Όταν τον Μάιο του 2016 πέρναγε από τη Βουλή ο νόμος 4387, όλοι πίστευαν ότι το ασφαλιστικό έκλεισε. Κι έκλεισε, χωρίς τη μείωση των κύριων συντάξεων, σύμφωνα με το κεντρικό αφήγημα του αρμόδιου τότε υπουργού Εργασίας Γιώργου Κατρούγκαλου. Στην επιχειρηματολογία του τότε υπουργού ήταν επίσης ότι για πρώτη φορά εισάγεται η Εθνική Σύνταξη, καθώς και ότι πρόκειται για έναν «ταξικά άδικο νόμο» υπέρ των χαμηλόμισθων.
Πρόκειται για τα επιχειρήματα που «έπεισαν» άλλωστε και όλους τους κυβερνητικούς βουλευτές για να ψηφίσουν μειώσεις στις επικουρικές συντάξεις, πλαφόν στις πολύ υψηλές συντάξεις, δραστικές αλλαγές στις συντάξεις χηρείας, αλλαγές στον τρόπο υπολογισμού των νέων συντάξεων που οδηγούν σε δραστικές μειώσεις δαπανών και κατά συνέπεια παροχών, αύξηση των εισφορών σε ελεύθερους επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενους και αγρότες, και ενοποίηση όλων των ταμείων, ακόμη και του ΟΓΑ και του ΝΑΤ, σε ένα, τον ΕΦΚΑ.
Κι ενώ το «αγκάθι» για τη δεύτερη αξιολόγηση ήταν -τουλάχιστον για την ηγεσία του υπουργείου Εργασίας- τα εργασιακά, ξαφνικά, μεταξύ της διαμάχης Ευρώπης και Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), ΔΝΤ και Ελλάδας, Ελλάδας και δανειστών, το ασφαλιστικό επανέρχεται στον πυρήνα της διαπραγμάτευσης.
Και όχι απλά το ασφαλιστικό, αλλά τα δύο κεντρικά αφηγήματα της κυβέρνησης για να «περάσει» το ασφαλιστικό Κατρούγκαλου. Κατά κύριο λόγο, η «προσωπική διαφορά» που διαφυλάσσει και μετά το 2019 το ύψος των ήδη καταβαλλόμενων συντάξεων, και κατά δεύτερο λόγο η Εθνική Σύνταξη, το ύψος της οποίας κρίνεται από τους δανειστές μεγάλο, με το επιχείρημα ότι εάν ήταν χαμηλότερο, θα μπορούσαν τα ποσοστά αναπλήρωσης των νέων συντάξεων να ήταν λίγο μεγαλύτερα και κατά συνέπεια αναλογικότερα με τα έτη ασφάλισης και τις εισφορές.
Πλέον, ακόμη και οι Ευρωπαίοι, όπως ο επικεφαλής του Euroworking Group Τόμας Βίζερ στη συνέντευξή του στην εφημερίδα «Πρώτο Θέμα», παραδέχεται ότι η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να προ-νομοθετήσει μέτρα για αφορολόγητο, συντάξεις και εργασιακά, προκειμένου να επιστρέψουν στην Αθήνα οι δανειστές. Σύμφωνα με τον κ. Βίζερ, η επιστροφή της τρόικας στην Αθήνα είναι δυνατή μόνο αν βρεθεί σημείο εκκίνησης για τα μέτρα μετά το 2018, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγει κι αυτά για το ασφαλιστικό.
Ακόμη και στο κείμενο που διέρρευσε και αφορά στην «αποδόμηση» των επιχειρημάτων του ΔΝΤ από το Eurogroup, τα επιχειρήματα των Ευρωπαίων δεν είναι τόσο οικονομικά, όσο κυρίως πολιτικά. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην έκθεση του Eurogroup επισημαίνεται ότι πράγματι με την κατάργηση της «προσωπικής διαφοράς» θα υπήρχε εξοικονόμηση 1% του ΑΕΠ, όμως κάτι τέτοιο θα επηρέαζε τουλάχιστον 1,2 εκατομμύριο συνταξιούχους, με μέση ονομαστική περικοπή 14% και σημαντική διακύμανση μεταξύ των συνταξιούχων.
