Τον έντονο προβληματισμό τους εκφράζουν στελέχη της αγοράς, για το κατά πόσο το κλίμα σκανδαλολογίας που έχει αναπτυχθεί είναι σε θέση να επιτρέψει στις τράπεζες να προχωρήσουν στην απαιτούμενη όσο το δυνατόν ταχύτερη και αποτελεσματικότερη διαχείριση των κόκκινων επιχειρηματικών δανείων.
«Το κλίμα σκανδαλολογίας που έχει δημιουργηθεί κατά τα τελευταία χρόνια έχει κάνει μεγάλη ζημιά. Ο θόρυβος που έχει δημιουργηθεί είναι έντονος και επίσης είναι μεγάλη η ευκολία με την οποία παραπέμπονται τραπεζικοί λειτουργοί στα δικαστήρια, όπως φέτος π.χ. τα δεκάδες στελέχη της πρώην Probank.
Όλα αυτά, σε συνδυασμό με τη χαρακτηριστική καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης, έχουν οδηγήσει πολλά στελέχη σε ουσιαστική απραξία, ή αλλιώς έχουν περιορίσει τις δυνατές επιλογές τους, κυρίως σε εκείνες από τις οποίες δεν κινδυνεύουν να... βρεθούν μπλεγμένοι, σε κάποια μελλοντική στιγμή.
Το πρόβλημα όμως είναι ότι τέτοιου είδους επιλογές συχνά δεν είναι οι καλύτερες ούτε για τα οικονομικά των τραπεζών (είσπραξη μη εξυπηρετούμενων δανείων), ούτε για τη δυνατότητα των επιχειρήσεων να ανακάμψουν και έτσι να ενισχύσουν την πραγματική οικονομία».
Αυτά δήλωσε στο Euro2day.gr πρόεδρος εισηγμένης εταιρείας, συμπληρώνοντας πως «το κακό είναι πως συχνά στην Ελλάδα τιμωρούνται όσοι είναι διατεθειμένοι να δράσουν και όχι εκείνοι που απλά... αδρανούν, ή καταφέρνουν να μεταθέτουν τις ευθύνες τους σε άλλους».
Κατά καιρούς, διάφοροι παράγοντες της αγοράς έχουν επισημάνει ότι οι τράπεζες αρνήθηκαν την πώληση προβληματικών παραγωγικών μονάδων σε ενδιαφερόμενους επενδυτές επειδή θα έπρεπε να προχωρήσουν σε μεγάλα κουρέματα δανείων, με αποτέλεσμα οι επιχειρήσεις αυτές να πτωχεύσουν. Μάλιστα, στις πλείστες των περιπτώσεων αυτών, η διαδικασία της πτώχευσης που ακολουθείται είναι τόσο γραφειοκρατική, έτσι ώστε να διαρκεί χρόνια ολόκληρα. Ως αποτέλεσμα, είναι ζήτημα αν στο τέλος αυτής της μακράς περιόδου εισπράττονται κάποια «ψίχουλα», αφού σημαίνουσες μονάδες απαξιώνονται και πωλούνται για... παλιοσίδερα.
Σύμφωνα επίσης με παράγοντες της αγοράς, οι τράπεζες, μη αποδεχόμενες «κουρέματα» δανείων κατά τα τελευταία χρόνια, υποχρέωσαν τις εταιρείες να ζουν με έντονα προβλήματα ρευστότητας, στιγματισμένες στην αγορά και χωρίς πόρους να επενδύσουν και να αναδιαρθρωθούν. Σήμερα λοιπόν, οι αξίες τους έχουν μειωθεί περαιτέρω και μάλιστα δεν λείπουν και οι περιπτώσεις όπου επιλέγεται η «εκκαθάριση εν λειτουργία» προκειμένου την ευθύνη της πώλησης-ρευστοποίησης να τη λάβει ο (προστατευμένος από το νόμο) εκκαθαριστής και όχι η διοίκηση της εταιρείας σε συνδυασμό με τις πιστώτριες τράπεζες, που (και πάλι) θα πρέπει να συναινέσουν στην ουσιαστική διαγραφή απαιτήσεων.
«Η διαδικασία της εκκαθάρισης εν λειτουργία είναι χρήσιμη, αρκεί να εξασφαλιστεί ότι ο εκκαθαριστής θα είναι ικανός και θα έχει κίνητρο για την όσο το δυνατόν ταχεία και αποδοτική πώληση των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας», υποστηρίζει γνωστό στέλεχος της αγοράς στο Euro2day.gr.
Επίσης, αντί για τις απευθείας πωλήσεις υπερχρεωμένων εταιρειών, επιλέγεται συχνά η προσφυγή των επιχειρήσεων αυτών στις διατάξεις του πτωχευτικού κώδικα (π.χ. άρθρο 99), η οποία έχει κυρίως δύο πλεονεκτήματα για τις τράπεζες αφού:
α) πέραν των τραπεζικών υποχρεώσεων, συνήθως κουρεύονται και οι υποχρεώσεις των εταιρειών προς τους προμηθευτές και
β) η όλη διαδικασία λαμβάνει δικαστική έγκριση. Από την άλλη πλευρά βέβαια, είναι οξύμωρο πως υποθέσεις δεκάδων ή και εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ μπορεί να κρίνονται όχι με βάση την οικονομική αλλά με βάση τη «δικαστική» λογική, η οποία μάλιστα συχνά λέγεται πως δεν είναι ενιαία στην ελληνική επικράτεια.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, οι Ευρωπαίοι δανειστές ασκούν έντονες πιέσεις στις διοικήσεις των τραπεζών προκειμένου να «τρέξουν γρήγορα» τις υποθέσεις των κόκκινων δανείων, απειλώντας (στην πράξη) ακόμη και με απολύσεις, στην περίπτωση που δεν έχουν υπάρξει ικανοποιητικά μετρήσιμα αποτελέσματα μέχρι και το πρώτο τρίμηνο του 2017.
Έτσι, τα τραπεζικά στελέχη επεξεργάζονται ήδη τρόπους και διαδικασίες προκειμένου από τη μια πλευρά να κλείσουν με επιτυχία υποθέσεις μεγάλων μη εξυπηρετούμενων επιχειρηματικών δανείων και από την άλλη, να είναι θωρακισμένοι απέναντι σε ενδεχόμενο νομικό κίνδυνο.