Η τόνωση της οικονομικής ανάπτυξης και των επενδύσεων με σκοπό τη δημιουργία θέσεων εργασίας, τη βελτίωση της σταθερότητας των δημόσιων οικονομικών και την παροχή ενός αποτελεσματικού κοινωνικού δικτύου ασφαλείας είναι ζωτικής σημασίας προκειμένου να συμβάλει στην ανάκαμψη της Ελλάδας από τον τεράστιο κοινωνικό αντίκτυπο της οικονομικής κρίσης, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του ΟΟΣΑ.
Η έκθεση μάλιστα επισημαίνει ότι υπάρχουν δυο σοκ που απειλούν την Ελλάδα:
Α) Η προσφυγική κρίση η οποία μπορεί να έχει σημαντικές συνέπειες για την ανάπτυξη και το δημοσιονομικό.
Β) Σοβαρές δυσκολίες στην εφαρμογή της συμφωνίας. Επ’ αυτού υποστηρίζει ότι τα ρίσκα έχουν περιοριστεί αλλά αν συμβεί κάτι τέτοιο θα αυξήσει την αβεβαιότητα με σοβαρές επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία και πιθανή «μετάδοση» στην ευρωζώνη.
Χαρακτηρίζει δε κλειδί την αύξηση των εξαγωγών και των επενδύσεων για να υπάρξει βιώσιμη ανάκαμψη δεδομένου ότι όπως επισημαίνει «η εγχώρια ζήτηση αναμένεται να μείνει αδύναμη για αρκετό καιρό».
Υφεση 0,1% του ΑΕΠ φέτος, ανάπτυξη 1,7% το 2017
Η Οικονομική Έρευνα για την Ελλάδα καταγράφει αύξηση του ποσοστού φτώχειας στο ένα τρίτο του πληθυσμού από την εμφάνιση της κρίσης. Προσθέτει ότι η καταπολέμηση της φτώχειας και της ανισότητας πρέπει να αποτελούν επιτακτικές προτεραιότητες πολιτικής.
Η Έρευνα προβλέπει ενίσχυση της ανάκαμψης το 2017 (εκτιμάται ότι φέτος η οικονομία θα κλείσει με ύφεση 0,1% του ΑΕΠ και το 2017 θα καταγραφεί οικονομική μεγέθυνση 1,7% του ΑΕΠ), καθώς οι συνεχιζόμενες μεταρρυθμίσεις και η εξωτερική ζήτηση θα ωφελήσουν τις επενδύσεις και τις θέσεις εργασίας. Επίσης, τονίζεται ότι η επιτυχής ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων για την αντιμετώπιση του ζητήματος της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους είναι ζωτικής σημασίας για τη βελτίωση των προοπτικών της οικονομίας.
Ωστόσο, παραμένουν σοβαροί κίνδυνοι. Όχι μόνο μπορεί η πιστωτική ασφυξία να συνεχίσει να υπονομεύει την εγχώρια ζήτηση, αλλά η οικονομική δραστηριότητα να εξασθενήσει περαιτέρω λόγω της υποχώρησης των εμπορικών συναλλαγών και της υποτονικότερης ανάπτυξης στις υπόλοιπες χώρες της ζώνης του ευρώ, που αποτελούν τον προορισμό για το ένα τρίτο των ελληνικών εξαγωγών.
Η Έρευνα προσθέτει ότι η προσφυγική κρίση μπορεί να δημιουργήσει μείζονα προβλήματα για την ελληνική οικονομία, ιδίως αν η συμβολή της ΕΕ αποδειχθεί ανεπαρκής. Σύμφωνα με αρχικές εκτιμήσεις, το κόστος της εισροής προσφύγων υπολογίζεται σε περίπου 0,4% του ΑΕΠ για το 2015.
Κατά την παρουσίαση της Έρευνας στην Αθήνα, ο Γενικός Γραμματέας του ΟΟΣΑ, κ. Angel Gurría, δήλωσε: «Η Ελλάδα έχει υποστεί μια επώδυνη προσαρμογή και οι οικονομικές και κοινωνικές προοπτικές της παρουσιάζουν ακόμη προκλήσεις. Ως εκ τούτου, η χώρα χρειάζεται να επανεμφανίσει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης προκειμένου να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις αυτές.
Οι μεταρρυθμίσεις έχουν αρχίσει να αποφέρουν καρπούς, είναι πλέον αναγκαία η βελτίωση της εφαρμογής, η ενίσχυση της εθνικής «κυριότητας» των μεταρρυθμίσεων και η επικέντρωση των προσπαθειών τόσο στην κοινωνική ευημερία όσο και στην ανταγωνιστικότητα. Ο ΟΟΣΑ θα συνεχίσει να στέκεται στο πλευρό της ελληνικής κυβέρνησης για την παροχή τεχνογνωσίας και στήριξης, ώστε να βοηθήσει την Ελλάδα να προωθήσει μια πιο βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη».
