Θα χρειαστεί να το πληρώσουμε ακριβά. Πάνω από 8 δισ. ευρώ στην τριετία. Όμως το νέο Μνημόνιο, ανοίγει το δρόμο για την επιστροφή στη σταθερότητα και την ανάπτυξη, με έναν οικονομικά και κοινωνικά σταθερό τρόπο.
Αυτή είναι η ανάγνωση της Κομισιόν στο νέο Μνημόνιο με την ανάλυση η οποία τιτλοφορείται «Αξιολόγηση των κοινωνικών επιπτώσεων του νέου προγράμματος». Ο δρόμος προς την ανάπτυξη βέβαια, θα περάσει μέσα από τη μείωση των συντάξεων, κυρίως των κατώτατων, την αύξηση της φορολογίας και τη μείωση των δαπανών με μια σειρά μέτρων.
Οι περικοπές στις δαπάνες για συντάξεις που επιτυγχάνονται με αποφάσεις όπως η μείωση των κατώτατων συντάξεων, η αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης και η αύξηση των εισφορών στους συνταξιούχους, φτάνει το 2018 στην κορύφωση εξέλιξης των μέτρων στο 1,9% του ΑΕΠ ή περίπου 4 δισ. ευρώ. Συνολικά η δημοσιονομική επίπτωση των μέτρων ξεκινά από τα 2,5 δισ. ευρώ φέτος, αυξάνεται σε 6,5 δισ. ευρώ του χρόνου, σε 8 δισ. ευρώ το 2017 και 8,1 δισ. ευρώ το 2018. Τα μεγέθη δεν αθροίζονται, καθώς ορισμένα μέτρα έχουν μόνιμη και επαναλαμβανόμενη επίπτωση.
Στο κείμενο της Κομισιόν, περιγράφονται οι μεταρρυθμίσεις όπως αυτές ψηφίστηκαν από το ελληνικό κοινοβούλιο την προηγούμενη εβδομάδα, καταγράφονται τα επόμενα βήματα και κυρίως, αναλύεται η λογική στην οποία στηρίχθηκαν οι νέες μεταρρυθμίσεις.
Η λογική η οποία διατρέχει την ανάλυση είναι λίγο πολύ ότι τα σκληρά μέτρα είναι αναγκαία, ένεκα της δημοσιονομικής κατάστασης, αλλά είναι παράλληλα ισορροπημένα, με μια διάσταση...αναδιανομής των βαρών.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα της επιχειρηματολογίας, ο ΦΠΑ, οι αλλαγές στον οποίο οδηγούν σε προβλεπόμενη μόνιμη αύξηση των εσόδων κατά 1,1% του ΑΕΠ (χοντρικά 2 δισ. ευρώ). Όπως προκύπτει από την ανάλυση της Κομισιόν, η σταδιακή κατάργηση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στα νησιά θα ξεκινήσει (από την 1η Οκτωβρίου) με δύο κριτήρια: την εγγύτητα στην Αθήνα και το υψηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα των κατοίκων του νησιού.
Αναφέρεται όμως ως αιτιολογική της απόφασης σταδιακής κατάργησης των εκπτώσεων ΦΠΑ, ότι στα νησιά του Αιγαίου, περίπου το 5% του ελληνικού πληθυσμού έχει κατά κεφαλήν εισόδημα πολύ μεγαλύτερο από το μέσο όριο στην ηπειρωτική Ελλάδα και επομένως είναι άδικο να ισχύουν μειωμένοι συντελεστές ΦΠΑ.
Από την άλλη πλευρά η αύξηση των συντελεστών φόρου για τις επιχειρήσεις και τους ελεύθερους επαγγελματίες από το 26% στο 29% και η αύξηση της προκαταβολής από το 75% στο 100% χαρακτηρίζεται ως «ένα μέσο ώστε να συνεισφέρουν και οι επιχειρήσεις στην απαιτούμενη δημοσιονομική προσαρμογή». Αναγνωρίζεται όμως ότι μπορεί να επιφέρει αρνητικές επιπτώσεις στις επενδύσεις και τη ρευστότητα των επιχειρήσεων και γι' αυτό τονίζεται η ανάγκη να ενισχυθεί η ελκυστικότητα των επενδύσεων στην Ελλάδα και η πρόσβαση των επιχειρήσεων σε κεφάλαια «με άλλα μέσα».
