Μια πρώτη δημόσια «ναυμαχία» μεταξύ των πλοιοκτητών επαγγελματικών σκαφών τουρισμού που φέρουν ελληνική σημαία και εταιρειών που εκπροσωπούν ιδιοκτήτες σκαφών αναψυχής με σημαίες τρίτων χωρών (εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης) έλαβε χώρα το απόγευμα της προηγούμενης Τετάρτης, στο πλαίσιο των εργασιών του συνεδρίου για τον θαλάσσιο τουρισμό «Posidonia Sea Tourism Forum» που οργανώθηκε στην Αθήνα.
Μια «ναυμαχία» που επιβεβαιώνει πως αν οι κυβερνητικοί παράγοντες (διαχρονικά) παρακολουθούσαν μέχρι τέλους τις εργασίες τέτοιων φόρουμ, θα άκουγαν εξόχως αποκαλυπτικές επισημάνσεις. Κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης συζήτησης, ιδιαίτερα, θα αποκαλυπτόταν μπροστά τους η στρατηγική σημαία των ελληνικών θαλασσών για την παγκόσμια αγορά γιότινγκ και η σκληρή ναυμαχία σημαιών που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη στα ελληνικά πελάγη.
Τα αποκαλυπτικά που θα άκουγαν, αφορούν την απόβαση που επιχειρούν ισχυρά συμφέροντα του διεθνούς γιότινγκ στις ελληνικές θάλασσες. Απόβαση, μάλιστα, η οποία παραπέμπει σε «ρεσάλτα» πειρατών άλλων εποχών, αν ισχύουν όσα κατήγγειλε δημόσια ο πρόεδρος της Ένωσης Πλοιοκτητών Ελληνικών Σκαφών Τουρισμού (ΕΠΕΣΤ) Αντώνης Στελλιάτος.
Σύμφωνα με όσα ανέφερε ο επικεφαλής της ΕΠΕΣΤ, στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται φέτος 75 επαγγελματικά σκάφη αναψυχής με σημαίες τρίτων χωρών (εκτός Ε.Ε και χωρών του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Χώρου-ΕΟΧ), πραγματοποιώντας παράνομες προγραμματισμένες ναυλώσεις εντός του ελληνικού χώρου. Αποφεύγοντας με αυτό τον τρόπο να αποδίδουν το ΦΠΑ που έχει επιβληθεί στις ναυλώσεις, άλλους φόρους στο δημόσιο και ασφαλιστικές εισφορές σε ταμεία.
Με αφορμή τη συγκεκριμένη καταγγελία, αναδύεται στην επιφάνεια ένα μέρος του φαινομένου της φοροδιαφυγής στον συγκεκριμένο χώρο και της απώλειας σημαντικών εσόδων από το ελληνικό Δημόσιο.
Το θέμα, όπως εξήγησε ο Α. Στελλιάτος, είναι γνωστό στο αρμόδιο υπουργείο Ναυτιλίας, το οποίο έχει προγραμματίσει δύο συναντήσεις το αμέσως επόμενο διάστημα, προκειμένου να εξεταστεί αναλυτικά η κατάσταση.
Όπως εξήγησε ο πρόεδρος της ΕΠΕΣΤ, τα σκάφη αυτά θα μπορούσαν να πραγματοποιούν νόμιμους ναύλους στην Ελλάδα, εφόσον ακολουθούσαν όσα προβλέπει το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο: είτε αποκτώντας ΑΦΜ (αν ο ιδιοκτήτης του σκάφους είναι φυσικό πρόσωπο), είτε να δημιουργήσουν μια εταιρεία (κατηγορίας ΝΕΠΑ) όπως συμβαίνει και με τα επαγγελματικά σκάφη που φέρουν ελληνική σημαία. Υποστήριξε, μάλιστα, πως ένα πλοίο με ευρωπαϊκή σημαία και τις σχετικές πιστοποιήσεις από αναγνωρισμένο νηογνώμονα εξασφαλίζει άδεια εντός μηνός.
Το εντυπωσιακό είναι πως οι εκπρόσωποι των πλοιοκτητών σκαφών που φέρουν σημαίες τρίτων χωρών παραδέχθηκαν, επίσης δημοσίως, ότι γνωρίζουν πως υπάρχουν σκάφη αναψυχής που πραγματοποιούν παράνομες ναυλώσεις στην Ελλάδα. Σε σχετικό ερώτημα μάλιστα για τους λόγους που δεν χρησιμοποιούν τη νόμιμη οδό, ανέφεραν πως οι πλοιοκτήτες δεν θέλουν να μπλέξουν με την ελληνική γραφειοκρατία και δεν θέλουν να αναλάβουν το κόστος που συνεπάγεται η ίδρυση μιας νόμιμης εταιρείας (ΝΕΠΑ) στην Ελλάδα.
