«Η Ελλάδα έχει ανάγκη από μια κυβέρνηση που να προωθεί την επιχειρηματικότητα και τις μεταρρυθμίσεις. Μια κυβέρνηση ικανή να αναδείξει τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας και να προσελκύσει ξένες επενδύσεις». Αυτό τόνισε μιλώντας στο National Public Radio (NPR) των ΗΠΑ, ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκος Μητσοτάκης.
«Εκτιμώ», πρόσθεσε, «ότι σήμερα δεν διαθέτουμε μια τέτοια κυβέρνηση. Το ποσοστό της ανεργίας βρίσκεται σταθερά πάνω από 20%. Χιλιάδες ταλαντούχοι Έλληνες εγκαταλείπουν τη χώρα αναζητώντας καλύτερες συνθήκες εργασίας. Η γενική αίσθηση στην Ελλάδα είναι ότι η χώρα κινείται στη λάθος κατεύθυνση. Γι’ αυτό τον λόγο, εμείς ζητούμε άμεσα πολιτική αλλαγή. Η Νέα Δημοκρατία προηγείται με διαφορά στις δημοσκοπήσεις. Το μήνυμά μας αντηχεί στο εκλογικό σώμα».
«Το πρόβλημα με τον κ. Τσίπρα», υπογράμμισε ο κ. Μητσοτάκης, «δεν ήταν οι προεκλογικές του εξαγγελίες». Και συνέχισε λέγοντας: «Το πρόβλημα είναι οι πολιτικές που ακολούθησε μετά την εκλογή του. Θέλω να υπογραμμίσω ότι, δυστυχώς, η Ελλάδα βρίσκεται ακόμη σε ύφεση. Δύο χρόνια μετά την ανάληψη της εξουσίας από τον κ. Τσίπρα, η χώρα βρίσκεται σε χειρότερη κατάσταση από ό,τι στο τέλος του 2014. Ο κ. Τσίπρας ξόδεψε τους πρώτους έξι μήνες της διακυβέρνησής του σε μια υψηλού ρίσκου διαπραγμάτευση με τους Ευρωπαίους εταίρους. Η Ελλάδα βρέθηκε ένα βήμα πριν την έξοδό της από την Ευρωζώνη. Ο κ. Τσίπρας την τελευταία, κυριολεκτικά, στιγμή συμβιβάστηκε. Ωστόσο, πολύ μεγάλη ζημιά έχει γίνει έκτοτε στη χώρα. O κ. Τσίπρας επιχειρεί να παρουσιάσει τον εαυτό του ως μεταρρυθμιστή. Προσωπικά, έχω κάθε λόγο να αμφισβητώ τη δέσμευσή του στις μεταρρυθμίσεις».
Αναφερόμενος στις πολιτικές λιτότητας, ο κ. Μητσοτάκης επεσήμανε: «Η λιτότητα παρατράβηξε. Σημαντικό μέρος της ευθύνης έχουν και οι πιστωτές μας. Εάν, όμως, θέλουμε να πείσουμε τους δανειστές ότι απαιτείται δημοσιονομική χαλάρωση, οφείλουμε να τηρήσουμε τις δεσμεύσεις μας. Πρέπει να προχωρήσουμε σε μεταρρυθμίσεις στην οικονομία. Να εξελίξουμε και να καταστήσουμε αποδοτικότερη τη δημόσια διοίκηση. Να αφήσουμε πίσω μας πελατειακές λογικές του παρελθόντος. Φοβάμαι πως, όταν αναφερόμαστε σε τέτοιου είδους δεσμεύσεις, ο κ. Τσίπρας και η κυβέρνησή του αδυνατούν να ανταποκριθούν».
Μιλώντας για τις θέσεις της Νέας Δημοκρατίας, ο κ. Μητσοτάκης ξεκαθάρισε: «Στόχος μας είναι να πείσουμε, τόσο τους πιστωτές όσο και τους Έλληνες πολίτες, ότι οι μεταρρυθμίσεις που προτείνουμε είναι απολύτως αναγκαίες για να γίνει ανταγωνιστικότερη η ελληνική οικονομία. Χρειαζόμαστε μια πιο ανοιχτή οικονομία. Ικανή να προσελκύσει περισσότερους τουρίστες, περισσότερες ξένες επενδύσεις. Μια οικονομία που θα είναι σαφώς πιο προσανατολισμένη στις εξαγωγές. Η Ελλάδα είναι μια πλούσια χώρα, με πλούσιο πολιτισμό και ταλαντούχους ανθρώπους. Θεωρώ ότι αδικείται από την πολιτική της ελίτ και ιδιαίτερα από τον κ. Τσίπρα και την κυβέρνησή του. Η Ελλάδα χρειάζεται νέες θέσεις εργασίες. Για τη δημιουργία τους, απαιτούνται ξένες επενδύσεις ύψους 100 δισ. ευρώ μέσα στην επόμενη πενταετία. Είμαι πεπεισμένος ότι αυτός ο στόχος είναι εφικτός. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να υπάρχει μια αποφασισμένη κυβέρνηση, που θα αποπνέει εμπιστοσύνη στους επενδυτές».
