Η περιγραφή των υστερήσεων της Ελλάδας στον τομέα της ενέργειας και των επιπτώσεων που έχει στην ανάπτυξη, είναι διάσπαρτες στα περισσότερα από τα κεφάλαια της έκθεσης του ΟΟΣΑ για την Ελλάδα.
Σε αυτή σημειώνονται με έμφαση οι αρνητικές επιπτώσεις που είχε το μεγάλο βάρος των αρχικών προγραμμάτων σταθερότητας (Μνημόνια) στη δημοσιονομική προσαρμογή σε βάρος των μεταρρυθμίσεων, οι οποίες εισήχθησαν με καθυστέρηση.
Επιπλέον, όπως σημειώνει η έκθεση του ΟΟΣΑ, η εργασία ήταν αυτή που σήκωσε το μεγαλύτερο βάρος της δημοσιονομικής προσαρμογής, τη στιγμή που οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά προχωρούσαν αργά, αφήνοντας ανενόχλητα τα μονοπώλια σε πολλούς τομείς. Το γεγονός αυτό, όπως και η άτολμη εφαρμογή, δυσκόλεψε ακόμη περισσότερο και υπονόμευσε κατά περίπτωση την υλοποίηση και αποτελεσματικότητα των μεταρρυθμίσεων.
Εξωπραγματικά περιθώρια κέρδους
Ειδικά τώρα για τον ενεργειακό τομέα, για τον οποίο ισχύουν οι παραπάνω παρατηρήσεις, ο ΟΟΣΑ δίνει έμφαση στις αρνητικές επιπτώσεις που έχει για την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και τις εξαγωγές, το υψηλό κόστος ενέργειας.
Όπως αναφέρει συγκεκριμένα, στους κλάδους ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου, «ο συνδυασμός δημόσιου μετοχικού ελέγχου (σ.σ. ενεργειακών επιχειρήσεων), εμποδίων στην είσοδο (σ.σ. νέων παικτών) και η σημαντική κάθετη ολοκλήρωση επιχειρήσεων, οδηγεί σε αντίστοιχο υψηλό κόστος, το οποίο υπονομεύει την ανταγωνιστικότητα της υπόλοιπης οικονομίας».
Σε άλλο σημείο της έκθεσης, δίνεται έμφαση στα υψηλά περιθώρια κέρδους που συνεχίζουν να επικρατούν σε διάφορους κλάδους και τα οποία βρίσκονται πολύ πάνω από τον μέσο όρο στις χώρες-μέλη της ΕΕ.
Στον παρακάτω σχετικό πίνακα που παρουσιάζει τη διαφορά στα περιθώρια μεταξύ Ελλάδας και Μέσου Όρου ΕΕ, στην πρώτη σειρά καταγράφεται το λιανικό εμπόριο (διαφορά 282,9 ποσοστιαίες μονάδες) και στη δεύτερη, η παραγωγή προϊόντων πετρελαίου (διαφορά 96,9 ποσοστιαίες μονάδες). Υπάρχουν στοιχεία ακόμη για ηλεκτρισμό- φυσικό αέριο (διαφορά 30 ποσοστιαίες μονάδες).
Μάλιστα η έκθεση σημειώνει ότι οι υπολογισμοί του ΟΟΣΑ έγιναν με βάση στοιχεία της Eurostat και με βάση τους μέσους όρους των ετών 2012-14.
Η έκθεση του ΟΟΣΑ αναγνωρίζει ως μεταρρύθμιση τον ιδιοκτησιακό διαχωρισμό του ΑΔΜΗΕ από τη ΔΕΗ με βάση το πλάνο που συμφωνήθηκε με τους θεσμούς (Δημόσιο 51% των μετοχών του ΑΔΜΗΕ, 20 % στρατηγικός επενδυτής, 29% επενδυτές χρηματιστηρίου), αλλά το όλο σχέδιο βρίσκεται σε πολύ αρχική φάση υλοποίησης και δεν έχουν φανεί ακόμη οι αντικειμενικές δυσκολίες στην εφαρμογή του.
Παρ' όλα αυτά επισημαίνει την υψηλή συγκέντρωση σε υποκλάδους, όπως η χονδρική και η λιανική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, οι οποίες κυριαρχούνται από τη ΔΕΗ, τη διατήρηση σταυροειδών επιδοτήσεων μεταξύ επιμέρους τιμολογίων που αφορούν διάφορες κατηγορίες καταναλωτών, με αποτέλεσμα να περιορίζεται ο ανταγωνισμός και να αυξάνονται οι τιμές.