Ακριβώς σε αυτό το σημείο βρίσκεται ο πυρήνας της αντιπαράθεσης των δύο στρατοπέδων. Οι πλοιοκτήτες σκαφών με σημαίες τρίτων χωρών θέλουν να αξιοποιήσουν το «Ελντοράντο» των ελληνικών θαλασσών αλλά χωρίς να είναι υποχρεωμένες να καταβάλλουν τους φόρους και άλλες χρεώσεις που συνεπάγεται η ίδρυση μιας εταιρείας στην Ελλάδα.
«Θέλει η Ελλάδα να ανοίξει την αγορά γιότινγκ, προκειμένου αυτή να εκτοξευτεί, να εισρεύσουν πρόσθετα άμεσα και έμμεσα έσοδα στη χώρα και να δημιουργηθούν νέες θέσεις απασχόλησης, ή θέλει να προστατεύει συγκεκριμένες οικογένειες και ιδιοκτήτες;» ανέφερε χαρακτηριστικά η Janet Xanthopoulos, νομική σύμβουλος, επικεφαλής του τμήματος Yach Ownership Administration της εταιρείας Rosemont Yacht Services που εδρεύει στο Μονακό. Σημείωσε, μάλιστα, πως οι περιορισμοί που υπάρχουν στην Ελλάδα έχουν ήδη αρθεί σε χώρες όπως η Γαλλία, η Ισπανία, η Ιταλία και η Κροατία.
Οι Έλληνες πλοιοκτήτες από την πλευρά τους επισημαίνουν πως αν επιτρεπόταν κάτι τέτοιο, οι εταιρείες τους θα δέχονταν αθέμιτο ανταγωνισμό αφού δεν θα κατέβαλαν, μεταξύ άλλων, φόρους (ΦΠΑ και εταιρικούς) και ασφαλιστικές εισφορές για τους εργαζόμενούς τους όπως είναι υποχρεωμένοι να κάνουν οι ίδιοι. Ας σημειωθεί πως στις 3.000 ελληνικά επαγγελματικά τουριστικά σκάφη απασχολούνται 3.500 Έλληνες ναυτικοί.
Οι πιέσεις του διεθνούς lobby του γιότινγκ για την πλήρη απελευθέρωση της συγκεκριμένης αγοράς στην Ελλάδα είναι ασφυκτικές, καθώς ο τζίρος που τη συνοδεύει είναι τεράστιος και μεγεθύνεται διαρκώς.
Η Μεσόγειος αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες αγορές γιότινγκ του κόσμου και το αποδεικνύουν οι 700 μαρίνες που βρίσκονται διάσπαρτες σε μια ακτογραμμή μήκους 46.000 χλμ.
Γιατί, όμως, η Ελλάδα βρίσκεται στο στόχαστρο των ισχυρών συμφερόντων του διεθνούς γιότινγκ; Μα γιατί θεωρείται ένα από τα ιδανικότερα πεδία (αν όχι το ιδανικότερο) γιότινγκ του κόσμου. Κι ο λόγος είναι ότι πουθενά αλλού στον πλανήτη δεν βρίσκει κανείς συγκεντρωμένα σε τόσο μικρό γεωγραφικό χώρο 14.000 χλμ. ακτογραμμής και 3.000 νησιά από τα οποία 220 κατοικημένα. Γι’ αυτό το ελληνικό αρχιπέλαγος θεωρείται ο παράδεισος της παγκόσμιας αγοράς γιότινγκ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους τζίρους που συνδέονται με αυτό.
Ανεξάρτητα με τις επιδιώξεις Ελλήνων και ξένων πλοιοκτητών, ωστόσο, η κυβέρνηση καλείται να αξιοποιήσει την εκρηκτική ζήτηση για γιότινγκ στην Ελλάδα. Οργανώνοντας ανάλογα τη συγκεκριμένη αγορά, ώστε να ενισχυθεί μια ιδιαίτερα σημαντική εναλλακτική μορφή τουρισμού.
Στο τέλος της πρώτης «ναυμαχίας», πάντως, τα δύο στρατόπεδα κατέβασαν τους τόνους κι έδειξαν διατεθειμένα να αναζητήσουν τρόπους συνεργασίας.