Σαν να μην έφτανε το κύμα ύφεσης που αναμένεται να πλήξει την εγχώρια αγορά μέσα στο επόμενο εννιάμηνο, οι επιχειρήσεις της χώρας καλούνται να αντιμετωπίσουν ένα κύμα φορολογικών ζητημάτων, άλλοτε με επιβαρύνσεις που έχουν ήδη ανακοινωθεί και άλλοτε με ανεπιβεβαίωτες φημολογίες που αναφέρονται σε πρόσθετα βάρη.
Χαρακτηριστικό είναι ότι ένας από τους λόγους για τους οποίους η Jumbo μείωσε τις προβλέψεις της για τη φετινή της κερδοφορία (λήξη χρήσης στις 30 Ιουνίου 2015) ήταν η εκτίμηση για αύξηση της καταβαλλόμενης φορολογίας.
Ειδικότερα, ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εισηγμένης εταιρείας κ. Απόστολος Βακάκης -ο οποίος φυσικά έσπευσε να τονίσει πως όλοι θα πρέπει να στηρίξουμε πληρώνοντας και να βάλουμε πάνω από όλα τη χώρα- δήλωσε σε εγχώριους θεσμικούς επενδυτές πως μέσα σ' αυτό το περιβάλλον είναι πολύ πιθανή μια περαιτέρω φορολογική επιβάρυνση των επιχειρήσεων «είτε κάτω, είτε πάνω από τη γραμμή (είτε φόροι επί των κερδών, είτε φόροι επί διάφορων κατηγοριών κόστους) και πως πολλές φορές ο... διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες».
Πέραν αυτού, εδώ και μέρες έχει ενταθεί εκ νέου η φημολογία για πιθανή επιβολή έκτακτης φορολογίας στα κέρδη των επιχειρήσεων, ένα ζήτημα που περιλαμβανόταν στη «λίστα Βαρουφάκη» της προηγούμενης κυβέρνησης, χωρίς ωστόσο να έχει υιοθετηθεί μέχρι σήμερα.
Σύμφωνα με τη φημολογία, η έκτακτη φορολόγηση των εταιρικών κερδών θα έρθει ενδεχομένως μέσα στους επόμενους μήνες προκειμένου να βρεθούν «ισοδύναμα μέτρα», ή για να καλυφθούν «τρύπες» που θα υπάρξουν στα φορολογικά έσοδα του 2015.
Γενικότερα -και παρά το γεγονός ότι οι εργοδοτικές οργανώσεις (π.χ. ΣΕΒ) έχουν τηρήσει μέχρι σήμερα ιδιαίτερα χαμηλούς τόνους-, κλίμα δυσφορίας επικρατεί σε μεγάλο ποσοστό των επιχειρηματιών λόγω των εξελίξεων στο φορολογικό και στον γενικότερο τρόπο αντιμετώπισης των εταιρειών από το κράτος.
«Η αύξηση του εταιρικού συντελεστή και του ποσοστού προκαταβολής φόρων δεν μειώνει μόνο τα καθαρά κέρδη των επιχειρήσεων, αλλά κυρίως θα οδηγήσει σε νέες ταμειακές εκροές, σε μια περίοδο που η χρηματοδότηση από τις τράπεζες και το επενδυτικό κοινό είναι ουσιαστικά αδύνατη», δηλώνει στο Euro2day.gr υψηλόβαθμο στέλεχος εισηγμένης εταιρείας, προσθέτοντας πως «το χειρότερο είναι ότι η αύξηση της φορολογίας έρχεται σε μια περίοδο που το κράτος συνεχίζει να μην εξοφλεί τις δικές του ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις προς τις επιχειρήσεις.
Στο προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2016 δεν παρατηρήσαμε κάποιο σχετικό κονδύλι, ενώ τα όσα λέγονται για αποπληρωμή ύψους 1,8 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του έτους θα πρέπει να τα δούμε πρώτα να υλοποιούνται στην πράξη. Φανταστείτε να κληθούμε να εκταμιεύσουμε περισσότερα χρήματα προς το ελληνικό δημόσιο, την ώρα που το δημόσιο δεν πληρώνει και οι τράπεζες δεν δανείζουν. Κάποιες εταιρείες θα βρεθούν σε δυσχερή θέση, γιατί άλλο πράγμα τα λογιστικά κέρδη και άλλο η ρευστότητα».
