Αλλαγές στην ασφάλιση των αυτοαπασχολουμένων και δη στον υπολογισμό των ασφαλιστικών εισφορών τους εξετάζει η κυβέρνηση, με στόχο να βρει τη χρυσή τομή μεταξύ του εξορθολογισμού της εισφοροδοτικής ικανότητάς τους, χωρίς να στραγγαλίζεται η υγιής επιχειρηματικότητα, αλλά και το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης να μη χάνει σημαντικά έσοδα.
Σήμερα, οι δύο αρμόδιοι υπουργοί Γ. Κατρούγκαλος και Τρ. Αλεξιάδης συναντήθηκαν ενόψει και της αυριανής συνεδρίασης της κοινής επιτροπής που σύστησαν τα δύο υπουργεία, με τη συμμετοχή εκπροσώπων των φορέων των ανεξάρτητα απασχολουμένων (γιατρών, μηχανικών και δικηγόρων) αλλά και του οικονομικού επιμελητηρίου.
Στόχος της επιτροπής θα είναι να μελετήσει και να διατυπώσει προτάσεις για τον εξορθολογισμό της εισφοροδοτικής ικανότητας των αυτοαπασχολουμένων αναφορικά με τα όσα προβλέπονται από τη νέα ασφαλιστική μεταρρύθμιση που προωθεί η κυβέρνηση, καθώς διαπιστώθηκε ότι σε πολλές περιπτώσεις το ύψος των εισφορών που θα ισχύσουν από το 2017 και μετά είναι εξοντωτικό για την υγιή επιχειρηματικότητα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, μεταξύ των προτάσεων του υπουργείου Εργασίας συγκαταλέγεται αυτή της επιβολής μιας χαμηλής κατώτερης κατηγορίας ασφαλιστέου εισοδήματος, αντίστοιχου με αυτό που προβλέπεται για τους αγρότες. Το μέτρο θα ισχύσει για περιορισμένο χρονικό διάστημα και θα αφορά στους νέους επαγγελματίες, ήτοι τους επαγγελματίες που έχουν έναρξη δραστηριότητας από 0 έως 5 χρόνια. Πρόκειται για την ίδια λύση που προωθείται και για τους νέους επιστήμονες, όπως άφησε να εννοηθεί ο υπουργός Εργασίας Γιώργος Κατρούγκαλος, την περασμένη Παρασκευή.
Ήδη, επαγγελματικοί φορείς αναμένεται να προτείνουν στην κυβέρνηση τη δημιουργία αντίστοιχης "δικλείδας ασφαλείας" που θα οδηγεί σε χαμηλότερες εισφορές και για τα υψηλά εισοδήματα. Για παράδειγμα, αντί το ανώτατο ασφαλιστέο εισόδημα να προκύπτει από το 10πλάσιο του κατώτατου μισθού, ήτοι τις 5.680 ευρώ τον μήνα (αντιστοιχεί σε μηνιαία εισφορά 1.172 ευρώ), να προκύπτει από το 9πλάσιο του κατώτατου μισθού και να αφορά εισοδήματα από 65.000 ευρώ και πάνω. Αντίστοιχα, για τα εισοδήματα από 55.000 έως 65.000 ευρώ, το ανώτατο ασφαλιστέο εισόδημα θα μπορούσε να είναι το 8πλάσιο του κατώτατου μισθού κ.ο.κ. Σύμφωνα με πληροφορίες, στο οικονομικό επιτελείο εξετάζουν με θετικότερο τρόπο το ενδεχόμενο η προστασία να παρέχεται στα εισοδήματα από 15.000 έως και 30.000 ευρώ, χωρίς ακόμη να έχει εξειδικευθεί η πρόταση.
Σύμφωνα με το σχέδιο που παρουσίασε η κυβέρνηση, οι επιβαρύνσεις για τους ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους ξεκινούν από όσους δηλώνουν ετήσιο εισόδημα 12.000 ευρώ και πάνω. Ειδικότερα για τους παλαιούς ασφαλισμένους στον ΟΑΕΕ που βρίσκονται στην πρώτη και δεύτερη ασφαλιστική κλάση, οι εισφορές αυξάνονται για εισόδημα άνω των 12.000 ευρώ. Αντίστοιχα, όσοι είναι στην 3η κλάση επιβαρύνονται αν έχουν εισόδημα από 13.500 και πάνω, στην 4η από 14.500 και πάνω, στην 5η από 15.500 και πάνω, στην 6η και 7η από 18.000 και πάνω, στην 8η από 19.500 και πάνω, στην 9η από 20.500 και πάνω, στην 10η από 21.500 και πάνω, στην 11η από 22.800 και πάνω και στην 14η από 26.500 και άνω.
Για τους νέους ασφαλισμένους του ΟΑΕΕ οι επιβαρύνσεις εκκινούν από εισόδημα 12.000 ευρώ στην 1η και 2η ασφαλιστική κλάση. Η κλιμάκωση είναι αντίστοιχη με τους παλαιούς και φτάνει σε εισόδημα 30.000 για την 14η ασφαλιστική κλάση.
