Το διαθέσιμο εισόδημα των ελληνικών νοικοκυριών παρουσίασε ετήσια πτώση -0,75% το 2ο τρίμηνο 2016. Διαμορφώθηκε στα €29,72 δισ. από €29,94 δισ. το 2ο τρίμηνο 2015.
Οπως επισημαίνει η Eurobank, η εν λόγω μεταβολή προήλθε: 1ον από τη μείωση των πρωτογενών εισοδημάτων και των καθαρών κοινωνικών εισφορών και παροχών κατά -€34,62 και -€300,87 εκατ. αντίστοιχα. 2ον από την αύξηση των καθαρών λοιπών τρεχουσών μεταβιβάσεων κατά +€76,73 εκατ. 3ον από την πτώση των τρεχόντων φόρων εισοδήματος και πλούτου κατά -€35,44.
Σε ό,τι αφορά τις χρήσεις του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών το 2ο τρίμηνο 2016, η τελική καταναλωτική δαπάνη διαμορφώθηκε στα €31,84 δισ. ενώ η αποταμίευση ήταν αρνητική στα -€2,13 δισ. από -€2,27 δισ. το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους. Σημειώνουμε ότι η αποταμίευση κινήθηκε σε αρνητικό έδαφος για 14ο συνεχές τρίμηνο. Αυτό ισοδυναμεί με μια σωρευτική απώλεια πλούτου της τάξης των -€23,08 δισ.
Επιπρόσθετα, ο λόγος της αποταμίευσης ως προς το διαθέσιμο εισόδημα διαμορφώθηκε στο -7,16% (από -7,60% το 2ο τρίμηνο 2015) ή -5,67% (από -6,48%) σε όρους κινητού μέσου 4 τριμήνων. Το τελευταίο μέγεθος θεωρείται πιο αντιπροσωπευτικό καθώς οι τριμηνιαίες παρατηρήσεις του διαθέσιμου εισοδήματος και της αποταμίευσης παρουσιάζουν έντονη εποχικότητα.
Η τράπεζα επισημαίνει ότι από το 2ο τρίμηνο 2009 μέχρι το 2ο τρίμηνο 2014 το ποσοστό αποταμίευσης των νοικοκυριών ακολούθησε καθοδική πορεία. Πιο αναλυτικά, μειώθηκε κατά -13,93 ποσοστιαίες μονάδες (ΠΜ), ήτοι από +7,30% στο -6,63% σε όρους κινητού μέσου 4 τριμήνων. Αυτή η πτώση αποτυπώνεται στον υψηλότερο ποσοστιαίο ρυθμό μεταβολής της τελικής καταναλωτικής δαπάνης σε σχέση με το αντίστοιχο μέγεθος του διαθέσιμου εισοδήματος.
Πιθανοί ερμηνευτικοί παράγοντες αυτής της απόκλισης είναι:
1ον οι προσδοκίες που σχηματίστηκαν για τη διάρκεια της ύφεσης. Εν παραδείγματι, όταν τα νοικοκυριά αναμένουν ότι η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματός τους θα είναι σχετικά προσωρινή, τότε εξομαλύνουν την κατανάλωσή τους μέσω μείωσης του ρυθμού αποταμίευσης.
2ον δημογραφικοί παράγοντες όπως είναι η γήρανση του πληθυσμού. Όταν αυξάνεται το ποσοστό των ηλικιωμένων επί του συνόλου του πληθυσμού, τα κίνητρα για ιδιωτική αποταμίευση μειώνονται.
3ον το ύψος του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών. Όταν η συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας έχει βάθος και διάρκεια, τότε το ποσοστό «φτώχειας» αυξάνεται και ως εκ τούτου τα περιθώρια για αποταμίευση μειώνονται.
4ον «οι καταναλωτικές συνήθειες». Το πολύ υψηλό επίπεδο ιδιωτικής κατανάλωσης των προηγούμενων ετών δύναται να δημιούργησε «συνήθειες» οι οποίες κατέστησαν λιγότερο ελαστική τη μετάβαση σε ένα νέο χαμηλότερο μονοπάτι καταναλωτικής δαπάνης.