Επιχειρηματικοί παράγοντες επίσης τονίζουν ότι σειρά πρόσθετων (έμμεσων κυρίως) φορολογικών επιβαρύνσεων είχαμε για τις επιχειρήσεις και μέσα στο 2015, όπως με τους αυξημένους φορολογικούς συντελεστές στο ΦΠΑ, με τη μεγαλύτερη επιβάρυνση του ΦΚΕ στον ασφαλιστικό κλάδο (οι περισσότερες εταιρείες δήλωσαν πρόθυμες να απορροφήσουν τον αυξημένο συντελεστή), με την ακόμη πιο επώδυνη εφαρμογή -λόγω ΦΠΑ- του claw back στις ιδιωτικές κλινικές και με σειρά άλλων παραδειγμάτων σε ολόκληρη την οικονομία (π.χ. αγρότες).
Στην ιδιωτική εκπαίδευση επίσης, όπου ακόμη δεν έχει ξεκαθαρίσει το τοπίο σχετικά με το τι τελικά θα ισχύσει, εταιρείες του κλάδου προχώρησαν ήδη σε μειώσεις αποδοχών των εργαζομένων τους, προκειμένου να απορροφήσουν το μισό ή και το μεγαλύτερο ποσοστό του πιθανού ΦΠΑ.
Συνολικότερα τώρα, στον χώρο των επιχειρήσεων υπάρχουν τριών κατηγοριών παράπονα απέναντι στη στάση που τηρεί η Πολιτεία εδώ και πάρα πολλά χρόνια.
Το πρώτο -στο οποίο συμφωνούν όλοι- είναι οι συνεχείς και καταιγιστικές αλλαγές που γίνονται, με αποτέλεσμα καμιά επιχείρηση να μην είναι σε θέση να προγραμματίσει τις μελλοντικές της κινήσεις.
Το δεύτερο σχετίζεται όχι τόσο με το ύψος των εταιρικών φορολογικών συντελεστών, που είναι σαφώς υψηλότεροι σε σύγκριση με πολλές άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά με το ότι αυτοί προστίθενται σε άλλες επώδυνες κρατικές επιβαρύνσεις όπως ο φόρος διανομής κερδών (10%) που πληρώνεται μόνο από τους Έλληνες, οι περίπου διπλάσιες σε σύγκριση με τον ΟΟΣΑ εργοδοτικές εισφορές και ο πολύ μεγαλύτερος ειδικός φόρος στα καύσιμα.
Και το τρίτο αφορά όχι τόσο στο ύψος των φόρων, όσο στην αντιαναπτυξιακή φιλοσοφία της τρέχουσας φορολογικής πολιτικής.
Χαρακτηριστική είναι η θέση του γνωστού χρηματιστή κ. Αλέξανδρου Μωραϊτάκη, πως απαιτείται ένα νέο θεσμικό πλαίσιο που θα λαμβάνει υπόψη του τα διεθνή δεδομένα και τις πολιτικές των ανταγωνιστικών χωρών, προκειμένου να προσελκύσουμε επενδύσεις από το εξωτερικό και να αναπτύξουμε στη χώρα μας μια σειρά από πολύ ενδιαφέρουσες οικονομικές δραστηριότητες.
Σύμφωνα με τον τ. πρόεδρο του ΣΜΕΧΑ, «η Ελλάδα διαθέτει πολύ ισχυρά συγκριτικά πλεονεκτήματα (άριστο κλίμα, απίστευτη ομορφιά, εκπαιδευμένο προσωπικό, υψηλού επιπέδου υποδομές, ευρωπαϊκή κουλτούρα), προκειμένου να επωφεληθεί από την παραμονή στη χώρα ξένων πολιτών με πολύ υψηλά εισοδήματα, από τη λειτουργία πανεπιστημιακών σχολών που θα φοιτούν ξένοι φοιτητές, από την προσέλκυση επιχειρηματικών δραστηριοτήτων οι οποίες μέσω των σύγχρονων τεχνολογιών θα απευθύνονται στο εξωτερικό (π.χ. διεθνή call centers, κέντρα υποστήριξης πωλήσεων, κ.λπ.), από την εγκατάσταση στη χώρα περιφερειακών διοικήσεων πολυεθνικών ομίλων και από σύγχρονες διεθνείς υπηρεσίες».