«Το ζητούμενο για μας είναι να προχωρήσουμε σε μια επένδυση που θα αυξήσει την παραγωγική μας δυναμικότητα, θα περιορίσει τα γενικά μας έξοδα και θα μας δώσει τη δυνατότητα για κάποια διαφοροποίηση στα προϊόντα μας. Επενδύει όμως κάποιος νοήμων άνθρωπος τα λεφτά των μετόχων του στην Ελλάδα του 2016; Όλο λοιπόν το έτος θα περιμένουμε να δούμε το πού θα πάει η αγορά, πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση της χώρας και τι θα γίνει στον χώρο του εμπορίου. Το αν θα πρέπει να προχωρήσουμε στην επένδυση ή όχι, θα το εξετάσουμε στη συνέχεια». Αυτό δήλωσε στο Euro2day.gr ο διευθύνων σύμβουλος εισηγμένης εταιρείας, αναδεικνύοντας την επικρατούσα διστακτικότητα του επιχειρηματικού κόσμου να επενδύσει μέσα σε κλίμα έντονης αβεβαιότητας.
Ο παραπάνω επιχειρηματίας ωστόσο, φαίνεται να συγκαταλέγεται στους πλέον «τυχερούς», καθώς οι περισσότεροι συνάδελφοί του έχουν πολύ σοβαρότερους και σαφώς αμεσότερους λόγους για την όσο το δυνατόν ταχύτερη ομαλοποίηση της κατάστασης στη χώρα.
Στο τι σημαίνει ομαλοποίηση της κατάστασης απαντά ο διευθύνων σύμβουλος της Attica Wealth Management κ. Θεόδωρος Κρίντας: «Σήμερα δεν υπάρχει ρευστότητα στην αγορά, ούτε για επενδύσεις, ούτε για πιστωτική επέκταση. Άρα για να δούμε την οικονομία να ανακάμπτει, θα πρέπει οι ξένοι που σήμερα εξετάζουν την ελληνική οικονομία και τις επιχειρήσεις της να αποφασίσουν να επενδύσουν. Προς την κατεύθυνση αυτή θα βοηθούσε όχι μόνο η θετική αξιολόγηση από τους θεσμούς, που έστω και με κάποια καθυστέρηση πιστεύω ότι θα λάβει χώρα, αλλά και μια μεγαλύτερη σταθεροποίηση του πολιτικού κλίματος».
Δεν είναι επίσης λίγες οι εταιρείες που επιδιώκουν την προσέλκυση ξένων επενδυτών προκειμένου να αντλήσουν κεφάλαια και να διευρύνουν τον όγκο των εργασιών τους. Σήμερα, μεγάλος αριθμός διεθνών funds και ξένων ομίλων έχει προσεγγίσει δεκάδες μεγάλες ελληνικές εταιρείες, πλην όμως εκτιμάται πως ελάχιστοι θα βάλουν το χέρι στην τσέπη, πριν ξεκαθαρίσει η κατάσταση με την αξιολόγηση της Ελλάδας και την άμβλυνση της πολιτικής αβεβαιότητας.
Αλλά ακόμη και όσοι το βάλουν, θα προσφέρουν αποκαρδιωτικά τιμήματα. Ενδεικτική είναι η περίπτωση εταιρείας ακινήτων που έλαβε αρχική προσφορά γύρω στο 65% χαμηλότερη από αυτή που θα ήθελε και περίπου 50% κάτω από αυτή που θα μπορούσε να ανεχτεί. Φυσικά, το θέμα πάγωσε, μέχρι νεωτέρας...
Οι πρώτοι πάντως επιχειρηματίες που εύχονται την ομαλοποίηση της κατάστασης είναι οι ιδιοκτήτες των υπερχρεωμένων εταιρειών. Οι τράπεζες αναμένεται ότι θα εντείνουν μέσα στο 2016 τις πιέσεις που θα ασκήσουν στις διοικήσεις των εταιρειών που έχουν ληξιπρόθεσμα δάνεια, ωστόσο το ουσιαστικό στοίχημα γι' αυτές είναι το κατά πόσο θα καταφέρουν να βάλουν κάποια λεφτά στο ταμείο τους.
Παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι θα ήταν ανώφελο να δούμε για μια ακόμη φορά μετακυλίσεις λήξεων που απλά θα μεταφέρουν το πρόβλημα των εταιρειών λίγο παραπέρα. Αυτό πλέον υποστηρίζουν και οι ίδιοι οι επιχειρηματίες, που από τη μια πλευρά βλέπουν τις εταιρείες τους να κατρακυλούν ολοένα και χαμηλότερα, από την άλλη πλευρά όμως, διστάζουν να τις ενισχύσουν με προσωπικά τους λεφτά, φοβούμενοι ότι και αυτά θα... πέσουν στο πηγάδι της κρίσης.
