Ύστατη έκκληση αγωνίας και αυστηρή προειδοποίηση για τις ανεπανόρθωτες συνέπειες σε βάρος των Ελλήνων ασθενών, που επιφέρουν τα επικείμενα μέτρα του Υπουργείου Υγείας, απηύθυνε ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ) σε συνέντευξη Τύπου που πραγματοποιήθηκε σήμερα.
Όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση, ο ΣΦΕΕ παρουσίασε τα σοκαριστικά στοιχεία που προκύπτουν από την εφαρμογή των νέων προτεινόμενων μέτρων ένταξης νέων φαρμάκων στη χώρα μας, καθώς ενώ δεν εξοικονομούν πόρους, εξοντώνουν τις ελπίδες των ασθενών και εξορίζουν την καινοτομία.
Σύμφωνα με τα νέα προτεινόμενα μέτρα, η είσοδος των καινοτόμων θεραπειών των βαρέως και χρονίως πασχόντων ασθενών στην Ελλάδα θα καθυστερεί από 2-4 χρόνια ή δεν θα γίνεται καθόλου, καθώς τα εν λόγω μέτρα προϋποθέτουν την ολοκλήρωση της αξιολόγησης των φαρμάκων αυτών σε 6 ευρωπαϊκές χώρες (Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία, Ιταλία, Πορτογαλία, Σουηδία, Ισπανία). Αυτό σημαίνει σημαντικές καθυστερήσεις νέων καινοτόμων φαρμάκων για ανθρώπους που δεν διαθέτουν την πολυτέλεια του χρόνου, αφού αυτά μπορεί να είναι η μόνη τους ελπίδα. Ταυτόχρονα, η επιπλέον υποχρεωτική προκαταβολική έκπτωση 25%, με την οποία «τιμωρούνται» τα νέα φάρμακα, οδηγεί τη συνολική επιβάρυνσή τους άνω του 60% (rebate όγκου 20% + rebate 25% των νέων φαρμάκων + 17% κατά μέσο όρο clawback), καθιστώντας ασύμφορη την εισαγωγή τους και καταστρέφουν τη φαρμακευτική αγορά.
Όπως σημείωσε ο πρόεδρος του ΣΦΕΕ, κύριος Άκης Αποστολίδης, σε ένα πεδίο όπου η Ελλάδα ήδη υπολείπεται τραγικά, έχοντας το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα έγκρισης νέων φαρμάκων -περίπου 21 μήνες απαιτούνται στη χώρα μας, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 3,9 μήνες-, τα νέα μέτρα δεν στοχεύουν στον εξορθολογισμό, αλλά πλήττουν ευθέως τους Έλληνες ασθενείς και την καινοτομία. Αν ίσχυαν ήδη οι ρυθμίσεις αυτές, στην πρόσφατη θετική λίστα με τις 21 δραστικές ουσίες, 7 από αυτές για σοβαρές και σπάνιες ασθένειες, καμία δεν θα μπορούσε να κυκλοφορήσει στη χώρα.
Αποτυπώνοντας τις σχετικές επιπτώσεις, παρουσιάστηκαν χαρακτηριστικά στοιχεία και για την περίπτωση της τριετίας 2014-2016, όπου στην Ελλάδα κυκλοφόρησαν 43 νέα φάρμακα που αφορούν στον καρκίνο καθώς και άλλες σπάνιες παθήσεις, εκ των οποίων κανένα δεν πληροί την προϋπόθεση θετικής αξιολόγησης HTA από τις 6 χώρες που αναφέρονται στην προτεινόμενη ρύθμιση του Υπουργείου, συνεπώς κανένα εξ αυτών των φαρμάκων δεν θα ήταν σήμερα διαθέσιμο στους Έλληνες ασθενείς που πάσχουν από σοβαρότατες χρόνιες παθήσεις. Την ίδια στιγμή, στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης είναι διαθέσιμο κατά μέσο όρο μόνο το 1/3 των φαρμάκων αυτών. Συνεπώς, η πρόσβαση των Ελλήνων ασθενών σε καινοτόμα φάρμακα θα είναι σε πολύ χειρότερη κατάσταση από αυτή στην ανατολική Ευρώπη, μετατρέποντάς τους σε Ευρωπαίους πολίτες β’ κατηγορίας, πολίτες μειωμένων δικαιωμάτων και προσδοκιών.
