Αρκετά χρόνια μετά την αποκάλυψη του φαινομένου των “Greek Statistics”, εκφράζονται ακόμη απορίες για την αντιπροσωπευτικότητα κάποιων από τα οικονομικά στατιστικά στοιχεία που βλέπουν το φώς της δημοσιότητας.
Ειδικότερα, στελέχη της αγοράς απορούν πχ για το πώς καταγράφηκε σημαντική αύξηση στον όγκο των λιανικών πωλήσεων κατά τους πρώτους μήνες του 2017, ενώ ακόμη η ίδια η υπουργός Τουρισμού κρατά σαφέστατες αποστάσεις από τα στοιχεία που εξέδωσε πέρυσι για τον κλάδο η Τράπεζα της Ελλάδος!
Σύμφωνα με οικονομικούς παράγοντες, θα πρέπει να υπάρξει μεγαλύτερη ενημέρωση της αγοράς για τη μεθοδολογία κάθε δείκτη και τον τρόπο συγκέντρωσης των στοιχείων, προκειμένου να αποφεύγονται παρεξηγήσεις, ή και να διορθώνονται πράγματα μέσα από τη διαδικασία του διαλόγου. Επ' αυτού ίσως ένα πρώτο δείγμα αποτελεί η απόφαση της ΕΛΣΤΑΤ να μην δημοσιεύσει χθες την πρώτη (flash) εκτίμηση για την πορεία του ΑΕΠ το β' τρίμηνο προκειμένου να ελέγξει τη μεθοδολογία και να αποφύγει «αστοχίες» που καταγράφηκαν τα δυο προηγούμενα τρίμηνα στη συγκεκριμένη ανακοίνωση.
Οι λιανικές πωλήσεις
Έκπληξη και προβληματισμό διατυπώνουν επιχειρηματικά στελέχη για το κατά πόσο τα επίσημα στατιστικά στοιχεία καταγράφουν με ακρίβεια τις κινήσεις και τις εξελίξεις στο μέτωπο των λιανικών πωλήσεων.
Και αυτό γιατί σε μια περίοδο κατά την οποία η εικόνα της ΕΛΣΤΑΤ είναι περισσότερο αναβαθμισμένη από ποτέ, εύλογα μπορεί κάποιος να αναρωτηθεί για το πώς κατά τους πρώτους φετινούς μήνες, ο όγκος των λιανικών πωλήσεων καταγράφει αξιοσημείωτη άνοδο, την ώρα που παράγοντες μεγάλων κλάδων μιλούν για χαρακτηριστική πτώση.
Για παράδειγμα, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ ο δείκτης όγκου στο λιανικό εμπόριο σημείωσε κατά το πρώτο τετράμηνο του 2017 άνοδο 2,8% και 2,4% αν αφαιρεθούν τα καύσιμα και τα λιπαντικά αυτοκινήτου.
Πώς όμως συνδυάζεται μια τέτοια επίδοση, όταν εταιρείες ερευνών και παράγοντες της αγοράς αναφέρονται σε αξιοσημείωτη πτώση της ζήτησης σε κομβικούς κλάδους; Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του κ. Ευάγγελου Καλούση, προέδρου του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων, ο οποίος είχε αναφερθεί σε "πρωτοφανή" πτώση της ζήτησης 5%-7% σε γάλα και ψωμί κατά το πρώτο δίμηνο της φετινής χρονιάς.
Άλλο παράδειγμα προέρχεται από γνωστή εταιρεία ερευνών που τον Απρίλιο προέβλεψε πτώση του φετινού τζίρου στα super markets κατά 3,6% σε σύγκριση με το 2016 σε έντεκα βασικές προϊοντικές κατηγορίες. Το ερώτημα είναι το πώς συνδυάζεται μια τέτοια εκτίμηση με το +3,2% που κατέγραψε -σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ- κατά το πρώτο φετινό τετράμηνο ο όγκος των πωλήσεων "στα μεγάλα καταστήματα τροφίμων";
Επίσης, απορία προκαλεί ότι σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, τον Απρίλιο του 2017 (μη τουριστικός μήνας) ο δείκτης κύκλου εργασιών στο λιανικό εμπόριο αυξήθηκε κατά 4,6% σε ετήσια βάση και ο αντίστοιχος δείκτης όγκου κατά 3%. Πώς όμως συνέβη αυτό σε ένα στάσιμο ΑΕΠ, όπου μάλιστα οι φορολογικές υποχρεώσεις διογκώθηκαν σημαντικά;
Βασικός μέτοχος μεγάλης (εισηγμένης) εταιρείας τροφίμων στον οποίο απευθύνθηκε το Euro2day.gr, εξέφρασε και αυτός την απορία του για την διαφαινόμενη αναντιστοιχία των στοιχείων, επιμένοντας πως τα νοικοκυριά φέτος έχουν αρχίσει να περικόπτουν ακόμη και αυτά που παλαιότερα ονομάζαμε "πολύ βασικά".
