Ήδη από τις 18 Αυγούστου το Euro2day.gr είχε επισημάνει πρώτο την επικρατούσα τάση μέσα από το δημοσίευμα Καταθέσεις: Πτώση στα επιτόκια φέρνουν τα capital controls.
Σήμερα, τα πράγματα είναι ακόμη πιο δύσκολα για τους προθεσμιακούς καταθέτες, καθώς σε γενικές γραμμές:
• Αποδόσεις της τάξεως του 1,3% (μικτές, καθώς οι τόκοι φορολογούνται με 15% και επιπλέον τα έσοδα από τόκους συμπεριλαμβάνονται για τον υπολογισμό της εισφοράς αλληλεγγύης) δίδονται για πολύ μεγάλα ποσά της τάξεως των 300.000-500.000 ευρώ.
• Για ποσά της τάξεως των 100.000 ευρώ, τα προσφερόμενα επιτόκια κυμαίνονται γύρω στο 1%.
• Και τέλος, για μικρότερο ύψος καταθέσεων, συνήθεις ετήσιες αποδόσεις είναι το 0,6% ή το 0,8%.
Η σημαντική αυτή υποχώρηση των επιτοκίων έναντι του 1,8% της περασμένης άνοιξης, ή του 5%-6% του 2012, έχει προκαλέσει τη δυσφορία μέρους των καταθετών, ιδίως όταν -λόγω των κεφαλαιακών ελέγχων- δεν έχουν τη δυνατότητα να «σηκώσουν» τα λεφτά τους και να τα τοποθετήσουν σε άλλα επενδυτικά προϊόντα. Επιπλέον, μειωτικά στο κόστος των τραπεζών επιδρά και το γεγονός ότι αρκετοί πελάτες, λόγω του γενικότερου κλίματος ανασφάλειας που επικρατεί, δεν δεσμεύουν εκ νέου τις καταθέσεις που λήγουν, αλλά τις διατηρούν σε λογαριασμούς ταμιευτηρίου έναντι οριακών επιτοκίων.
Αντίθετα, σύμφωνα με τραπεζικούς κύκλους, τα χαμηλά επιτόκια καταθέσεων αποτελούν προϋπόθεση προκειμένου οι εγχώριοι χρηματοπιστωτικοί όμιλοι να αντιμετωπίσουν ως ένα βαθμό τις επιπτώσεις των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
«Σε βραχυπρόθεσμη βάση, καλύπτουμε ένα μέρος του κόστους των επισφαλών χορηγήσεων, ενώ επίσης θα πρέπει να αντιληφθούμε πως αργά ή γρήγορα οι τράπεζες θα αναγκαστούν να μειώσουν και τα επιτόκια χορηγήσεων, με τα οποία επιβαρύνουν τόσο τους ενήμερους όσο και τους υπόλοιπους πελάτες τους που θα μπουν σε διαδικασία ρύθμισης-αναδιάρθρωσης. Τα χαμηλότερα επιτόκια χορηγήσεων είναι αναγκαία προκειμένου να πάρει μπροστά η οικονομία και για να γίνει αυτό πρέπει να υποχωρήσει και το κόστος των καταθέσεων», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Πάντως, πρόσθετο επιχείρημα της ίδιας πλευράς αποτελεί το γεγονός ότι σημασία για τον καταθέτη έχει η αποπληθωρισμένη απόδοση που καρπώνεται και όχι η ονομαστική.
«Όταν τα επιτόκια κυμαίνονταν στο 4%-5,5%, τότε ο πληθωρισμός έτρεχε με 2%-2,5%, οπότε η καθαρή απόδοση για τον αποταμιευτή δύσκολα ξεπερνούσε το 2%. Σήμερα, με δεδομένο ότι ο πληθωρισμός είναι αρνητικός και προσεγγίζει το -2%, η καθαρή απόδοση του καταθέτη είναι ακόμη μεγαλύτερη από το παρελθόν. Και φυσικά, ας μην ξεχνούμε πως οι αντίστοιχες αποδόσεις στην Ευρώπη είναι είτε οριακά θετικές, είτε ακόμη και αρνητικές».
Το ερώτημα είναι το πώς θα εξελιχθεί το ύψος των επιτοκίων μετά τις εκλογές. Αν και κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με ασφάλεια, οι περισσότεροι εκτιμούν πως όσο διατηρείται αυτός ο στενός έλεγχος των κεφαλαίων, οι τραπεζίτες δεν έχουν κανέναν απολύτως λόγο να προχωρήσουν σε αύξηση των επιτοκίων.
Σύμφωνα επίσης με τους ίδιους κύκλους, στον βαθμό που θα ολοκληρωθεί με επιτυχία η επανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών πριν το τέλος του 2015, τότε οι τράπεζες θα έχουν ακόμη ένα κίνητρο να αποκλιμακώσουν τα επιτόκια των προθεσμιακών καταθέσεων, προκειμένου να μειωθεί η ψαλίδα σε σύγκριση με τα αντίστοιχα της Ευρώπης.
Αντίθετα, παράγοντες της αγοράς εκτιμούν πως στην τρέχουσα φάση, οι ελληνικές τράπεζες δεν θα ήταν σε θέση να προσελκύσουν επιπλέον καταθέσεις αν αύξαναν τα επιτόκια, καθώς ήδη πάνω από είκοσι δισεκατομμύρια ευρώ βρίσκονται σε στρώματα και σε θυρίδες έναντι μηδενικού επιτοκίου. Άρα, η βελτίωση του κλίματος που θα προέλθει από την επανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών θα μπορούσε να ωθήσει ένα σημαντικό ποσοστό των «κρυμμένων χρημάτων» πίσω στα γκισέ των τραπεζών.