Το ελληνικό χρέος δεν μπορεί να θεωρηθεί βιώσιμο ακόμη και αν υιοθετηθεί το δημοσιονομικό μονοπάτι που προτείνει ο Γερμανός Υπουργός Οικονομικών, δηλαδή τα πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% για περίοδο δέκα ετών. Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, η έκθεση για την βιωσιμότητα του χρέους που θα παρουσιαστεί στη συνεδρίαση του εκτελεστικού συμβουλίου του Ταμείου στις 6 Φεβρουαρίου.
Κατά ορισμένες εκτιμήσεις, η θέση αυτή των συντακτών της έκθεσης οδηγεί στο εύλογο συμπέρασμα ότι το Ταμείο προετοιμάζει την οριστική του απόφαση για μη χρηματοδότηση του ελληνικού προγράμματος καθώς αυτή προϋποθέτει την, κατά την εκτίμηση του Ταμείου, βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Είναι εξάλλου ακριβώς αυτή η τοποθέτηση του Ταμείου που ευθύνεται για τις καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση της β΄ αξιολόγησης.
Εφόσον επιβεβαιωθούν οι πληροφορίες αυτές αναφέρουν πολιτικοί παρατηρητές, γίνεται προφανές σε κάθε καλόπιστο παρατηρητή ότι η καθυστέρηση δεν οφείλεται σε υποτιθέμενες κωλυσιεργίες εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης αλλά αντίθετα στην πολιτική διαφωνία μεταξύ Γερμανίας και ΔΝΤ για την περίοδο μετά τη λήξη του προγράμματος.