Χωρίς το «μπόνους» του τουρισμού, που κατά την προηγούμενη διετία έσωσε την «παρτίδα», φαίνεται ότι κινείται το φετινό καλοκαίρι το εγχώριο λιανεμπόριο.
Οι αφίξεις μπορεί να παρουσιάζουν ελαφρά «κόπωση», ωστόσο σε επίπεδο κατανάλωσης εκ μέρους των ξένων επισκεπτών, οι επιδόσεις είναι δραστικά μειωμένες, σε ποσοστό που αγγίζει το 25%.
Οι ενδείξεις των πρώτων μηνών της τουριστικής σεζόν ήταν απογοητευτικοί για τις επιχειρήσεις τόσο του αθηναϊκού κέντρου όσο και προβεβλημένων νησιών (Μύκονος, Σαντορίνη, Ρόδος κ.ά.) , καθώς είχαν καλλιεργηθεί υψηλές προσδοκίες για αύξηση της τουριστικής κίνησης και άρα για συνέχιση των επιδόσεων που καταγράφηκαν το 2014 και το 2015.
Η βασικότερη ένδειξη αυτή της εξέλιξης εμφανίζεται στο επίπεδο των tax free πωλήσεων (σ.σ. με επιστροφή ΦΠΑ, που αφορούν κυρίως πολίτες τρίτων χωρών εκτός Ε.Ε.), οι οποίες υποχωρούν σημαντικά.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις, αυτό αποδίδεται στη μείωση προσέλευσης των Κινέζων και Ρώσων τουριστών λόγω των προβλημάτων έκδοσης βίζας εισόδου στη χώρα, οι οποίοι χαρακτηρίζονται ως εκείνοι που διαθέτουν το μεγαλύτερο διαθέσιμο εισόδημα για καταναλωτικές αγορές.
Ασχολούμενος επί χρόνια με το ταξιδιωτικό εμπόριο (μέσω ΚΑΕ) και έχοντας επιχειρήσει να δημιουργήσει συνέργειες μεταξύ τουρισμού και εμπορίου, ο Τζ. Κουτσολιούτσος, διευθύνων σύμβουλος της Folli Follie, εκτιμά ως απώλεια τη συγκεκριμένη εξέλιξη.
«Τα καταστήματα σε Βουκουρεστίου και Βαλαωρίτου είχαν σωθεί από τους τουρίστες», αναφέρει και συμπληρώνει ότι τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχει αλλάξει το μείγμα των τουριστών και μαζί και η καταναλωτική συμπεριφορά τους.
«Έως πρότινος, ο μέσος τουρίστας ήταν Ευρωπαίος που ερχόταν με τουριστικό πακέτο στη χώρα και μετά βίας έτρωγε μία φορά σε ταβέρνα. Τώρα όμως έχουμε επισκέπτες από Ρωσία, Ασία, Κίνα και Τουρκία που διαθέτουν διαφορετική κουλτούρα και το απαραίτητο εισόδημα». Αυτά τα «πορτοφόλια» ωστόσο φαίνεται ότι φέτος εκλείπουν.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ο τουρισμός έως σήμερα δεν δείχνει να βοηθά, καθώς το εισερχόμενο ρεύμα «δεν έχει ποιότητα», εννοώντας τη δυναμική του στην κατανάλωση.
Σύμφωνα με τον διευθύνοντα σύμβουλο της εταιρίας Αττικά Πολυκαταστήματα Η. Κούκουτσα, στο πεντάμηνο του 2016, η πτώση των tax free πωλήσεων εντός του δικτύου πολυκαταστημάτων άγγιξε το 25%. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι πωλήσεις tax free για το κεντρικό πολυκατάστημα της Αθήνας στο City Link αποτελούν το 11,5%-12% του ετήσιου κύκλου εργασιών του σημείου. Αντιστοίχως, το ποσοστό tax free πωλήσεων στο έτερο πολυκατάστημα της εταιρίας στο Golden Hall στο Μαρούσι είναι μόλις 2%. «Η πτώση των tax free πωλήσεων φαίνεται διατηρήσιμη για φέτος», εκτιμά και συμπληρώνει πως η εξέλιξη αυτή πλήττει τις επιδόσεις των λιανικών επιχειρήσεων στην Αθήνα.
Εξάλλου σύμφωνα με στοιχεία της εταιρίας Global Blue, ποσοστό άνω του 70% των tax free πωλήσεων πραγματοποιείται στην Αττική.
Η εξέλιξη αυτή έρχεται μετά από μια χρυσή διετία, κατά την οποία η σωρευτική αύξηση των πωλήσεων στην ελληνική αγορά tax free shopping άγγιξε το 40%. Ειδικότερα, το 2015 οι πωλήσεις αγαθών σε ταξιδιώτες που επισκέφθηκαν την Ελλάδα από χώρες εκτός Ε.Ε. αναπτύχθηκαν με ρυθμό 19,4%, σε ίδια σημεία, επίδοση που έρχεται να προστεθεί στην αύξηση κατά 18% που σημείωσαν το 2014 οι πωλήσεις στην εγχώρια αγορά tax free shopping, διαμορφώνοντας την απόδοση στο 37,4% στη διετία.
Η παραπάνω εξέλιξη μάλιστα είχε επηρεάσει και τις τιμές των ακινήτων στην πιο εμπορική περιοχή του αθηναϊκού κέντρου, πέριξ της πλατείας Συντάγματος και της οδού Ερμού. Έτσι, άνοδο κατά 8,3%, σημείωσαν οι τιμές των καταστημάτων στην οδό Ερμού στο τέλος του πρώτου τριμήνου του 2016, σύμφωνα με σχετική ανάλυση της εταιρείας συμβούλων ακινήτων Cushman & Wakefield, γεγονός το οποίο οφείλεται σε μεγάλο βαθμό και στην άνοδο της τουριστικής κίνησης στο κέντρο της πρωτεύουσας.
Αύξηση επίσης κατά 4% σημείωσαν και οι τιμές των ενοικίων καταστημάτων την οδό Τσιμισκή στη Θεσσαλονίκη, φθάνοντας τα 130 ευρώ ανά τ.μ., γεγονός που αποδίδεται και εκεί στην αύξηση του τουριστικού ρεύματος.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις, αν και η Θεσσαλονίκη δεν έχει αποκομίσει μεγάλα οφέλη από την τουριστική κίνηση, εν τούτοις ωφελείται από τη συχνή μετακίνηση ξένων «επισκεπτών» (Τούρκων, Βαλκάνιων κ.α.), οι οποίοι αν και δεν διανυκτερεύουν, εν τούτοις επισκέπτονται την πόλη για αγορές.