Η θετική πορεία των εσόδων από τον φόρο προστιθέμενης αξίας του Τακτικού Προϋπολογισμού στο οκτάμηνο του 2016, που συνεχίσθηκε και τον Σεπτέμβριο με βάση τα προσωρινά στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, οδήγησε σε υπερκάλυψη του τεθέντα στόχου για το διάστημα αυτό.
Οπως αναφέρει η Alpha Bank στο εβδομαδιαίο της δελτίο, η εξέλιξη αυτή μπορεί να αποδοθεί σε τρεις κυρίως παράγοντες:
(ι) στις αυξήσεις του φορολογικού συντελεστή στην κατανάλωση σε δύο στάδια, με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται πλέον στο 24% σε ένα ευρύ φάσμα αγαθών και υπηρεσιών,
(ιι) στην εντατικοποίηση των ελέγχων κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, ιδιαίτερα σε νησιά μεγάλης τουριστικής κινήσεως, και
(ιιι) στην αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών.
Ο αριθμός των συναλλαγών με κάρτες πληρωμών αυξήθηκε κατά 128% στο δεύτερο εξάμηνο του 2015 σε σύγκριση με το πρώτο εξάμηνο του 2015 (στοιχεία της Τραπέζης Ελλάδος, Νομισματική Έκθεση Ιούνιος 2016). Η αύξηση αυτή συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με την επιβολή των κεφαλαιακών ελέγχων τον Ιούνιο του 2015. Η τάση αυτή εκτιμάται ότι συνεχίζεται και το 2016 καθώς οι ιδιώτες εξοικειώνονται ολοένα και περισσότερο στη χρήση των νέων τεχνολογιών για την πραγματοποίηση των συναλλαγών τους χωρίς μετρητά.
Η περαιτέρω ενίσχυση της χρήσεως των ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών τα επόμενα έτη είναι εφικτή και μπορεί να αποτελέσει καταλυτικό παράγοντα για τον δραστικό περιορισμό της παραοικονομίας και της φοροδιαφυγής. Τούτο είναι ιδιαίτερης σημασίας καθώς η εφαρμοζόμενη δημοσιονομική προσαρμογή στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στην αύξηση των φορολογικών επιβαρύνσεων στην κατανάλωση και τα δηλωθέντα εισοδήματα.
Επομένως είναι απαραίτητη η διεύρυνση της φορολογικής βάσεως ώστε να μην επωμίζονται τα βάρη αποκλειστικά οι συνεπείς φορολογούμενοι. Αποτελεί δε ικανή και αναγκαία συνθήκη για την μείωση των φορολογικών επιβαρύνσεων, μια εξέλιξη που μπορεί να πυροδοτήσει την οικονομική δραστηριότητα τα επόμενα χρόνια.
Ηλεκτρονικές Συναλλαγές και Παραοικονομία: Μία αντίστροφη σχέση
Έχει διαπιστωθεί ότι η αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών έναντι εκείνων με μετρητά συνάδει με την αύξηση της διαφάνειας στις συναλλαγές και συμβάλλει στον περιορισμό της παραοικονομίας και της φοροδιαφυγής, καθώς οι ηλεκτρονικές πληρωμές εντοπίζονται ευκολότερα. Για παράδειγμα, από την εμπειρική συσχέτιση του αριθμού των καρτών σε κυκλοφορία ανά άτομο και της παραοικονομίας ως ποσοστό στο ΑΕΠ, προκύπτει ότι υπάρχει μεταξύ τους αρνητική συσχέτιση (διαστρωματικά δεδομένα 28 χωρών). Συγκεκριμένα, όσο μεγαλύτερος είναι ο κατά κεφαλήν αριθμός καρτών στην οικονομία, τόσο μικρότερο το ποσοστό της παραοικονομίας στο ΑΕΠ.
Ειδικότερα σημειώνεται ότι για την Ελλάδα, ο κατά κεφαλήν αριθμός καρτών το 2015 διαμορφώθηκε στο 1,3, ενώ το ποσοστό της παραοικονομίας στο ΑΕΠ, αν και έχει μειωθεί σταδιακά στην περίοδο της οικονομικής κρίσεως από 25,4% το 2010 σε 22,4% το 2015, κυμαίνεται σε υψηλό επίπεδο σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (18,3%). Γενικά, σύμφωνα με σχετική μελέτη, η αυξημένη χρήση των ηλεκτρονικών πληρωμών κατά 10% ετησίως επί τέσσερα συνεχή έτη μπορεί να μειώσει την παραοικονομία μέχρι πέντε εκατοστιαίες μονάδες.
Η χρήση των μετρητών και ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών στην Ελλάδα
Από την αρχή της οικονομικής κρίσεως έως και το 2014, στην Ελλάδα, ο αριθμός των πιστωτικών καρτών και ο αριθμός των τερματικών στα σημεία πωλήσεως (POS) μειώθηκε σταδιακά λόγω της υποχωρήσεως της καταναλωτικής δαπάνης ως αποτέλεσμα της μειώσεως του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, καθώς και της εισόδου στην αγορά τερματικών από παρόχους που εξυπηρετούν συναλλαγές περισσότερων τραπεζών με το ίδιο τερματικό. Αντίθετα μετά την επιβολή των κεφαλαιακών ελέγχων, τον Ιούνιο του 2015, παρατηρήθηκε αύξηση στον αριθμό των καρτών και στη χρήση των ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών (σε όρους αριθμού συναλλαγών).
