«Το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης είναι μονόδρομος και θα τον διαβούμε, αρκεί να μην επιχειρήσουν κάποιοι να υψώσουν αδιαπέραστα τείχη».
Με τη φράση αυτή, επιτελικό στέλεχος της κυβέρνησης ισορροπεί ανάμεσα στη θέληση του Μαξίμου να ολοκληρώσει τη διαδικασία και στην αποφασιστικότητά του να πει το «ως εδώ» εάν τα αιτήματα καταστήσουν κοινωνικά και πολιτικά αδύνατη την ομαλή εξέλιξη.
Οπως παρατηρεί, στην ουσία το «ως εδώ» διαμηνύθηκε στους δανειστές με την εκπεφρασμένη άρνηση της Αθήνας στη λήψη νέων μέτρων για μετά την έξοδο από το ευρωπαϊκό πρόγραμμα (για μετά τον Αύγουστο του 2018, δηλαδή) και στην μη επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων που ορίζει το κοινοτικό πλαίσιο.
Ο αποδέκτης του μηνύματος είναι και επισήμως, πλέον, το ΔΝΤ: τόσο ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος όσο και ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης έβαλαν ευθέως και δημοσίως χθες εναντίον του Ταμείου, τη στάση του οποίου διαχώρισαν σαφώς από εκείνη των Ευρωπαίων εταίρων.
Ο κ. Τζανακόπουλος μάλιστα «κάρφωσε» τον Πολ Τόμσεν για τη στάση του στο προχθεσινό Eurogroup: «Ο κ. Τόμσεν, κατά την ομιλία του στο Eurogroup, αντί να πιέσει στην κατεύθυνση μείωσης των πλεονασμάτων, φάνηκε να αποδέχεται τις ακραίες θέσεις για 10ετή συνέχιση του στόχου για 3,5% πρωτογενές πλεόνασμα και να πιέζει μόνο προς τη μεριά της ελληνικής κυβέρνησης για τη λήψη νέων μέτρων. Σ' αυτό, ακριβώς, εντοπίζουμε μια μεγάλη αντίφαση σε ό,τι αφορά τη στάση του ΔΝΤ. Εάν εννοεί πραγματικά αυτό το οποίο λέει, ότι δηλαδή δεν υποστηρίζει τη συνέχιση της λιτότητας, τότε οφείλει αυτή του τη θέση να την κάνει πράξη, όχι μόνο στο δημόσιο χώρο, αλλά και όταν έρχεται η ώρα να ληφθούν συγκεκριμένες αποφάσεις. Δεν μπορεί να συνεχίσει να πιέζει την ελληνική κυβέρνηση για νέα μέτρα και όχι τους Ευρωπαίους εταίρους για μείωση των πλεονασμάτων», είπε χαρακτηριστικά.
Στο ίδιο πνεύμα ο κ. Χουλιαράκης, μιλώντας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τόνισε ότι οι ευρωπαϊκοί θεσμοί δεν ζητούν πρόσθετα μέτρα μετά το 2018 και ότι το πρόβλημα είναι το ΔΝΤ.
Θέλει το ΔΝΤ να φύγει;
Οπως αναφέρουν κυβερνητικά στελέχη, «έφτασε η ώρα να ξεκαθαρίσει η ασάφεια περί των προθέσεων και του ρόλου του Ταμείου».
Τι εννοούν; Οτι το προηγούμενο διάστημα ήταν στα «υπέρ» η πίεση που ασκούσε για ελάφρυνση του χρέους και στα «κατά» η εμμονή του σε νέα μέτρα. Η προχθεσινή απόφαση του Eurogoup για το χρέος (βραχυπρόθεσμα μέτρα) βάζει «άνω τελεία» στο θέμα, καθώς οι εκλογικές αναμετρήσεις της επόμενης χρονιάς σε μια σειρά ευρωπαϊκές χώρες (κυρίως στη Γερμανία) δεν επιτρέπουν καμία αναφορά στα άλλα δύο “στάδια” (μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα).
Απομένει, επομένως, η πίεση του ΔΝΤ στα νέα μέτρα την οποία «εμείς και οι Ευρωπαίοι εταίροι πρέπει να αντιμετωπίσουμε από κοινού».
Τα ίδια στελέχη εκτιμούν ότι το Ταμείο δεν επιθυμεί να ενταχθεί στο ελληνικό πρόβλημα ως χρηματοδότης και, ως εκ τούτου, όχι απλώς δεν θα υποχωρήσει από τις θέσεις του, αλλά θα θέτει συνεχώς και νέες απαιτήσεις «που δεν θα μπορούν να γίνουν αποδεκτές».