Αντίστοιχη είναι η κατάσταση και για τους ανεξάρτητα απασχολούμενους (δικηγόροι, γιατροί, μηχανικοί), καθώς υπολογίζεται πως οι επιβαρύνσεις ξεκινούν για εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ στους παλαιούς ασφαλισμένους και 15.000 ευρώ στους νέους. Ειδικά για τους μηχανικούς υπολογίζεται πως η αύξηση αφορά στο 80% των ασφαλισμένων μηχανικών και αγγίζει σε ακραίες περιπτώσεις το 250% στην ανώτατη κατηγορία.
Στην Eπιτροπή των συναρμόδιων υπουργείων αναμένεται να αναζητηθούν λύσεις και για άλλα σημαντικά προβλήματα που διαπιστώθηκαν αναφορικά με τον νέο τρόπο υπολογισμού των εισφορών στους αυτοτελώς απασχολούμενους, ενδεικτικό της προχειρότητας με την οποία αντιμετωπίζεται το θέμα στο προτεινόμενο σχέδιο νόμου, αλλά και της δυσκολίας που από τη φύση του εμπεριέχει, λόγω και της αυξημένης φοροδιαφυγής και εισφοροδιαφυγής. Πρόκειται για προβλήματα που ενδέχεται, εάν δεν αντιμετωπιστούν, είτε να στερήσουν από το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης σημαντικούς πόρους, αυξάνοντας την εισφοροαποφυγή, είτε να δημιουργήσουν σημαντική "τρύπα" στα φορολογικά έσοδα. Για παράδειγμα θα πρέπει να λυθεί το πρόβλημα στον τρόπο που θα εκπίπτουν τελικά οι εισφορές από το φορολογητέο εισόδημα, όπως θα πρέπει να ξεκαθαριστεί και το τι θα γίνει με τους μετόχους μικρών επιχειρήσεων.
Αντίστοιχα, έργο της επιτροπής θα είναι και η ορθή διατύπωση της διάταξης, προκειμένου οι ασφαλιστικές εισφορές να υπολογίζονται βάσει του φορολογητέου από επαγγελματική δραστηριότητα και μόνο εισοδήματος και όχι από άλλα πιθανά εισοδήματα που δηλώνει ο φορολογούμενος (π.χ. ενοίκια). Λύση πρέπει να βρεθεί και όσον αφορά στο θέμα των επαγγελματικών δαπανών, καθώς δεν μπορεί η έκπτωση να υπολογίζεται και στο φορολογητέο και το ασφαλιστέο εισόδημα.
Αλλά και στο θέμα με τα μπλοκάκια, σύμφωνα με έγκριτους εργατολόγους πρέπει να υπάρξουν σημαντικές διευκρινίσεις από το υπουργείο Εργασίας, καθώς δεν αποκλείεται τελικά να ανοίξει ο δρόμος για επικράτηση των συμβάσεων έργου, έναντι της μισθωτής εργασίας.
Ασφυξία για τους αγρότες
Πριν καλά καλά κλείσει το θέμα των αυτοαπασχολουμένων, ανοίγει για τα καλά αυτό των αγροτών, καθώς η αύξηση των εισφορών κατά 42% το 2016 δεν είναι η μόνη. Ειδικοί εκτιμούν ότι το 2019, όταν και οι αγρότες θα πληρώνουν βάσει του σχεδίου Κατρούγκαλου εισφορές 20% επί του φορολογητέου εισοδήματός τους, η αύξηση σε σχέση με σήμερα θα ανέρχεται σε τουλάχιστον 62% (σωρευτικά), που θεωρείται εξοντωτική για τον κλάδο και αναμένεται επίσης να οδηγήσει σε δραματική αύξηση της ανασφάλιστης εργασίας στον πρωτογενή τομέα.
Να σημειωθεί ότι, μέχρι το πρώτο εξάμηνο του 2015, οι ασφαλισμένοι ΟΓΑ που είναι ενταγμένοι στην τρίτη ασφαλιστική κλάση πλήρωναν 954 ευρώ τον χρόνο για εισφορές σύνταξης, ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και Αγροτικής Εστίας (ΛΑΕ). Με την προτεινόμενη ρύθμιση, οι εισφορές του β' εξαμήνου του 2015, που θα πληρωθούν το α' εξάμηνο του 2016, αυξάνονται από 7% στο 10%. Από το 2017 οι εισφορές των αγροτών συνδέονται και αυτές με το εισόδημα, όπως γίνεται και για τους ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους, αλλά με μια μεταβατική περίοδο τριών ετών.
Ειδικότερα το 2017 οι αγρότες θα πληρώσουν το 14% του εισοδήματός τους για εισφορά υπέρ σύνταξης, το 2018 θα κληθούν να καταβάλουν το 17% και από το 2019 και μετά το 20%. Αντίστοιχα ορίζεται πως η εισφορά για υγεία θα είναι στο 6,95% του εισοδήματος και για ΛΑΕ στο 0,5%.
Ο νόμος αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο κλιμακωτής αύξησης και της εισφοράς υπέρ υγείας, ώστε να φτάσει σταδιακά στο 6,95% το 2019, παραπέμποντας για λεπτομέρειες σε υπουργική απόφαση που πρέπει να εκδοθεί. Κατώτατο ασφαλιστέο εισόδημα ορίζεται στα 468,8 ευρώ τον μήνα.