Τραπεζικοί κύκλοι, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, εκτιμούσαν ότι το QE είναι ένα εργαλείο νομισματικής πολιτικής και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα επιθυμεί ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Οι λόγοι είναι η ανάγκη ενίσχυσης της νομισματικής πολιτικής, η εποπτεία των τραπεζών και η επιτυχία του ελληνικού προγράμματος.
Εξάλλου, σύμφωνα με την «Καθημερινή», η καγκελάριος της Γερμανίας Άγκελα Μέρκελ διαβεβαίωσε τον πρόεδρο της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι ότι θα κάνει ό,τι χρειάζεται προκειμένου να κλείσει η αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος και να ενταχθεί η Ελλάδα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
Με την προϋπόθεση, ωστόσο, ότι η ελληνική κυβέρνηση θα συμφωνήσει, όπως αναφέρει η εφημερίδα, «στο πακέτο των περικοπών συντάξεων και αφορολόγητου, ύψους 2% του ΑΕΠ περίπου».
Σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα, «η κ. Μέρκελ, παίρνοντας την πρωτοβουλία των κινήσεων του Βερολίνου, συναντήθηκε για τον σκοπό αυτό με τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι, στον οποίο και διαμήνυσε τη βούλησή της να δοθεί στην Ελλάδα το κίνητρο του QE.
Στο πλαίσιο αυτό η Γερμανίδα καγκελάριος προτίθεται, κατά τις πληροφορίες, να κινηθεί αψηφώντας τις αντιρρήσεις του υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ώστε να υπάρξει κάποια σαφέστερη περιγραφή των μεσοπρόθεσμων μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους».
Αξίζει ακόμη να σημειωθεί ότι στελέχη της ελληνικής κυβέρνησης έλεγαν ότι η Γερμανίδα καγκελάριος και ο υπουργός της επί των Οικονομικών έχουν εντέλει διαφορετική ατζέντα σχετικά με το ελληνικό θέμα.
Την ίδια ώρα, ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Βάλντις Ντομπρόβσκις, απαντώντας σε ερώτηση του αντιπροέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Δημήτρη Παπαδημούλη, δήλωνε τα εξής: «Η δουλειά συνεχίζεται στο ελληνικό πρόγραμμα και όντως συμφωνούμε ότι είναι προς το κοινό μας συμφέρον να ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση το συντομότερο δυνατόν. Οι βασικές παράμετροι της συμφωνίας καθορίστηκαν ήδη στο προηγούμενο Eurogroup».