Η χρήση μετρητών στις πληρωμές έναντι άλλων μέσων αποτυπώνεται, μεταξύ άλλων, στον δείκτη τραπεζογραμμάτια σε κυκλοφορία εκτός χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων ανά άτομο. Αντιθέτως, μέτρα της χρήσεως ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών είναι ο αριθμός των καρτών σε κυκλοφορία ανά άτομο, η μεταβολή του αριθμού των συναλλαγών μέσω τερματικών POS και ο βαθμός διεισδύσεως της διαδικτυακής τραπεζικής (internet banking).
Ειδικότερα:
α) Τραπεζογραμμάτια σε Κυκλοφορία εκτός Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων
Στην Ελλάδα το 2015 τα τραπεζογραμμάτια σε κυκλοφορία ανέρχονταν σε €8.487 ανά άτομο, έναντι €3.094 του μέσου όρου της Ευρωζώνης. Πράγματι, οι συναλλαγές στην Ελλάδα διαχρονικά πραγματοποιούνται κυρίως με μετρητά, καθώς το 2015 το ποσοστό των τραπεζογραμματίων σε κυκλοφορία αποτελούσε το 52% του ΑΕΠ, έναντι μόλις 10% στην Ευρωζώνη.
Η οικονομική κρίση στην Ελλάδα, ειδικά μετά το 2012, επέφερε τη σταδιακή αύξηση της νομισματικής κυκλοφορίας παρά την πτώση της οικονομικής δραστηριότητας, ενώ παρατηρήθηκαν και έντονες τάσεις διακρατήσεως μετρητών από τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά εκτός του τραπεζικού συστήματος εξαιτίας της αβεβαιότητας.
Συγκεκριμένα, μεταξύ των ετών 2012-2015 στην Ελλάδα σημειώθηκε σωρευτική αύξηση των τραπεζογραμματίων σε κυκλοφορία ανά άτομο εκτός χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων κατά 14%. Το μεγαλύτερο μέρος αυτής της αυξήσεως σημειώθηκε το 2015 (10% σε ετήσια βάση) συμβαδίζοντας με την πτώση των καταθέσεων από €160,3 δισ. το 2014 σε €123,4 δισ. το 2015.
β) Αριθμός Καρτών σε Κυκλοφορία
Την περίοδο 2011-2014 ο αριθμός των καρτών αλλά και των τερματικών στα σημεία πωλήσεως (POS) μειώθηκε σωρευτικά κατά 10% και 46% αντίστοιχα, ως αποτέλεσμα της οικονομικής υφέσεως.
Αντίθετα το 2015, εξαιτίας των κεφαλαιακών ελέγχων, αυξήθηκε ο αριθμός των καρτών πληρωμών (χρεωστικών-πιστωτικών) κατά 8,4%, όπως επίσης και οι κάρτες ηλεκτρονικού χρήματος (πχ. Pre-paid cards) κατά 28,4% και τα τερματικά POS κατά 12,3%. To 2015, ο συνολικός αριθμός των καρτών ανήλθε σε 14 εκατ., από 13,2 εκατ. το 2014, ήτοι αύξηση κατά 6,2% (Γράφημα 5).
γ) Χρήση της Διαδικτυακής Τραπεζικής (Internet Banking)
Η διείσδυση του διαδικτύου σε κάθε χώρα είναι σημαντικός παράγοντας και προϋπόθεση για να συμμετέχει ο πληθυσμός στις υπηρεσίες διαδικτυακής τραπεζικής. Στην Ελλάδα οι χρήστες του διαδικτύου ανέρχονται στο 60% του πληθυσμού, ποσοστό κατά πολύ μικρότερο από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο που πλησιάζει το 80% και ιδιαίτερα από εκείνο ορισμένων χωρών της Βόρειας Ευρώπης που ξεπερνά το 90%.
Επομένως η χρήση των υπηρεσιών internet banking ως ποσοστό του πληθυσμού, είναι περιορισμένη και διαμορφώθηκε το 2015 στο 14%, έναντι 46% του μέσου ευρωπαϊκού όρου και 90% της Νορβηγίας που κατέγραψε το υψηλότερο ποσοστό. Επιπλέον, η αύξηση του ποσοστού διεισδύσεως του internet banking μεταξύ των ετών 2014-2015 διευρύνθηκε μόλις κατά μία εκατοστιαία μονάδα (2014: 13%, 2015: 14%).
Συμπερασματικά η Alpha Bank επισημαίνει ότι η επιβολή των περιορισμών στην κίνηση των κεφαλαίων στο δεύτερο εξάμηνο του 2015 είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση της χρήσεως των ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών, ωστόσο η χρήση των μετρητών στις συναλλαγές παραμένει το πλέον διαδεδομένο μέσο πληρωμών.