Το μαχαίρι στις συντάξεις
Ειδικά για το θέμα των συντάξεων, είναι ενδεικτικό ότι η πλέον σκληρή αλλαγή, που αφορά στην περικοπή των κατώτατων συντάξεων για όσους συνταξιοδοτούνται σε ηλικία κατώτερη των 67 (ή 62 αλλά με 40 έτη ασφάλισης), η Κομισιόν υποστηρίζει ότι λειτουργούσε ως κίνητρο για μαύρη εργασία και την παραμονή στην αγορά εργασίας μόνο έως την συμπλήρωση των απαιτούμενων 4.500 ενσήμων στο ΙΚΑ (15ετία).
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, το σύστημα με τις υψηλές κατώτατες συντάξεις αποτελεί αντικίνητρο για τη δήλωση εσόδων και την πληρωμή εισφορών ειδικά για τα άτομα με χαμηλό εισόδημα ή μικρή διάρκεια εργασιακού βίου. Πάνω από το 1/4 των νέων συνταξιοδοτούμενων έχουν 15 ή λιγότερα χρόνια ασφάλισης.
Αυξάνοντας το όριο ηλικίας στα 67, εκτιμά η Ε.Ε., αφαιρείς τα κίνητρα για πρόωρη συνταξιοδότηση, χωρίς μεγάλη επιρροή στην επάρκεια των παροχών. Αν κάποιος αποφασίσει να συνταξιοδοτηθεί νωρίτερα, θα έχει συνέπειες, με τη σύνταξη να μειώνεται μέχρι να συμπληρώσει το 67ο έτος.
Όσο για την αύξηση των εισφορών υπέρ υγείας στους συνταξιούχους, η Κομισιόν επισημαίνει ότι επιτυγχάνεται ισότητα σε σχέση με τις εισφορές που ήδη πληρώνουν οι εργαζόμενοι.
Στην έκθεση αναφέρεται πως οι συνέπειες των μεταρρυθμίσεων θα αυξηθούν με το χρόνο, καθώς θα αυξηθεί η παραμονή στην αγορά εργασίας, γεγονός που θα οδηγήσει σε αύξηση των εισφορών για τα ταμεία, που με τη σειρά της θα επιφέρει αύξηση των συντάξεων.
Αντίστοιχα αποτελέσματα θα έχουμε, εκτιμά η Κομισιόν, αυξάνοντας τη διασύνδεση μεταξύ εισφορών και παροχών. Οι Έλληνες θα μάθουν να αποταμιεύουν περισσότερο για τη συνταξιοδότησή τους, αυξάνοντας την επάρκεια των συντάξεών τους. Η μεταρρύθμιση θα μειώσει σύμφωνα με την Ε.Ε. και την "υπέρμετρη στήριξη" των συντάξεων, ως το τελευταίο καταφύγιο του πληθυσμού σε παραγωγική ηλικία. Τον ρόλο αυτό θα αναλάβει το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα (ΕΕΕ) που θα εφαρμοστεί εντός του 2016.
Για τα μέτρα που θα έρθουν, πιθανότατα εντός του 2016 στα εργασιακά, η Επιτροπή υποστηρίζει πως η υψηλή ευελιξία στην αγορά εργασίας θα οδηγήσει σε μεγαλύτερες ευκαιρίες απασχόλησης, παράλληλα με το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων.
Ειδικά για τις ομαδικές απολύσεις που μαζί με τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, τη συζήτηση για το ύψος του κατώτατου μισθού και τον συνδικαλιστικό νόμο θα τεθούν σε συζήτηση προκειμένου να υπάρξουν αλλαγές με βάση τις βέλτιστες πρακτικές, η Κομισιόν επισημαίνει ότι θα επανεξεταστούν προκειμένου να διαπιστωθεί εάν το ισχύον καθεστώς επηρεάζει την απασχόληση και τη θέση των εργαζομένων. Για παράδειγμα θα εξεταστεί εάν αποθαρρύνει τους εργοδότες να προχωρήσουν σε προσλήψεις ή αν η υπάρχουσα διαδικασία που ακολουθείται, δίνει περισσότερα προνόμια στους εργαζόμενους σε σχέση με το ότι ισχύει για τις μεμονωμένες απολύσεις.
