Στην αποτροπή της αύξησης του ΕΤΜΕΑΡ, που πληρώνουν οι καταναλωτές μέσα από τους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος, αλλά και στη σημαντική μείωση του ελλείμματος του Ειδικού Λογαριασμού των ΑΠΕ έχει οδηγήσει η θέσπιση και η εφαρμογή της χρέωσης προμηθευτών.
Την επισήμανση αυτή κάνουν στελέχη επιχειρήσεων ΑΠΕ, με αφορμή τα όσα είδαν το φως της δημοσιότητας τις τελευταίες μέρες για τη συγκεκριμένη χρέωση που πληρώνουν οι προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας.
Οι ίδιες πηγές υπενθυμίζουν ότι «η χρέωση προμηθευτών δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία ανταποδοτική χρέωση που πληρώνουν οι προμηθευτές για το φθηνότερο (λόγω ΑΠΕ) ρεύμα που αγοράζουν».
Επαναλαμβάνουν ακόμη ότι «η χρέωση αυτή δεν έχει καμία σχέση με «τέλος» ή φόρο, ούτε και με το Ειδικό Τέλος Μείωσης Εκπομπών Αέριων Ρύπων (δηλαδή το ΕΤΜΕΑΡ)».
Γιατί θεσπίστηκε η χρέωση προμηθευτή
Σε ό,τι αφορά στη συμβολή των ΑΠΕ στην Οριακή Τιμή Συστήματος αλλά και «τη στρέβλωση που υπήρχε», με αποτέλεσμα την επιβάρυνση των καταναλωτών με αυξήσεις του ΕΤΜΕΑΡ αλλά και των παραγωγών ρεύματος από αιολικά και φωτοβολταϊκά συστήματα, στελέχη των εταιριών εξηγούν: «Πλήθος έγκυρων και εξειδικευμένων μελετών τα τελευταία χρόνια (ΕΜΠ, ΑΠΘ, ΙΟΒΕ, κ.ά.) έχουν τεκμηριώσει, πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι οι ΑΠΕ μειώνουν σημαντικά την Οριακή Τιμή Συστήματος», αναφέρουν σχετικά με τη συμβολή των ΑΠΕ στην Οριακή Τιμή.
«Όμως, για πολλά χρόνια, η μείωση αυτή δεν μεταφερόταν στα τιμολόγια των καταναλωτών, ενώ παράλληλα δεν καταβαλλόταν εμπρόθεσμα και στο σύνολό του στους δικαιούχους το συμβολαιοποιημένο τίμημα για την παραγόμενη ανανεώσιμη ενέργεια», σημειώνουν εξηγώντας τη στρέβλωση στην αγορά καθώς και τις αρνητικές επιπτώσεις που προκαλούσε:
«Το γεγονός αυτό συνέβαλε καθοριστικά στη δημιουργία διαρκώς διογκούμενων ελλειμμάτων στον Ειδικό Λογαριασμό ΑΠΕ του ΛΑΓΗΕ, τα οποία για να αντιμετωπιστούν επιβάρυναν, αφενός μεν τους καταναλωτές με συνεχείς αυξήσεις του ΕΤΜΕΑΡ, και, αφετέρου, τις ΑΠΕ, κυρίως με αναδρομικές περικοπές στις συμβολαιοποιημένες τιμές πώλησης της παραγόμενης ανανεώσιμης ενέργειας, που έφτασαν να απειλούν σοβαρά τη βιωσιμότητα του κλάδου με όλους τους συνεπαγόμενους κινδύνους για την ενεργειακή αγορά, το περιβάλλον και την οικονομία».
Έτσι, τον Αύγουστο του 2016, με διάταξη του Ν.4414/16 που ψηφίστηκε με ευρύτατη πλειοψηφία από τη Βουλή, επαναπροσδιορίστηκε ο τρόπος υπολογισμού και πληρωμής του κόστους των ΑΠΕ, «έτσι ώστε να επιστρέψει σταδιακά στον Ειδικό Λογαριασμό ΑΠΕ από την αγορά (δηλ. από τους προμηθευτές) η ως άνω οικονομική αξία που προσφέρουν οι ΑΠΕ. Η νέα αυτή ρύθμιση εξειδικεύθηκε, μετά από δύο σχετικές ευρείες δημόσιες διαβουλεύσεις της ΡΑΕ, και ενσωματώθηκε στους Κώδικες Συναλλαγών και Διαχείρισης του Συστήματος», σημειώνουν πηγές επιχειρήσεων των ΑΠΕ.
Οι θετικές επιπτώσεις
Τα αποτελέσματα της ρύθμισης αυτής, σύμφωνα με τα ίδια πρόσωπα, είναι: «Η εφαρμογή της ρύθμισης αυτής έχει οδηγήσει ήδη σε σημαντική μείωση του ελλείμματος του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ ενώ αναμένεται και ο λογιστικός μηδενισμός του μέχρι το τέλος του 2017. Αυτή η μείωση, με τη σειρά της, έχει ως αποτέλεσμα την αποφυγή νέων αυξήσεων του ΕΤΜΕΑΡ στα τιμολόγια των καταναλωτών, ενώ συγκρατήθηκαν και οι καθυστερήσεις των πληρωμών των ΑΠΕ -που παραμένουν βέβαια μεγάλες, στα επίπεδα των πέντε μηνών-, και αποφεύχθηκαν και νέες αναδρομικές περικοπές των τιμών των εν λειτουργία έργων ΑΠΕ».
Τα ίδια στελέχη της αγοράς σημειώνουν την αναγκαιότητα της συνέχισης της εφαρμογής των συγκεκριμένων διατάξεων: «Εκτιμάται ότι είναι απολύτως απαραίτητη η συνέχιση της εφαρμογής της νέας ρύθμισης -πάντα υπό την άγρυπνη εποπτεία και τον έλεγχο των συναρμόδιων φορέων (ΡΑΕ, ΛΑΓΗΕ), καθώς αναμένεται να οδηγήσει στη μόνιμη εξισορρόπηση του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ, στην εξάλειψη των καθυστερήσεων των πληρωμών ΑΠΕ αλλά και στη συγκράτηση και, πιθανότατα, στη μείωση του ΕΤΜΕΑΡ.
Ως εκ τούτου, θα ενισχύσει την αξιοπιστία του ΛΑΓΗΕ, θα προστατεύσει τους καταναλωτές και θα τονώσει την ασφάλεια των υφιστάμενων και των νέων επενδύσεων ΑΠΕ», υπογραμμίζουν και καταλήγουν: «Ρυθμίσεις όπως η εν θέματι χρέωση προμηθευτών, που αίρουν χρόνιες στρεβλώσεις του παρελθόντος, εξορθολογίζουν τη λειτουργία της αγοράς και την κάνουν περισσότερο ανταγωνιστική, προφανώς απαιτούν την προσαρμογή όλων των συμμετεχόντων σε αυτήν και την εγκατάλειψη πρακτικών που δεν συνάδουν με τους στόχους αυτούς».