Σε μια περίοδο όπου η χαμηλή εγχώρια ζήτηση, οι βαρύτατες φορολογίες, το υψηλό κόστος ενέργειας και τα μεγάλα επιτόκια χορηγήσεων αναγκάζουν πολλές βιομηχανίες να διακόψουν τη δραστηριότητά τους, άλλες παραγωγικές εταιρείες επιμένουν να αναπτύσσονται επενδύοντας περισσότερα κεφάλαια στην ελληνική οικονομία.
Χαρακτηριστική είναι η προχθεσινή εξέλιξη στην Nexans Hellas, καθώς ανακοινώθηκε πως η νέα σχεδιαζόμενη γραμμή παραγωγής καλωδίων μεσαίας τάσεως στη Φθιώτιδα, που θα ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του 2017, θα δημιουργήσει περίπου σαράντα νέες θέσεις εργασίας.
Το μεγαλύτερο τμήμα της πρόσθετης παραγωγής θα κατευθύνεται στην αγορά της Γερμανίας, καθώς η τοπική θυγατρική του πολυεθνικού ομίλου Nexans θα εξειδικευθεί στα καλώδια υψηλής τάσης.
Ενδιαφέρον πάντως είναι πως η επιλογή της Ελλάδας (μεταξύ άλλων χωρών) για την τοποθέτηση της νέας γραμμής παραγωγής είναι αποτέλεσμα της ανταγωνιστικότητας που έχει καταφέρει να κερδίσει το εργοστάσιο της Λαμίας κατά τα τελευταία χρόνια. Γενικότερα, η εισηγμένη εταιρεία με μηδενικές πλέον δανειακές υποχρεώσεις, επιδιώκει μέσω των αυξημένων εξαγωγών της να μπορεί να υπερκαλύπτει την όποια ενδεχόμενη υποχώρηση της εσωτερικής ζήτησης και να σημειώνει κερδοφόρο αποτέλεσμα.
Υψηλότερες προσδοκίες ανάπτυξης έχει ο άλλος μεγάλος «παίκτης» της εγχώριας αγοράς, τα Ελληνικά Καλώδια, με αιχμή του δόρατος το νέο εργοστάσιο παραγωγής υποβρυχίων καλωδίων υψηλής τάσεως στην Κορινθία, που υλοποιήθηκε κατά την περίοδο της κρίσης
Με δεδομένο ότι πρόκειται για ένα από 4-5 αντίστοιχα εργοστάσια στον κόσμο (και ίσως το πλέον σύγχρονο) διεκδικεί πολλά μεγάλα έργα τόσο στο εσωτερικό (πχ διασύνδεση νησιών, σύνδεση ηπειρωτικής Ελλάδας-Κρήτης), όσο κυρίως στο εξωτερικό, σε μια αγορά που εμφανίζει σημαντικές προοπτικές ανόδου. Μάλιστα, τα Ελληνικά Καλώδια έχουν ανακοινώσει την συγχώνευσή τους με τα Σωληνουργεία Κορίνθου (που και αυτά ολοκλήρωσαν μεγάλη επένδυση για την παραγωγή υποβρυχίων σωλήνων μεταφοράς πετρελαίου και φυσικού αερίου) με στόχο την εκμετάλλευση συνεργειών στον χώρο της ενέργειας.
Βέβαια, οι εταιρείες καλωδίων δεν είναι οι μόνες που αποφάσισαν να επενδύσουν στην Ελλάδα κατά τα τελευταία χρόνια και ενδεικτικά αναφέρεται η περίπτωση της Sarantis που αποφάσισε να μεταφέρει μια γραμμή παραγωγής καλλυντικών-καλλωπισμού από το εξωτερικό στην Ελλάδα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ομίλου που συνέχισε να επενδύει μεγάλα ποσά κατά τη διάρκεια της κρίσης είναι ο Μυτιληναίος, όπου μεταξύ άλλων, το ένα επενδυτικό πρόγραμμα μείωσης του κόστους στον τομέα της παραγωγής αλουμινίου και αλουμίνας, διαδέχεται το άλλο. Ως αποτέλεσμα η ελληνική μονάδα συγκαταλέγεται στις πλέον ανταγωνιστικές παγκοσμίως.
Ένας ακόμη κλάδος που έχει φέρει μεγάλα κέρδη σε ελληνικούς ομίλους είναι αυτός των χημικών-πλαστικών, με ενδεικτικά παραδείγματα τις εισηγμένες Πλαστικά Κρήτης, Καράτζης και Πλαστικά Θράκης, οι οποίες συνεχίζουν να επενδύουν. Ειδικότερα η τελευταία, ολοκλήρωσε το 2016 επενδυτικό πρόγραμμα 32 εκατ. ευρώ με κύρια αιχμή τις εγκαταστάσεις της Ξάνθης, το οποίο σε πλήρη ετήσια λειτουργία θα μπορεί να αποφέρει ετήσιες πωλήσεις ύψους 50 εκατ. ευρώ.
Επίσης, Πλαστικά Θράκης και Έλαστρον έχουν επενδύσει στον κλάδο της γεωργίας στην Ξάνθη (παραγωγή τομάτας με τη μέθοδο της υδροπονίας), ενώ η δεύτερη εταιρεία μέσω της δημιουργίας μιας πρόσθετης επένδυσης που ολοκλήρωσε πέρυσι, καταφέρνει από φέτος να πραγματοποιεί εξαγωγές ειδών σιδήρου-χάλυβα.
Άλλος ένας ακόμη κλάδος που έχει αποφέρει αυξημένα κέρδη στις εισηγμένες κατά τα τελευταία χρόνια είναι αυτός των μαρμάρων (έχουν υλοποιηθεί και συνεχίζονται επενδύσεις στα λατομεία), με εταιρείες όπως ο Ικτίνος και ο Κυριακίδης να εκμεταλλεύονται την υπάρχουσα ζήτηση που προέρχεται κυρίως από τις χώρες της Ασίας και της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.
Πέραν αυτού, κινήσεις γίνονται και για την επαναλειτουργία γνωστών παραγωγικών μονάδων, όπως της Shelman (η πρώτη προχθεσινή δημοπρασία απέβη άκαρπη), της θυγατρικής της Ελληνικής Υφαντουργίας στο Κιλκίς (διεξάγονται διαπραγματεύσεις με τις πιστώτριες τράπεζες) και της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας.
Ειδικότερα, στον πολύπαθο κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας, η Κλωσ/γία Ναυπάκτου αποφάσισε το 2015 να επαναλειτουργήσει την παραγωγική της μονάδα, δημιουργώντας πάνω από πενήντα θέσεις εργασίας στο νομό Αιτωλοακαρνανίας, ενώ παράγοντες της αγοράς υποστηρίζουν πως θα μπορούσαν να υλοποιηθούν σειρά επενδύσεων στον κλάδο, αν η Πολιτεία διαμόρφωνε περιβάλλον άρσης των υπαρχόντων αντικινήτρων.