Αντίστοιχα είναι τα κίνητρα της Κομισιόν και για το θέμα του συνδικαλιστικού νόμου, καθώς υποστηρίζεται πως πρέπει να διευκρινιστεί εάν το σύστημα ισορροπεί μεταξύ τις δίκαιης ανάπτυξης και της ισχυρής συνδικαλιστικής εκπροσώπησης, ή είναι πολύ σφικτό, παρακωλύοντας τα δικαιώματα των εργαζομένων, ή στον αντίποδα, πολύ χαλαρό και οδηγεί εύκολα σε συγκρούσεις...
Ειδική μνεία γίνεται για το θέμα της αδήλωτης εργασίας και της αναγκαιότητας για συγκεκριμένες δράσεις καταπολέμησής της. Το θέμα παραμένει ισχυρή πρόκληση, παρ' ότι η ΕΕ παραδέχεται ότι όλο το προηγούμενο διάστημα έγιναν προσπάθειες, όπως η μείωση του μη μισθολογικού κόστους και η μείωση της γραφειοκρατίας.
Η ενίσχυση της ανάπτυξης από τις δομικές μεταρρυθμίσεις που περιλαμβάνει το νέο πρόγραμμα, έχει στόχο τη στήριξη της δημιουργίας θέσεων εργασίας. Μελέτες έδειξαν ότι οι μεταρρυθμίσεις σε 10 χρόνια, μπορεί να οδηγήσουν σε αύξηση της απασχόλησης κατά 10%, αναφέρει η Επιτροπή, υποστηρίζοντας ότι στόχος του Προγράμματος είναι να δημιουργήσει τις συνθήκες για αύξηση της απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα, μέσα από τη βελτίωση του οικονομικού και επενδυτικού περιβάλλοντος και τον εκσυγχρονισμό της δημόσιος διοίκησης.
Οι ελληνικές αρχές έχουν δεσμευθεί μέχρι τον Μάρτιο του 2016 να δημιουργήσουν μια ολοκληρωμένη αναπτυξιακή στρατηγική, που θα οδηγήσει σε αύξηση των θέσεων εργασίας σε τομείς που η χώρα έχει συγκριτικό πλεονέκτημα, όπως τουρισμός, μεταφορές, logistics και αγροτικός τομέας. Θα πρέπει επίσης να επικεντρωθεί σε μέτρα που θα ενθαρρύνουν τη δημιουργία θέσεων εργασίας από νέους και που θα προωθήσουν την καινοτομία.
Ειδική αναφορά γίνεται στο σύστημα κοινωνικής προστασίας της Ελλάδας το οποίο διαπιστώνεται πως είναι κατακερματισμένο και πολύπλοκο, ενώ έχει πολύ χαμηλή αποτελεσματικότητα. Σύμφωνα με την Κομισιόν, ενώ οι κοινωνικές δαπάνες ανέρχονται στο 31,2% του ΑΕΠ (μέσος όρος ΕΕ 29,5%), οι κοινωνικές μεταβιβάσεις (χωρίς τις συντάξεις) δεν κατάφεραν ικανοποιητικά αποτελέσματα σε σχέση με τη μείωση της φτώχειας στη χώρα μας. Το σύστημα δεν είναι καλά στοχευμένο, και αυτοί που έχουν τις μεγαλύτερες ανάγκες δεν καλύπτονται από τις κοινωνικές παροχές. Σύμφωνα με το Μνημόνιο, εντός του 2015 θα ολοκληρωθεί μελέτη για τις δαπάνες πρόνοιας στην Ελλάδα, με στόχο τον ανασχεδιασμό του συστήματος.
Η Κομισιόν επισημαίνει επίσης, ότι η Ελλάδα είναι από τις λίγες χώρες που δεν εφαρμόζουν το θεσμό του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος (ΕΕΕ). Έως το 2017 η Ελλάδα θα εφαρμόσει σταδιακά, το ΕΕΕ, σε εθνική εμβέλια. Στόχος είναι, το 50% των ατόμων που ζουν στο όριο της φτώχειας (1,2 εκατ. άνθρωποι) να καλυφθούν από το ΕΕΕ. Το κόστος του εκτιμάται σε 0,5% του ΑΕΠ (1 δισ. ευρώ) ήτοι 2% του συνόλου των κοινωνικών δαπανών.