Για τη νίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις αμερικανικές εκλογές, ο κ. Μητσοτάκης σχολίασε: «Η βούληση των Αμερικανών πολιτών είναι απολύτως σεβαστή. Οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις είναι πολύ ισχυρές. Ανυπομονούμε να συνεργαστούμε με τη νέα διοίκηση. Δεν εκτιμώ ότι θα υπάρχουν ουσιαστικές αλλαγές στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις. Τα τελευταία χρόνια, έχουν γίνει σημαντικά βήματα στην κατεύθυνση της βελτίωσης της εικόνας των ΗΠΑ στην Ελλάδα».
Για την επίσκεψη του Μπαράκ Ομπάμα στην Ελλάδα, ο κ. Μητσοτάκης είπε: «Σήμερα, ο πρόεδρος Ομπάμα βρίσκεται στην Ελλάδα. Θέλω δημοσίως να πω ότι είναι ένας σπουδαίος φίλος και σύμμαχος της Ελλάδας. Στάθηκε ως φίλος κατά τη διάρκεια των τελευταίων έξι ετών, που η Ελλάδα αντιμετώπισε μεγάλα οικονομικά προβλήματα. Είμαι βέβαιος ότι θα βρούμε έναν ισχυρό σύμμαχο και με τη νέα αμερικανική διοίκηση. Εκτιμώ ότι η αμερικανική πολιτική προς την Ευρώπη δεν θα μεταβληθεί σημαντικά».
Ερωτηθείς για την επικράτηση του Brexit στο πρόσφατο δημοψήφισμα στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας δήλωσε: «Η επικράτηση του Brexit ήταν μια έκπληξη για την πλειονότητα των Ευρωπαίων. Το αποτέλεσμα αποτυπώνει τη γενικότερη δυσαρέσκεια που επικρατεί από την κατεύθυνση στην οποία κινείται το τελευταίο διάστημα η Ευρωπαϊκή Ένωση. Σεβόμαστε πλήρως τη βούληση του βρετανικού λαού. Επιθυμούμε να προωθήσουμε μια νέα σχέση συνεργασίας με το Ηνωμένο Βασίλειο. Πρέπει να εντοπίσουμε τα αίτια που κρύβονται πίσω από το κύμα λαϊκισμού στην Ευρώπη. Να απαντήσουμε στο γιατί τα καθιερωμένα κόμματα έχουν αποτύχει να πείσουν τους πολίτες με τον πολιτικό τους λόγο».
«Στην Ελλάδα», είπε ο κ. Μητσοτάκης, «προχωρούμε στην ανανέωση της φιλελεύθερης κεντροδεξιάς παράταξης. Κάνουμε πράξη το άνοιγμα της Νέα Δημοκρατίας σε νέες ιδέες, σε νέους ανθρώπους. Παράλληλα, επιδιώκουμε την επανασύνδεση με ένα μέρος των ψηφοφόρων που αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό το πολιτικό κατεστημένο. Σφυρηλατούμε καθημερινά μια νέα πολιτική, που αποκαλούμε μεταλαϊκιστική».
Για το προσφυγικό - μεταναστευτικό ζήτημα, ο κ. Μητσοτάκης υπογράμμισε: «Είχαμε πάνω από 1.000.000 πρόσφυγες, που έφτασαν πέρυσι από την Τουρκία στα ελληνικά νησιά. Οι περισσότεροι από αυτούς συνέχισαν το ταξίδι τους με προορισμό την κεντρική Ευρώπη. Ωστόσο, σήμερα είμαστε αντιμέτωποι με μια διαφορετική πραγματικότητα. Υπάρχουν 60.000 πρόσφυγες και μετανάστες εγκλωβισμένοι στην Ελλάδα. Η συμφωνία μεταξύ της Ε.Ε. και της Τουρκίας έχει μειώσει σημαντικά τον αριθμό των προσφύγων και μεταναστών που διασχίζουν το Αιγαίο και φτάνουν στην Ελλάδα. Οφείλουμε να διατηρήσουμε σε ισχύ αυτή τη συμφωνία, όσο πολύπλοκη και εάν είναι».
«Σε ένα τόσο σύνθετο πρόβλημα, είναι πολύ δύσκολο να ζητούμε από την Ελλάδα να βρει τη λύση μόνη της. Η αλληλεγγύη που επέδειξε η Ευρώπη υπήρξε περιορισμένη. Λίγες χώρες έδειξαν στην πράξη τη θέληση να δεχθούν πρόσφυγες από την Ελλάδα. Η Ευρώπη απέτυχε να βρει μια κοινή προσέγγιση. Η γενική εκτίμηση είναι ότι η Ελλάδα έδειξε στην πράξη το ανθρώπινό της πρόσωπο. Η πλειονότητα των Ελλήνων υποδέχθηκε τους πρόσφυγες. Είναι σαφές ότι πλέον η χώρα μας έχει φτάσει τα όριά της. Όλοι μας εργαζόμαστε, ώστε η συμφωνία Ε.Ε.-Τουρκίας να συνεχίσει να βρίσκεται σε ισχύ μακροπρόθεσμα», κατέληξε ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας.