Σε μείωση των προβλέψεων για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας προχώρησε η Κομισιόν, στο πλαίσιο των εαρινών προβλέψεων, όπως είχε προαναγγείλει αξιωματούχος της ευρωζώνης.
Ειδικότερα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένει ότι φέτος το ελληνικό ΑΕΠ θα καταγράψει άνοδο 2,1% από προηγούμενη πρόβλεψη για 2,7%. Η Κομισιόν περιορίζει και την πρόβλεψη για το 2018, αναμένοντας πλέον ανάπτυξη 2,5% από προηγούμενη εκτίμηση για άνοδο 3,1%.
Στην έκθεσή της για τις εαρινές προβλέψεις, η Κομισιόν σημειώνει ωστόσο ότι η οικονομία θα κάνει restart φέτος, αν και οι καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση της β' αξιολόγησης «κόστισαν» σε όρους ανάπτυξης. Από την άλλη πλευρά, τονίζει ότι σε δημοσιονομικό επίπεδο υπήρξε ισχυρή υπεραπόδοση το 2016 και οι προσδοκίες σε αυτό το μέτωπο παραμένουν θετικές.
Οι εξελίξεις στο ΑΕΠ
Οπως σημειώνεται στην έκθεση, μετά τις ισχυρές επιδόσεις το τρίτο τρίμηνο του 2016, το ΑΕΠ της Ελλάδας συρρικνώθηκε κατά 1,2% σε τριμηνιαία βάση το τέταρτο τρίμηνο, σε εποχικά προσαρμοσμένη βάση, το οποίο αντιστοιχεί σε υποχώρηση 1,1% σε ετήσια βάση. Αυτό ήταν αποτέλεσμα μιας απότομης πτώσης στη δημόσια κατανάλωση και σε μέτριες επιδόσεις σε επίπεδο καθαρών εξαγωγών, ενώ η ιδιωτική κατανάλωση και οι ακαθάριστες επενδύσεις σε πάγιο κεφάλαιο παρέμειναν ανθεκτικές σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο.
Συνολικά για το 2016, η ανάπτυξη του ΑΕΠ παρέμεινε στάσιμη. Παρότι η ιδιωτική κατανάλωση αναπτύχθηκε σταθερά κατά το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου, συνδράμοντας κατά μία ποσοστιαία μονάδα στον ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης, αυτό αντισταθμίστηκε από την αρνητική συνδρομή της δημόσιας κατανάλωσης και των καθαρών εξαγωγών, κατά -0,4 και -0,5 ποσοστιαία μονάδα έκαστο.
Οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου δεν πρόσφεραν σημαντική συνδρομή στην ανάπτυξη. Οι βραχυπρόθεσμοι δείκτες που είναι διαθέσιμοι για το 2017 υποστηρίζουν την άποψη πως η ανάκαμψη είναι εύθραυστη και εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης.
Η ανάκαμψη θα επιστρέψει φέτος
Το πραγματικό ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί κατά 2,1% το 2017 και 2,5% το 2018, δηλαδή η πρόβλεψη αναθεωρήθηκε πτωτικά σε σχέση με τις χειμερινές εκτιμήσεις. Πρώτον, οι χαμηλές οικονομικές επιδόσεις του τέταρτου τριμήνου του 2016 περιορίζουν τη θετική επίδραση για το 2017 (carry over).
Δεύτερον, η επιστροφή της εμπιστοσύνης των επενδυτών και των καταναλωτών αναμένεται να καθυστερήσει, καθώς η δεύτερη αξιολόγηση δεν ολοκληρώθηκε το πρώτο τρίμηνο. Βάσει της ανθεκτικότητας που επιδεικνύει, η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται να είναι ο κύριος παράγοντας που θα οδηγήσει την ανάπτυξη το 2017, χάρη στην άνοδο της απασχόλησης.
Αν υποθέσουμε ότι η δεύτερη αξιολόγηση θα κλείσει το πρώτο μισό του έτους, το επιχειρηματικό κλίμα αναμένεται να βελτιωθεί, οδηγώντας στην επιστροφή των επενδύσεων. Ωστόσο, οι περιορισμοί από το χρηματοοικονομικό σύστημα στη χρηματοδότηση των επενδύσεων θα υποχωρήσουν μόνο σταδιακά, ελαττώνοντας την άνοδο στις ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου.
Καθώς ο τουριστικός τομέας της Ελλάδας βιώνει αυξημένη ζήτηση, οι εξαγωγές στις υπηρεσίες προβλέπεται ότι θα αυξήσουν momentum τα ερχόμενα χρόνια. Αν και οι επενδύσεις και η καταναλωτική ζήτηση θα επιδεινώσουν το ισοζύγιο αγαθών, η βελτίωση στο ισοζύγιο υπηρεσιών θα το αντισταθμίσει και παραπάνω αυτό, επομένως οι καθαρές εξαγωγές προβλέπεται να συνδράμουν θετικά στην ανάπτυξη, τόσο το 2017 όσο και το 2018.
Η αγορά εργασίας έχει παραμείνει σε πορεία βελτίωσης τα τελευταία δύο χρόνια. Η απασχόληση ενισχύθηκε κατά 1,3% το 2016. Η ανεργία υποχώρησε σε 23,6% κατά μέσο όρο το 2016 και αναμένεται να περιοριστεί κι άλλο καθώς επιταχύνεται η ανάκαμψη.
Το 2017 αναμένεται να καταγραφεί επιστροφή του πληθωρισμού. Η άνοδος στις τιμές ενέργειας και η αύξηση στους ειδικούς φόρους κατανάλωσης σε ορισμένα προϊόντα αναμένεται να πιέσουν ανοδικά τον πληθωρισμό. Ο δομικός πληθωρισμός, ωστόσο, θα αυξηθεί μόνο σταδιακά, μαζί με την ανάκαμψη της εγχώριας ζήτησης και των αυξήσεων στους μισθούς.
Κίνδυνοι σχετίζονται κυρίως με αβεβαιότητα σχετικά με την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης του προγράμματος του ESM και σχετικά με εξωτερικούς παράγοντες όπως οι διεθνείς και τοπικές γεωπολιτικές και οικονομικές εντάσεις.
«Καλός οιωνός» για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων
Η Ελλάδα πέτυχε πλεόνασμα γενικής κυβέρνησης ύψους 0,7% του ΑΕΠ το 2016 και σημαντική υπεραπόδοση -κατά 3,5% του ΑΕΠ- έναντι του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 0,5% του ΑΕΠ το 2016, σύμφωνα με τον ορισμό του προγράμματος του ESM.
Οπως αναφέρει η έκθεση, η σύνθεση της δημοσιονομικής προσαρμογής ήταν γενικότερα ισορροπημένη το 2016. Τα έσοδα ενισχύθηκαν από μια δυναμική ανάπτυξη των υποκείμενων φορολογικών βάσεων, αλλά και από αρκετούς έκτακτους παράγοντες που σχετίζονται με την εκκαθάριση των φορολογικών υποχρεώσεων προηγούμενων ετών, τις υψηλότερες αιτήσεις για ευρωπαϊκούς πόρους και τις επιπτώσεις από τη συγκέντρωση αποθεμάτων ενόψει της αύξησης του φόρου στον καπνό το 2017.
Οι πρωτογενείς δαπάνες μειώθηκαν σε μεγάλο βαθμό λόγω των εξαιρετικά χαμηλών στρατιωτικών δαπανών και της σταδιακής ολοκλήρωσης των έργων παραχώρησης αυτοκινητοδρόμων, αλλά και λόγω του συνεχιζόμενου εξορθολογισμού της ενδιάμεσης κατανάλωσης και των μισθών προσωπικού.
Η Ελλάδα προβλέπεται να επιτύχει τους στόχους του προγράμματος για το πρωτογενές ισοζύγιο τόσο φέτος όσο και του χρόνου (1,75% του ΑΕΠ το 2017 και 3,5% το 2018). Αυτό λαμβάνει υπόψη το δημοσιονομικό πακέτο που υιοθετήθηκε στο πλαίσιο της πρώτης αξιολόγησης, που προβλέπεται να αποφέρει 3% του ΑΕΠ μέχρι το 2018 και τα μέτρα που συμφωνήθηκαν στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης, που στόχο έχουν να αντισταθμίσουν εν μέρει την εθνική εφαρμογή του προγράμματος του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης.
Ωστόσο, δεν λαμβάνει υπόψη τις συνεχιζόμενες μεταρρυθμίσεις της διοίκησης εσόδων και συνάδει με τις επιφυλακτικές υποθέσεις για την απορρόφηση των πόρων της ΕΕ, γεγονός που υποδηλώνει αξιοσημείωτα ανοδικά ρίσκα. Στα πτωτικά ρίσκα περιλαμβάνεται η πιθανότητα οι δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις να αποφέρουν λιγότερα του αναμενόμενου λόγω ελλιπούς εφαρμογής και των επιπτώσεων μιας περαιτέρω καθυστέρησης στην ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης του προγράμματος του ESM.
Συνολικά, το ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να φτάσει στο -1,2% του ΑΕΠ το 2017, για να βελτιωθεί στο 0,6% του ΑΕΠ το 2018. Σε δομικούς όρους, δεδομένου του χάσματος στην παραγωγή το οποίο παραμένει μεγάλο, το ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης προβλέπεται να αγγίξει το 2,5% του ΑΕΠ το 2017 και το 3,1% του ΑΕΠ το 2018.
Ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ της Ελλάδας αυξήθηκε από το 177,4% το 2015 στο 179% το 2016. Η αύξηση στον λόγο του χρέους σχετίζεται με την αύξηση πέρυσι των διαθεσίμων του Δημοσίου που χρησιμοποιήθηκαν για την αποπληρωμή οφειλών του Δημοσίου προς την αγορά (arrears clearance), η οποία αντισταθμίστηκε εν μέρει από το δημοσιονομικό πλεόνασμα του 2016.
Ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ προβλέπεται να παραμείνει γενικότερα σταθερός το 2017 καθώς θα συνεχιστεί το πρόγραμμα αποπληρωμής οφειλών του Δημοσίου (arrears clearance). Το 2018, το δημοσιονομικό πλεόνασμα και η ισχυρότερη ανάπτυξη του ΑΕΠ αναμένεται να φέρουν τον λόγο του χρέους προς το ΑΕΠ σε πτωτικό μονοπάτι.