατίθεται σε πανευρωπαϊκή βάση.
Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς -και παρά την αρχική αισιοδοξία που είχε εκφραστεί στις αρχές του έτους-, η φετινή ασφαλιστική παραγωγή δεν θα καταφέρει να πετύχει αξιοσημείωτη αύξηση (+0,8% στο οκτάμηνο, με τη συμβολή των ενεργειών της ΑΑΔΕ για τα ανασφάλιστα οχήματα), χωρίς να αποκλείεται μάλιστα και το ενδεχόμενο να κινηθεί οριακά πτωτικά.
Η παλαιότερη εκτίμηση παραγόντων της αγοράς ότι ο κόσμος θέλει πολύ πιο πολύ σε σχέση με το παρελθόν να ασφαλιστεί αλλά δεν του το επιτρέπουν τα εισοδήματά του, έρχεται να επιβεβαιωθεί στην πράξη από τα στοιχεία της πρόσφατης έρευνας της MRB. Σύμφωνα λοιπόν με τα στοιχεία της έρευνας, το 89% των ερωτηθέντων προβλέπει ότι θα μειωθούν περαιτέρω οι συντάξεις, η πλειονότητα εμπιστεύεται περισσότερο τις ασφαλιστικές εταιρείες σε σύγκριση με τα κρατικά ταμεία και περίπου ένα 10%-15% θεωρεί πολύ πιθανό να ασφαλιστεί στο μέλλον, ιδίως σε τομείς όπως η υγεία και η σύνταξη.
Γενικότερα, κύκλοι της αγοράς εκφράζουν τον προβληματισμό τους ακόμη και για το τρέχον (ιδιαίτερα χαμηλό) επίπεδο της παραγωγής, καθώς μέρος αυτού αποτελεί ουσιαστικά μεταφορά αποταμιεύσεων από το τραπεζικό σύστημα, όταν κάποιοι πελάτες φοβήθηκαν πότε το GREXIT και πότε το κούρεμα των καταθέσεών τους.
Επίσης, ο αριθμός των συμβολαίων στον κλάδο της υγείας δεν έχει αυξηθεί ουσιαστικά κατά τα τελευταία χρόνια, παρά την αρνητική εντύπωση των πολιτών για τις προσφερόμενες υπηρεσίες από το δημόσιο σύστημα. Έτσι, οι ασφαλιστικές εταιρείες έχουν κάθε λόγο να επιθυμούν μια ουσιαστική ανάκαμψη της οικονομίας, που θα δώσει ανοδική πνοή (και) στην ασφαλιστική παραγωγή.
Πέραν αυτού όμως υπάρχουν και άλλοι λόγοι, βραχυπρόθεσμοι και μεσομακροπρόθεσμοι, για τους οποίους οι ασφαλιστικές εταιρείες προσβλέπουν στην οικονομική ανάκαμψη και στη συνεπακόλουθη μείωση του κινδύνου της χώρας.
Ο πρώτος εξ αυτών είναι ότι μείωση του «country risk» θα ρίξει τα yields (αποδόσεις) των ελληνικών ομολόγων και έτσι θα ανεβάσει τις τιμές τους (τα περιθώρια ανόδου είναι μεγάλα, καθώς τα yields των δεκαετών τίτλων της Ελλάδας κυμαίνονται στο 5% και της Πορτογαλίας στο 2%), την ώρα που πολλές ασφαλιστικές εταιρείες είναι «φορτωμένες» με κρατικούς τίτλους. Μάλιστα, η κατοχή κρατικών τίτλων έχει αυξηθεί σημαντικά από την επιβολή των capital controls και μετά, καθώς οι εταιρείες δεν έχουν τη δυνατότητα να επενδύσουν στο εξωτερικό.
Ο σημαντικότερος ωστόσο λόγος αφορά τη σταδιακή διεθνοποίηση των ασφαλιστικών προϊόντων, όπου για παράδειγμα δρομολογείται κοινό συνταξιοδοτικό προϊόν που θα διατίθεται σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τι σημαίνει αυτό; Ότι ο Ευρωπαίος καταναλωτής θα προτιμά να αποκτά το προϊόν από όποια χώρα έχει μικρότερο κίνδυνο και από όποιο κράτος επιβάλλει τη χαμηλότερη φορολογία. Άρα, λοιπόν, αν το ελληνικό country risk διατηρηθεί σε υψηλά επίπεδα, τότε υπάρχει ο κίνδυνος «φυγής» παραγωγής στο εξωτερικό, όταν φυσικά αρθούν τα capital controls.