Τη θεσμοθέτηση ταχείας διαδικασίας για την υπαγωγή μεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης ή εκκαθάρισης προβλέπει το προσχέδιο του επικαιροποιημένου Μνημονίου, στην περίπτωση που μέτοχοι και διοικήσεις τους αρνούνται, αδικαιολόγητα, να συνεργαστούν με τις πιστώτριες τράπεζες τους.
Το προσχέδιο του Μνημονίου που αποκάλυψε το Euro2day.gr, αναφέρει ότι θα πρέπει να παρουσιαστούν από τις ελληνικές αρχές λεπτομερείς προτάσεις, που να τροποποιούν το ισχύον καθεστώς περί αφερεγγυότητας επιχειρήσεων, στις περιπτώσεις που οι μέτοχοι εταιρειών είναι μη συνεργάσιμοι έναντι των δανειστών.
Στόχος των προτάσεων θα είναι η επίσπευση των διαδικασιών για την υπαγωγή σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης ή και εκκαθάρισης. Η πρώτη σχετική πρόταση έχει ήδη κατατεθεί. Η McKinsey, σε συνεργασία με το ΤΧΣ, μετά από σχετική έρευνα και στοιχεία που συνέλεξε από 3 συστημικές τράπεζες, κατέληξε σε ένα σχέδιο δράσης για τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα μεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων (σ.σ τζίρος άνω των 20 εκατ. Ευρώ και δάνεια άνω των 10 εκατ. Ευρώ).
Το σχέδιο προβλέπει για όσες επιχειρήσεις έχουν μεν κριθεί βιώσιμες, αλλά οι μέτοχοι και οι διοικήσεις απορρίπτουν, αδικαιολόγητα, τις προτάσεις αναδιάρθρωσης που καταθέτει ο συντονιστικός μηχανισμός των τεσσάρων τραπεζών (σ.σ forum) να δίνεται η δυνατότητα στις τράπεζες και τους υπόλοιπους πιστωτές να κινήσουν διαδικασίες fast track εκκαθάρισης.
Την ίδια στιγμή, η McKinsey προτείνει να αρθούν οι υφιστάμενοι περιορισμοί στη δυνατότητα που έχουν οι πιστωτές να προχωρούν σε κεφαλαιοποίηση δανείων (debt equity swap).
Όπως έχει δηλώσει σε συνέντευξή του Euro2day.gr ο CEO του ΤΧΣ, Αρ. Ξενόφος "η μετοχοποίηση χρέους, χωρίς να απαιτείται προηγούμενη συναίνεση των μετόχων και υπό τον όρο ότι μια τέτοια παρέμβαση θα διασφάλιζε τη βιωσιμότητα της επιχείρησης και θα είχε τη σύμφωνη γνώμη της πλειοψηφίας των πιστωτών" θα διευκόλυνε την αποτελεσματικότερη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Αντίστοιχη θέση έχει πάρει στο πρόσφατο παρελθόν και η Τράπεζα της Ελλάδος, ενώ οι τράπεζες ζητούν να τροποποιηθεί ο νόμος Δένδια, παρέχοντας τη δυνατότητα στους πιστωτές εφόσον κατέχουν το 40% των δανείων να μπορούν να θέσουν μεγάλες και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης.
Με βάση τις πρόνοιες του νόμου Δένδια για την έκτακτη διαδικασία ειδικής διαχείρισης, οι τράπεζες και οι υπόλοιποι πιστωτές μιας επιχείρησης αποκτούν τη δυνατότητα κατάθεσης αίτησης στο Μονομελές Πρωτοδικείο της περιοχής, που εδρεύει η εταιρεία, με την οποία να ζητούν το διορισμό ειδικού διαχειριστή.
Ο τελευταίος προτείνεται από τους πιστωτές που υποβάλουν την αίτηση, πληρώνεται από τους ίδιους και αναλαμβάνει την υποχρέωση, αφού διενεργήσει απογραφή του ενεργητικού της επιχείρησης, να προκηρύξει δημόσιο πλειοδοτικό διαγωνισμό για την εκποίηση του ενεργητικού, είτε συνολικά είτε κατά τμήματα.
Αν από το προιόν της εκποίησης εξοφλούνται οι πιστωτές ο έλεγχος της εταιρείας με το εναπομείναν ενεργητικό επιστρέφει στους μετόχους της, διαφορετικά με την ολοκλήρωση της ειδικής διαχείρισης υποβάλλεται αίτηση πτώχευσης. Όλα αυτά θα τρέξουν με διαδικασίες εξπρές καθώς η ειδική διαχείριση πρέπει να ολοκληρώνεται, εκτός εξαιρέσεων, το αργότερο σε 12 μήνες.
Σύμφωνα με την άποψη των τραπεζών θα πρέπει να τροποποιηθούν και οι προυποθέσεις για να κινηθεί η έκτακτη διαδικασία ειδικής διαχείρισης.
Σημειώνεται ότι από το δείγμα των 1.153 ομίλων, που εξέτασε η McKinsey, με συνολικό δανεισμό 36,2 δισ. και μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα 19,9 δισ. μόλις για 51 ομίλους οι τράπεζες έχουν κινήσει διαδικασία εκκαθάρισης. Τα δάνεια σε – οριστική- καθυστέρηση των παραπάνω ομίλων ανέρχονται μόλις σε 1,5 δις ευρώ.