Από την άλλη πλευρά, στέλεχος της αγοράς σπεύδει να διασκεδάσει τις απορίες. “Συχνά πρόκειται για την μέτρηση διαφορετικών πραγμάτων. Για παράδειγμα, η ΕΛΣΤΑΤ μπορεί να μην αφαιρεί τις προσφορές δωρεάν τεμαχίων που συχνά προσφέρονται στους καταναλωτές ως δέλεαρ, ή ακόμη μπορεί να υπάρχει και διαφορετική χρονική βάση στη σύγκριση. Επίσης, δεν λείπουν και οι περιπτώσεις που εργοδοτικές οργανώσεις και στελέχη συγκεκριμένων εταιρειών περιγράφουν μια κατάσταση χειρότερη από αυτή που πραγματικά επικρατεί, είτε για να δικαιολογήσουν την υποαπόδοση της εταιρείας τους, είτε για να διεκδικήσουν πιεστικότερα κλαδικά αιτήματα".
Σύγχυση και στον τουρισμό
Τα στατιστικά "παράδοξα" του τουρισμού βρέθηκαν στο προσκήνιο, ουσιαστικά από την άνοιξη του 2016, όταν στα στοιχεία που δημοσιοποιεί η Τράπεζα της Ελλάδος -μέσω κυρίως της έρευνας συνόρων που πραγματοποιεί- άρχισε να καταγράφεται έντονη απόκλιση μεταξύ της εξέλιξης του αριθμού ξένων τουριστών και της πορείας των ταξιδιωτικών εισπράξεων. Ένα "παράδοξο" που αποτυπώθηκε στο τέλος του 2016, όταν καταγράφηκε ότι οι αφίξεις αυξήθηκαν κατά 5,1%, οι διανυκτερεύσεις ξένων επισκεπτών κατά 2,9%, ενώ αντίθετα οι ταξιδιωτικές εισπράξεις υποχρεώθηκαν (σύμφωνα με την ΤτΕ) σε μείωση 6,8%!
Μάλιστα, για τις αποκλίσεις που καταγράφονται στα σχετικά στατιστικά μεγέθη της TτΕ, έκανε σαφείς αναφορές η υπουργός Τουρισμού Έλενα Κουντουρά σε συνέντευξή της στο Euro2day.gr.
Αν και οι φορείς του τουρισμού εμφανίζονται να αποδέχονται σε γενικές γραμμές τα στοιχεία της TτΕ, η κα Κουντουρά επανήλθε στο θέμα σε πρόσφατη συνάντησή της με τους αντιπεριφερειάρχες τουρισμού όλης της χώρας, επισημαίνοντας πως τα στοιχεία εμφανίζουν σημαντικές αποκλίσεις σε σύγκριση με τα αντίστοιχα που δημοσιοποιούν κατά καιρούς οι επίσημες αρχές βασικών αγορών του ελληνικού τουρισμού μεταξύ των οποίων οι ΗΠΑ, η Γαλλία, η Ρωσία η Πολωνία!
Για το ίδιο θέμα μάλιστα έχει αναφερθεί και ο γενικός γραμματέας του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού Taleb Rifai.
Από την άλλη πλευρά, παράγοντες της αγοράς, υποστηρίζουν πως η κυβέρνηση (μέσω του υπουργείου Τουρισμού) αντιδρά κυρίως επειδή η καταγραφόμενη εξέλιξη δεν της επιτρέπει να κεφαλαιοποιήσει επικοινωνιακά και πολιτικά, όσο θα ήθελε, την ανοδική πορεία του τουρισμού.
Κεντρικό ζήτημα πάντως, αποτελεί -σύμφωνα με παράγοντες του χώρου- το αν και σε ποιο βαθμό καταγράφονται οι δαπάνες που πραγματοποιούν οι τουρίστες εκτός της "παραδοσιακής" ταξιδιωτικής αλυσίδας: μέσο μεταφοράς, κατάλυμα, ταξιδιωτικό γραφείο.