Όσο για το επιχείρημα του ταμείου, ότι τα ποσοστά φτώχειας μεταξύ του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας έχουν αυξηθεί κατά τη διάρκεια της κρίσης, ενώ παρέμειναν σε γενικές γραμμές σταθερά μεταξύ των συνταξιούχων, οι Ευρωπαίοι απαντούν ότι ενώ όσοι είναι σε ηλικία εργασίας εξακολουθούν να έχουν τη δυνατότητα να βγουν από τη φτώχεια με την εύρεση μιας θέσης εργασίας όταν ξεκινήσει η ανάκαμψη, οι φτωχοί συνταξιούχοι δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα.
Στην έκθεση που αφέθηκε να διαρρεύσει εντός του Σαββατοκύριακου, λίγες ώρες πριν από το κρίσιμο για την Ελλάδα Eurogroup, γίνεται και μια «αποκάλυψη» που πιθανότατα θα λειτουργήσει υπέρ της ελληνικής πλευράς, με το ασφαλιστικό να αποτελεί ακόμη μία από τις τελευταίες «κόκκινες γραμμές».
Συγκεκριμένα, αναφέρεται ότι η μεταρρύθμιση Κατρούγκαλου θα δημιουργήσει συνολική καθαρή εξοικονόμηση ύψους 1,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2018 και 2,6% του ΑΕΠ μέχρι το 2026μ με περικοπές δαπανών που συμβάλλουν τα δύο τρίτα των αποταμιεύσεων μέχρι το 2018 και περισσότερο από 90% από το 2026. Μάλιστα, διαπιστώνεται ότι ενώ σε όλες τις μεταρρυθμίσεις που έγιναν στην υπόλοιπη Ευρώπη υπήρξε ένα ικανοποιητικό χρονικό όριο μετάβασης από το παλαιό στο νέο σύστημα, στην περίπτωση της ελληνικής μεταρρύθμισης οι αλλαγές έγιναν ακαριαία, με αποτέλεσμα να αναμένεται αυξανόμενη εξοικονόμηση κατά την πάροδο του χρόνου καθώς τα κεκτημένα δικαιώματα των νέων συνταξιούχων μειώθηκαν άμεσα κατά περίπου 10%.
Τα εργασιακά
Προκειμένου να κρατηθεί το τελευταίο «οχυρό», η ελληνική κυβέρνηση ξεκαθαρίζει άλλωστε ότι το ασφαλιστικό δεν είναι μεταξύ των 15 προαπαιτούμενων για τη β’ αξιολόγηση. Στη μακριά λίστα των prior actions που εκκρεμούν, βρίσκονται μόνο τα εργασιακά, με τους δανειστές να ζητούν ευθυγράμμιση του πλαισίου για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, τις ομαδικές απολύσεις και τον συνδικαλιστικό νόμο, με τις ευρωπαϊκές βέλτιστες πρακτικές, βάσει της έκθεσης των ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων.
Αν και η ελληνική κυβέρνηση έχει θέσει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης αιτήματα όπως η επαναφορά της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης, ώστε στην πράξη να ενισχυθούν οι κλαδικές συμβάσεις έναντι των επιχειρησιακών, αλλά και τον καθορισμό του κατώτατου μισθού από τους κοινωνικούς εταίρους, μέσω της υπογραφής της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, τόσο το ΔΝΤ όσο όμως και οι Ευρωπαίοι εταίροι επιμένουν να μην αλλάξει τίποτε σε σχέση με τις αλλαγές (ανατροπές για την ελληνική κυβέρνηση) που επιβλήθηκαν μέσω των προηγούμενων δύο μνημονίων.
Στον αντίποδα, στο τραπέζι έχει πέσει αίτημα των δανειστών για αύξηση του ποσοστού των επιτρεπόμενων απολύσεων, από 5% σε 7% με 8%, παράλληλα με αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο των απαγορευμένων ομαδικών απολύσεων, με βάση την απόφαση του Ευρωδικαστηρίου, που κάθε άλλο παρά επιβαρυντική για την ελληνική πλευρά είναι.