Γι΄ αυτό και η κυβέρνηση τονίζει διαρκώς ότι «η μπάλα βρίσκεται στο δικό του γήπεδο», προκειμένου να αποφασίσει εάν θα αποχωρήσει εντελώς («πολύ δύσκολο») ή εάν θα παραμείνει στον ρόλο του τεχνικού συμβούλου («πιθανό»).
Εσχάτως δε, ξαναβγήκαν στην επιφάνεια παλαιότερα σενάρια για απόδοση στο Ταμείο των περίπου 20 δισ. ευρώ από το τρίτο δανειακό πρόγραμμα που δεν χρειάστηκε να διατεθούν στην περσινή ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, προκειμένου να υπάρξει «συμφωνία κυρίων» μεταξύ ΔΝΤ και ευρωπαϊκής πλευράς για κοινά επωφελή λύση.
«Πολιτικές πρωτοβουλίες» Τσίπρα
Όπως προκύπτει, το νέο έτος θα μπει… επεισοδιακά, καθώς όλα δείχνουν ότι οι τελικές αποφάσεις (για αξιολόγηση, πλεονάσματα, μέτρα) θα ληφθούν τον Ιανουάριο «στην καλύτερη περίπτωση».
Για τον λόγο αυτό, ο Αλέξης Τσίπρας θα αναλάβει «πολιτικές πρωτοβουλίες» στην προσπάθειά του να βρεθεί αποδεκτή λύση με τους Ευρωπαίους εταίρους, η οποία θα «αναγκάσει» το ΔΝΤ να πάρει τις αποφάσεις για τον δικό του ρόλο.
Με αφορμή και τη Σύνοδο Κορυφής στις 15 Δεκεμβρίου, ο πρωθυπουργός θα επιδιώξει τετ α τετ με Ευρωπαίους ηγέτες και αξιωματούχους, ενώ οι πρωτοβουλίες θα πυκνώσουν αμέσως μετά τις γιορτές.
«Στόχος είναι να καταστήσει σαφές ότι επιδιώκουμε το κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης, χωρίς ωστόσο να είμαστε διατεθειμένοι να κάνουμε υποχωρήσεις σε θέματα αρχής, όπως είναι τα ζητήματα των εργασιακών και τα ζητήματα που αφορούν τη λήψη νέων μέτρων μετά το 2018. Θα εξηγήσει τις θέσεις της ελληνικής πλευράς σε ό,τι αφορά αυτά τα δύο κορυφαία ανοιχτά θέματα της διαπραγμάτευσης, ώστε να επιταχυνθεί η διαδικασία για την ολοκλήρωσης της συμφωνίας», ανέφερε χθες ο κ. Τζανακόπουλος.
Υπονοώντας ότι ο κ. Τσίπρας θα καταστήσει (εκ νέου) σαφή τα όρια των ελληνικών υποχωρήσεων και θα προειδοποιήσει για τις πολιτικές εξελίξεις που θα προκληθούν εάν οι εταίροι εμείνουν στην υπέρβασή τους.
«Με πτώση Τσίπρα η κρίση θα επιστρέψει»...
Σ΄ αυτό το πλαίσιο, το Μαξίμου αξιολόγησε ως «εντυπωσιακή» την χθεσινή παρέμβαση της γερμανικής Sueddeutsche Zeitung, με τίτλο “Με πτώση του Τσίπρα η κρίση θα επιστρέψει”, η οποία αποδεικνύει ότι (και) εντός Γερμανίας υπάρχει προβληματισμός για τυχόν αρνητικές πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα – και δη, στην τελική ευθεία προς τις γερμανικές κάλπες.
Υπενθυμίζεται ότι ο Ευκλείδης Τσακαλώτος μίλησε (στο Eurogroup) για τις κοινωνικές και πολιτικές αντοχές της χώρας και της κυβέρνησης, ενώ η... κακή λέξη «εκλογές» ακούστηκε και από τον ίδιον αλλά και από τον κ. Τσίπρα στην πρόσφατη συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ.
Εντός συνόρων, ο πρωθυπουργός θα προκαλέσει την αντιπολίτευση να πάρει θέση για τα αγκάθια της αξιολόγησης (εργασιακά-πλεονάσματα-νέα μέτρα).
Συνεργάτης του πρωθυπουργού δεν αποκλείει μία ειδική, προ ημερησίας διατάξεως, συζήτηση στη Βουλή, ενώ απαντά αρνητικά στο ενδεχόμενο σύγκλισης Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών «τουλάχιστον σ΄ αυτή τη φάση».