Σε πίστωση των ανωτέρω, πρόσφατη γνωμάτευση του καθηγητή στο London School of Economics (LSE) κυρίου Πάνου Καναβού, υπογραμμίζει ότι είναι αδύνατη η εφαρμογή μίας τέτοιας ρύθμισης, καθώς οι χώρες που προτείνονται έχουν πολύ διαφορετικές διαδικασίες, με σημαντικές ανομοιότητες στον τρόπο που εφαρμόζουν τον μηχανισμό HTA και επιπλέον δεν αξιολογούνται όλα τα φάρμακα σε αυτές τις χώρες.
Στην τοποθέτησή του ο κύριος Αποστολίδης αναφέρθηκε επίσης στον «ακρωτηριασμό» της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης, η οποία βρίσκεται στο 50% του ευρωπαϊκού μέσου όρου, έχοντας ήδη υποστεί «κούρεμα» άνω του 60% από το 2009 και η οποία οδηγεί πλέον στη φαρμακευτική φτωχοποίηση των Ελλήνων ασθενών. Τη στιγμή μάλιστα που, βάσει και των στοιχείων που παρουσιάστηκαν, η Ελλάδα έχει από τις τρεις χαμηλότερες τιμές στην Ευρώπη στα πρωτότυπα φάρμακα, επηρεάζοντας την τιμολογιακή πολιτική πολλών μεγάλων χωρών.
Τα νέα μέτρα εξαντλούν τη βιωσιμότητα του φαρμακευτικού κλάδου, που εδώ και καιρό λειτουργεί πάνω από τα όρια αντοχών του. Η κυβέρνηση αντί να υλοποιήσει τη μνημονιακή δέσμευσή της για μείωση κατά 30% του ανορθολογικού και άδικου clawback, προχωρεί σε αυξημένο ενοποιημένο rebate, απειλώντας τις 87.000 θέσεις εργασίας που στηρίζει άμεσα και έμμεσα ο κλάδος. Παράλληλα, δημιουργεί συνθήκες αποεπένδυσης και μείωσης των κλινικών ερευνών που ήδη διεξάγονται στη χώρα μας, τομέα στον οποίο ήδη είμαστε ουραγοί, με χαμηλότερες επενδύσεις και από την Κύπρο ακόμη, με αποτέλεσμα να μπαίνει τέλος και στα νέα φάρμακα που ήδη αναπτύσσονται στην Ελλάδα.
Παράλληλα, ο κύριος Αποστολίδης σημείωσε: «Αυτό που ζητάμε είναι να προχωρήσουν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η χώρα και όχι οι φοροεισπρακτικές, αντιεπενδυτικές, παράλογες και επικίνδυνες για τον Ελληνα ασθενή και τη δημόσια υγεία ρυθμίσεις. Με ουσιαστικό διάλογο και συνεργασία, ανακατανέμοντας τις δαπάνες ορθολογικά και όχι βάζοντας φραγμούς στα δικαιώματα των Ελλήνων ασθενών και την πρόσβασή τους στα αγαθά της επιστημονικής προόδου. Το φάρμακο είναι η λύση και όχι το πρόβλημα, θεραπεύει ασθένειες, εξοικονομεί πόρους στην οικονομία, στηρίζει την κοινωνία, την ανάπτυξη, την αξιοποίηση του επιστημονικού δυναμικού της χώρας, την εξωστρέφεια και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Συμβάλλει έμπρακτα στην κοινωνική πρόοδο. Όλα αυτά πλέον καθώς και τo αυτονόητο δικαίωμα των ασθενών στην απρόσκοπτη πρόσβαση στις θεραπείες τους, συμπεριλαμβανομένων των καινοτόμων θεραπειών, βρίσκονται πλέον υπό την άμεση απειλή της "κοινωνικής λαιμητόμου" που επιβάλλουν τα συγκεκριμένα μέτρα», υπογράμμισε ο Πρόεδρος του ΣΦΕΕ.
Κλείνοντας την τοποθέτησή του, ο κύριος Αποστολίδης προέτρεψε την κυβέρνηση να αποτιμήσει έγκαιρα και ρεαλιστικά τις πραγματικές συνέπειες των επιλογών της. «Για να μη χαθεί τώρα ό,τι δεν χάθηκε τα προηγούμενα χρόνια της κρίσης». Και διατύπωσε ένα κρίσιμο ερώτημα: «Το 2016 η Επιτροπή για τα Φαρμακευτικά Προϊόντα Ανθρώπινης Χρήσης (CHMP) έχει γνωμοδοτήσει θετικά για 46 νέα μελλοντικά φάρμακα, από τα οποία τα 25 τα χαρακτηρίζει υψηλής θεραπευτικής καινοτομίας. Με την ισχύ των επικείμενων μέτρων πόσα από αυτά, αλήθεια, θα έρθουν στη χώρα μας; Μήπως βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα Grexit από τα νέα φάρμακα;».