Ο ακατάσχετος λογαριασμός για τις επιχειρήσεις ενταφιάστηκε με τη συνδρομή των δανειστών εδώ και μήνες. Για να καλύψει το κενό του, το υπουργείο Οικονομικών παραπέμπει τους επιχειρηματίες στην αναμονή (της συμφωνίας για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό), στις εφορίες για αιτήματα μείωσης των κατασχέσεων (μετά από αιτιολογημένη γνώμη εκείνου που τις επέβαλε) και στις διατάξεις για το ακατάσχετο των καταθέσεων έως 1.250 ευρώ, το οποίο ισχύει για τα φυσικά πρόσωπα.
Με τις διατάξεις του πολυνομοσχεδίου, οι οποίες αφορούν στο πλαστικό χρήμα και συζητούνται στη Βουλή, οι επιτηδευματίες υποχρεούνται να δημιουργήσουν έναν επαγγελματικό λογαριασμό, μέσω του οποίου θα διενεργούν τις συναλλαγές που αφορούν στην επιχειρηματική τους δραστηριότητα. Παρά τις αρχικές προθέσεις της κυβέρνησης για προστασία αυτού του λογαριασμού από κατασχέσεις, οι διατάξεις για τον λεγόμενο ακατάσχετο λογαριασμό ουδέποτε έφτασαν στη Βουλή. Κόπηκαν νωρίτερα, στη διαπραγμάτευση με τους δανειστές.
Σε αυτό το πλαίσιο, η υφυπουργός Οικονομικών Κατερίνα Παπανάτσιου, μιλώντας στη Βουλή το Σάββατο, αναφέρθηκε σε εναλλακτικούς τρόπους αντιμετώπισης του προβλήματος.
Σύμφωνα με τα όσα είπε, με το άρθρο 30 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων παρέχεται η ευχέρεια στον προϊστάμενο της ΔΟΥ, μετά από σχετική αίτηση του οφειλέτη, να περιορίσει το ποσό ή το ποσοστό της κατάσχεσης με αιτιολογημένη απόφασή του και υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Οι διατάξεις προβλέπουν τη δυνατότητα περιορισμού της κατάσχεσης του οφειλέτη σε ποσοστό 50%-70%.
Πράγματι ο ΚΕΔΕ, στο άρθρο 30, παράγραφος 4, προβλέπει ότι «η κατάσχεση μπορεί να περιοριστεί σε μικρότερο ποσό ή ποσοστό, μετά από αιτιολογημένη απόφαση εκείνου που την επέβαλε». Όλοι μπορούν να αντιληφθούν τι σημαίνει -σε όρους χρόνου πρώτα και σε όρους αποτελεσματικότητας στη συνέχεια- αυτή η «αιτιολογημένη απόφαση εκείνου που την επέβαλε», ιδίως όταν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές στην εφορία αυξάνονται με ρυθμό 1 δισ. ευρώ τον μήνα.
Η δεύτερη εναλλακτική, την οποία παρέθεσε η κ. Παπανάτσιου, αφορούσε επίσης στον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, στο άρθρο 31, όπου και αναφέρονται τα περί ακατάσχετου των καταθέσεων σε πιστωτικά ιδρύματα «για έναν και μοναδικό ατομικό ή κοινό λογαριασμό σε ένα πιστωτικό ίδρυμα για κάθε φυσικό πρόσωπο και κατά συνέπεια και γι’ αυτόν που ασκεί ελεύθερο επάγγελμα ή έχει ατομική επιχείρηση μέχρι το ποσό των 1.250 ευρώ μηνιαίως».
Σύμφωνα με την υφυπουργό, «τα φυσικά πρόσωπα επιτηδευματίες, οι οποίοι είναι γύρω στις τετρακόσιες ενενήντα πέντε χιλιάδες, έχουν το ακατάσχετο όλων των φυσικών προσώπων και για τα νομικά πρόσωπα έρχεται το νομοσχέδιο για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό και θεωρούμε ότι θα μπορέσουν να τακτοποιήσουν τις οφειλές τους και να μην υπάρχει πρόβλημα κατασχέσεων στις τράπεζες. Ας δούμε, λοιπόν, πώς θα πάει με τον εξωδικαστικό συμβιβασμό και ανάλογα θα εξετάσουμε σχετικά για τον ακατάσχετο επαγγελματικό λογαριασμό».
Τι συμβαίνει στην αγορά
Μόνο τον Οκτώβριο οι απλήρωτοι φόροι αυξήθηκαν κατά περισσότερο από 1 δισ. ευρώ (από 9,035 τον Σεπτέμβριο σε 10,067 δισ. ευρώ τον Οκτώβριο) ενώ πολλαπλάσια είναι η αύξηση των ευρύτερων ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το δημόσιο. Από τα 10,340 δισ. ευρώ τον Σεπτέμβριο, με ένα άλμα σχεδόν 1,4 δισ. ευρώ, ανήλθαν σε 11,738 δισ. ευρώ.
Την ίδια ώρα, ο εισπρακτικός μηχανισμός της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων έχει επιβάλει μέτρα αναγκαστικής είσπραξης (κατασχέσεις, δεσμεύσεις περιουσιακών στοιχείων, πλειστηριασμοί) σε 803.803 φορολογούμενους, ή σε περίπου έναν στους δύο οφειλέτες στους οποίους έχει τη δυνατότητα να επιδιώξει αναγκαστική είσπραξη της οφειλής.
Η εικόνα στο μέτωπο του συνολικού αριθμού φορολογουμένων με ληξιπρόθεσμα χρέη παραμένει σχεδόν αμετάβλητη από τις αρχές του έτους. Σταθερά, ένας στους δύο φορολογούμενους (4.304.752 φορολογούμενοι τον Οκτώβριο) αδυνατεί (ή επιλέγει) να πληρώσει εμπρόθεσμα τις υποχρεώσεις του στην εφορία, με αποτέλεσμα να αυξάνει τις πιθανότητες να έρθει άμεσα αντιμέτωπος με μέτρα αναγκαστικής είσπραξης.
Συνολικά, τα στοιχεία της ΓΓΔΕ δείχνουν ότι οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις (παλαιές έως το τέλος του 2015 και νέες) ανέρχονται σε 93,935 δισ. ευρώ, ή περίπου το μισό ελληνικό ΑΕΠ.