Κάτω από αυτές λοιπόν τις συνθήκες, το ζητούμενο είναι νέοι ή υφιστάμενοι μέτοχοι να βάλουν το χέρι στην τσέπη, αποπληρώνοντας μέρος των δανείων και καθιστώντας τις εταιρείες τους βιώσιμες, πριν είναι πολύ αργά. Ωστόσο, κάτι τέτοιο θεωρείται πολύ δύσκολο να γίνει σε μια περίοδο τόσο έντονης αβεβαιότητας, όπως η τρέχουσα.
Επείγουσα βελτίωση της κατάστασης ζητούν επίσης και οι επιχειρηματίες που δεν έχουν ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις: «Ζούμε σε μια κατάσταση που θα τη χαρακτήριζα παρά φύσει. Εδώ και τόσα χρόνια, δουλεύουμε με προσωπικό ασφαλείας, προχωρώντας σε απίθανες περικοπές και παρ' όλα αυτά οι μέτοχοι δεν έχουν πάρει ούτε ένα ευρώ μέρισμα. Αν όμως οι μέτοχοι δεν εισπράττουν για χρόνια και αν οι εργαζόμενοι δεν ανταμείβονται δίκαια για την υπερπροσπάθεια που καταβάλλουν, για πόσο καιρό μπορεί να συνεχιστεί αυτό; Και πώς περιμένουμε από άλλους επενδυτές να επιχειρήσουν στη χώρα;» αναρωτήθηκε οικονομικός διευθυντής εισηγμένης εταιρείας.
Τράπεζες-ασφάλειες
Μεγάλη αγωνία επίσης διακατέχει και τα επιτελεία των τραπεζών, καθώς γνωρίζουν ότι πολύ λίγα πράγματα μπορούν να πετύχουν, αν η οικονομία συνεχίσει να κινείται στο ίδιο τέμπο. Η διαχείριση των κόκκινων δανείων και η πώληση περιουσιακών τους στοιχείων σε εσωτερικό και εξωτερικό αποτελούν τα δύο μεγαλύτερα ζητούμενα για τους εγχώριους χρηματοπιστωτικούς ομίλους μέσα στο 2016.
Μέσα από τα δύο προηγούμενα μέτωπα, αλλά επίσης μέσα από τις περικοπές δαπανών και από τη διεύρυνση των επιτοκιακών τους περιθωρίων (δανειακά μείον καταθετικά), οι διοικήσεις των τραπεζών ευελπιστούν να διατηρήσουν αλώβητους τους σημερινούς συντελεστές φερεγγυότητας, όταν οι απαισιόδοξοι παράγοντες της χρηματιστηριακής αγοράς θεωρούν πιθανόν ότι οι συστημικοί Όμιλοι θα χρειαστούν μία ακόμη ανακεφαλαιοποίηση μέσα στην επόμενη διετία. Άλλωστε, η χρηματιστηριακή αγορά έχει ήδη αρχίσει να προεξοφλεί σε σημαντικό βαθμό ένα τέτοιο σενάριο (βλέπε ποσοστά απωλειών μετοχών μετά τις πρόσφατες αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου).
Για πρώτη φορά φέτος όλες οι εταιρείες του ασφαλιστικού κλάδου θα δημοσιεύσουν τα ετήσια αποτελέσματά τους (για το 2015) με βάση τα διεθνή λογιστική πρότυπα, όταν παράλληλα από την 1η/1/2016 έχει μπει σε εφαρμογή το νέο θεσμικό πλαίσιο Solvency II.
Το βασικότερο λοιπόν ζητούμενο στον κλάδο είναι το αν θα υπάρξουν μέσα στο επόμενο δωδεκάμηνο ασφαλιστικές εταιρείες που δεν... θα μπορέσουν να περάσουν τον πήχη. Και επίσης, μέσα σ' αυτό το περιβάλλον έντονες είναι οι συζητήσεις για απαιτούμενες αυξήσεις κεφαλαίου, αλλά και για εξαγορές εταιρειών και χαρτοφυλακίων.
Το βέβαιο είναι πως όσο ταχύτερα ομαλοποιηθεί η κατάσταση στην οικονομία (αύξηση αποτιμήσεων σε μετοχές-ομόλογα, τόνωση της ζήτησης), τόσο ευκολότερα οι ασφαλιστικές εταιρείες θα προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα του Solvency II. Ανοιχτό επίσης θα παραμείνει το ζήτημα της πώλησης της Εθνικής Ασφαλιστικής από τη μητρική τράπεζα.