Το στοχοθετημένο πρόγραμμα ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος για τα φτωχά νοικοκυριά πρόκειται να εφαρμοστεί πλήρως το 2017, ωστόσο η Έρευνα επισημαίνει ότι χρειάζεται περαιτέρω δράση για την αντιμετώπιση των αυξανόμενων ποσοστών παιδικής φτώχειας. Ανάμεσα στις συστάσεις του, ο ΟΟΣΑ προτείνει τη θέσπιση ενός επιδοτούμενου προγράμματος σχολικών γευμάτων στις φτωχές περιφέρειες. Μεσοπρόθεσμος στόχος πρέπει να είναι η δημιουργία ενός προγράμματος κοινωνικής στέγασης, αλλά εν τω μεταξύ είναι αναγκαία η καλά στοχευμένη στήριξη για την αντιμετώπιση του προβλήματος της έλλειψης στέγης και του υψηλού κόστους στέγασης.
Η χρηματοδότηση τέτοιων κοινωνικών προγραμμάτων θα αντιστοιχεί περίπου στο 1,5% του ΑΕΠ. Θα χρειαστεί η ανακατανομή πόρων που έχουν εξοικονομηθεί σε άλλους τομείς, π.χ. συντάξεις, αμυντικές δαπάνες ή βελτιωμένη είσπραξη φόρων, σύμφωνα με την Έρευνα. Η μεταρρύθμιση των συντάξεων θα πρέπει να επικεντρωθεί στην καλύτερη ευθυγράμμιση των εισφορών και των παροχών, στον περιορισμό των ειδικών καθεστώτων και στην ανακούφιση των ασθενέστερων.
Η αύξηση των επενδύσεων, π.χ. στις υποδομές και στην εφοδιαστική, θα στηρίξει τις εξαγωγές, οι οποίες είναι αναγκαίες για μια σταθερή ανάκαμψη. Η περαιτέρω απελευθέρωση των βιομηχανιών δικτύου θα τονώσει επίσης τόσο την ποιότητα όσο και την ποσότητα των επενδύσεων. Οι πόροι από τα Διαρθρωτικά Ταμεία της ΕΕ θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν πιο αποτελεσματικά για την ενίσχυση των επενδύσεων στην παιδεία, την έρευνα και την καινοτομία, καθώς επίσης στις τεχνολογίες της πληροφορίας και των επικοινωνιών, ώστε να συμβάλει στη βελτίωση των δεξιοτήτων.
Σύμφωνα με την Έρευνα, η διαδικασία προσαρμογής έχει βασιστεί μέχρι σήμερα υπερβολικά στα δημοσιονομικά μέτρα και στην αγορά εργασίας, ενώ δεν έχει σημειωθεί επαρκής πρόοδος όσον αφορά στις μεταρρυθμίσεις στην αγορά αγαθών. Οι μεταρρυθμίσεις που δρομολογήθηκαν στην αγορά αγαθών μετά την κρίση έχουν προχωρήσει πολύ αργά, έχουν υπονομευθεί λόγω της ελλιπούς τους εφαρμογής και έχουν αφήσει άθικτη, ως επί το πλείστον, τη μονοπωλιακή εξουσία.
Η ενίσχυση της διοικητικής ικανότητας, ένα μεγαλύτερο αίσθημα κυριότητας των αλλαγών πολιτικής και μια σαφής επικοινωνία σχετικά με τα αναμενόμενα οφέλη για το ευρύτερο κοινό θα βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα του νέου προγράμματος μεταρρυθμίσεων.
Η φοροδιαφυγή παραμένει εκτεταμένη στην Ελλάδα και έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση των φορολογικών εσόδων, που είναι απαραίτητα για τη στήριξη των κοινωνικών πολιτικών. Ο ΟΟΣΑ απευθύνει έκκληση για διεύρυνση της φορολογικής βάσης και, παράλληλα, ενίσχυση και μεγαλύτερη αυτονομία της φορολογικής διοίκησης, ώστε να απελευθερωθούν πόροι για τη διενέργεια φορολογικών ελέγχων και να βελτιωθεί η συμμόρφωση.
Η υποτονική οικονομική ανάπτυξη και οι ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών έχουν διογκώσει το ήδη υψηλό δημόσιο χρέος της Ελλάδας. Η επίτευξη συμφωνίας με τους δανειστές για μια σημαντική παράταση της διάρκειας και των περιόδων χάριτος για την αποπληρωμή του χρέους θα μπορούσαν να κρατήσουν χαμηλές και σταθερές τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας μακροπρόθεσμα και να μειώσουν την αβεβαιότητα, σύμφωνα με την Έρευνα.
*Η έκθεση του ΟΟΣΑ για την Ελλάδα δημοσιεύεται στη δεξιά στήλη "Συνοδευτικό Υλικό"