Ερωτάται λοιπόν το κατά πόσο καταγράφονται οι δαπάνες που πραγματοποιούν σε σούπερ μάρκετ, χώρους εστίασης εκτός ξενοδοχείων και καταλυμάτων, εμπορικά κέντρα και άλλες δραστηριότητες, ιδιαίτερα όταν αυξάνονται ολοένα και περισσότερο οι μεμονωμένοι ταξιδιώτες.
Για παράδειγμα, πώς καταγράφονται –άρα και κατά πόσο προσμετρώνται- οι δαπάνες ταξιδιωτών που διαμένουν στην Ελλάδα σε ιδιωτικές κατοικίες, οι οποίες μισθώνονται μέσω ηλεκτρονικών πλατφορμών όπως η Airbnb;
Η ΤτΕ από την πλευρά της υπεραμύνεται της μεθοδολογίας της και προχώρησε σε κάποιες πρώτες ερμηνείες για την "παράδοξη" απόκλιση.
Το Υπουργείο Τουρισμού την ίδια στιγμή βρίσκεται στην τελική φάση υλοποίησης του σχεδίου για τη δημιουργία δορυφόρων λογαριασμού τουρισμού (ειδικά στατιστικά εργαλεία) ώστε να δημιουργηθεί μια ενιαία, λεπτομερής βάση στατιστικών στοιχείων, η οποία θα αποτυπώνει με μεγαλύτερη ακρίβεια τα μεγέθη. Σύμφωνα με πληροφορίες του Euro2day.gr, ενδέχεται να γίνουν σχετικές ανακοινώσεις για την πιλοτική λειτουργία των δορυφόρων λογαριασμών τουρισμού τις επόμενες 3-4 εβδομάδες.
Η ανάγκη για "νοικοκύρεμα" των στατιστικών του τουρισμού φαντάζει προφανής αν αναλογιστεί κανείς τη στατιστική "Βαβέλ" που έχει διαμορφωθεί στην πορεία των χρόνων σε ότι αφορά την καταγραφή των μεγεθών του κλάδου.
Αρκεί να συνυπολογίσει κανείς πως σήμερα στατιστικά στοιχεία και μελέτες για τον τουρισμό δημοσιοποιούν η ΕΛΣΤΑΤ, η TτΕ, το Ινστιτούτο Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ) του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδας (ΞΕΕ), το Ινστιτούτο ΣΕΤΕ (SETE Intelligence) του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, αλλά και το ΚΕΠΕ.
Επιπρόσθετα, κατά καιρούς ασχολείται το ΙΟΒΕ, ενώ επιπλέον στοιχεία διαθέτουν ο ΟΛΠ για την κρουαζιέρα και την ακτοπλοΐα, η Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας για την αεροπορική κίνηση, η εταιρεία Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών και εσχάτως η Fraport που διαχειρίζεται 14 περιφερειακά αεροδρόμια.
«Όλα καλά» λένε οι εξαγωγείς
Σε αντίθετη ωστόσο γραμμή κινείται ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Εξαγωγέων (ΠΣΕ). Στέλεχος του Συνδέσμου με μεγάλη εμπειρία στον κλάδο, δηλώνει στο Euro2day.gr ότι ουδέποτε έχει παρατηρηθεί κάποια απόκλιση από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ με τα δεδομένα, όπως αυτά μεταφέρονται από τις επιχειρήσεις-μέλη του, τουλάχιστον ως προς τον τομέα των εξαγωγών.
Το ίδιο στέλεχος επισημαίνει ότι η επιβεβαίωση των στοιχείων δεν προέρχεται μόνο από τα μέλη της, αλλά και από τα Γραφεία Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων των ελληνικών Πρεσβειών. «Όσες φορές έχουμε ζητήσει στοιχεία από τα Γραφεία ΟΕΥ για το εμπορικό ισοζύγιο μεταξύ της Ελλάδας και της χώρων που βρίσκονται, αυτά (τα στοιχεία) συμπίπτουν με τα αντίστοιχα της ΕΛΣΤΑΤ. Δεν έχει παρατηρηθεί καμία απόκλιση» τονίζει.
Ανάλογη είναι και η απάντηση στελέχους μεγάλου επιχειρηματικού Ομίλου της χώρας με έντονη εξαγωγική δραστηριότητα στον τομέα των τροφίμων και ποτών, που επισημαίνει ότι «δεν έχει γίνει αντιληπτή κάποια αρρυθμία μεταξύ των στατιστικών δεδομένων και των δεδομένων της αγοράς»