Το «άνοιγμα» των συνόρων στο φυσικό αέριο για την πρόσβαση σε νέες πηγές εφοδιασμού αναμένει το επόμενο διάστημα ο ιδιωτικός τομέας, ενώ η ΔΕΠΑ στοχεύει σε περίπου 160.000 νέους καταναλωτές σε πόλεις της περιφέρειας με την ανάπτυξη τοπικών δικτύων.
Τα παραπάνω προκύπτουν από τις τοποθετήσεις των διευθυνόντων συμβούλων της ΔΕΠΑ Θόδωρου Κιτσάκου και της Μ+Μ (Μότορ Όιλ και Μυτιληναίος) Παναγιώτη Κανελλόπουλου στο συνέδριο του Athens Energy Forum.
Σύμφωνα με τον κ. Κιτσάκο, η εταιρεία προγραμματίζει μέσα στην επόμενη δεκαετία να δημιουργήσει τοπικά μικροδίκτυα σε περίπου 16 αστικά κέντρα της περιφέρειας, τα οποία θα τροφοδοτούνται είτε με συμπιεσμένο (CNG), είτε με υγροποιημένο (LNG) φυσικό αέριο. O επικεφαλής της ΔΕΠΑ επισημαίνει ότι μέσα στο καλοκαίρι θα λειτουργήσει το πρώτο δίκτυο σε πόλη της περιφέρειας, ενώ υποψήφιες πόλεις γα ένταξη στο πρόγραμμα είναι η Λειβαδιά, το Καρπενήσι, η Ορεστιάδα, η Άμφισσα και η Πάτρα.
Σύμφωνα με τις μελέτες που έχει κάνει η ΔΕΠΑ, στις πόλεις που θα γίνουν τα νέα δίκτυα μπορούν να τροφοδοτηθούν σε βάθος δεκαετίας 140.000 οικιακοί καταναλωτές, 19.000 επαγγελματικοί και 350 βιομηχανικοί. Η ετήσια κατανάλωση των καταναλωτών αυτών εκτιμάται σε περίπου 600 εκατομμύρια κυβικά μέτρα τον χρόνο, ενώ η δραστηριότητα αυτή θα δημιουργήσει 700 νέες άμεσες θέσεις εργασίας. Η τροφοδοσία των τοπικών δικτύων με φυσικό αέριο θα γίνεται με ειδικά οχήματα ή μικρά πλοία, τα οποία θα μεταφέρουν το υγροποιημένο ή το συμπιεσμένο φυσικό αέριο. Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιείται με επιτυχία σε πολλές χώρες του εξωτερικού και εκεί όπου το κόστος διασύνδεσης των αστικών δικτύων με τους κεντρικούς αγωγούς είναι ασύμφορο. Έτσι δημιουργούνται τοπικές μονάδες αποθήκευσης του φυσικού αερίου, οι οποίες και τροφοδοτούν τα τοπικά δίκτυα.
Αναφορικά με τα σχέδια της ΔΕΠΑ να συμμετάσχει στην επένδυση του πλωτού τερματικού υγροποιημένου αερίου της Αλεξανδρούπολης, ο κ. Κιτσάκος σημείωσε ότι η ΔΕΠΑ μελετά με μεγάλη προσοχή το όλο εγχείρημα λόγω του μεγάλου κόστους, το οποίο ανεβάζει σε 370-380 εκατομμύρια ευρώ. Ο ίδιος επισημαίνει ότι παρόμοιου μεγέθους και σημασίας έργα πρέπει να έχουν επενδυτές και πελάτες. Αυτή τη στιγμή, το σχέδιο έχει ενδιαφερόμενους επενδυτές τη ΔΕΠΑ και την Gastrade (όμιλος Κοπελούζου), ενώ συζητά και με εν δυνάμει συνεταίρους από τη Βουλγαρία αλλά και με άλλους.
Ωστόσο, όπως και πριν από δεκαπέντε περίπου μέρες, ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΠΑ τονίζει ότι για να επιβιώσει μια παρόμοια επένδυση, πρέπει να έχει πελάτες. Όπως είπε ο ίδιος, οι δυνητικοί πελάτες του τερματικού της Αλεξανδρούπολης μπορούν να καταναλώσουν 600 εκατ. κυβικά μέτρα τον χρόνο. Η ποσότητα αυτή όμως είναι η μισή από όση απαιτείται για να είναι βιώσιμη η επένδυση. Πάντως ο ίδιος δεν παρέλειψε να τονίσει ότι η ΔΕΠΑ μελετά τις επιπτώσεις που θα έχει η πιθανή λειτουργία του πλωτού τερματικού στον τερματικό της Ρεβυθούσας, καθώς δημιουργούνται υποδομές για το ίδιο έργο με υψηλό δυναμικό.
Ο Π. Κανελλόπουλος
Στο θέμα της διευκόλυνσης των συναλλαγών στο φυσικό αέριο εστίασε την τοποθέτησή του ο διευθύνων σύμβουλος της Μ+Μ Παναγιώτης Κανελλόπουλος. Ο επικεφαλής της πρώτης ανεξάρτητης εμπορικής εταιρείας φυσικού αερίου τόνισε με έμφαση ότι ζητούμενο δεν είναι απλώς να κατασκευάζονται υποδομές, αλλά αυτές να εξυπηρετούν την αγορά και να χρησιμοποιούνται.
Όπως είπε χαρακτηριστικά, αυτή τη στιγμή ο τερματικός σταθμός υγροποιημένου φυσικού αερίου της Ρεβυθούσας, τον οποίο πλήρωσε ο Έλληνας καταναλωτής, χρησιμοποιείται σε ποσοστό κάτω του 15%. Επίσης διεθνείς διασυνδέσεις όπως η υφιστάμενη με τη Βουλγαρία δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για εισαγωγές από τα hub της κεντρικής Ευρώπης, επειδή η χωρητικότητα είναι δεσμευμένη από τους Ρώσους, η Βουλγαρία δεν έχει προωθήσει συμφωνίες και ρυθμιστικούς κανόνες για τη χρήση των δικτύων της κ.λπ.
Έτσι, αναμένεται να κατασκευαστεί ο νέος ελληνοβουλγαρικός αγωγός IGB, ο οποίος σύμφωνα με τον επικεφαλής της Μ+Μ, αναμένεται ότι θα διευκολύνει σημαντικά τη διέλευση του αερίου.